Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2014

“Εις το ΛΗΞΟΥΡΙΟΝ…”

 Το Λιμανι Ληξουριου το 1939. Φωτογραφια του Σπυρου Μελετζη.

Και στο μέρος αυτό της Κεφαλονιάς έζησαν πολλοί και ονομαστοί ριμναδόροι,ο  δε ανταγωνισμός μεταξύ αυτών γιμόνταν  με αρκετό πείσμα, όπως και στα άλλα μέρη του Νησιού μας.Τώρα πλέον έρχόμεθα στο ξακουστό Ληξούρι. Το λεγόμενο  “πίκολο Παρίσι”, που πλένει στο γιαλό τα ποδαράκια  του κατά τον τον αθάνατο Λασκαράτο.
Στα Ρίφο-Δαμουλιανάτα  π.χ. εδώ και  χρόνια έζησαν δύο έξοχοι τοιούτοι παγκεφαλονίτικης φήμης ριμναδόροι. Ο περίφημος  Διονύσιος Μαλιώρης και ο  Μαντζαβίνος Γαβριελάτος
Τα ποιήματα των δύο αυτών ριμναδόρων ήσαν πολλά και διάφορα. Πλην πολύ λίγα διατηρήθηκαν μέχρι σήμερα.Στο Ρίφι  ήτο ο Ριμναδόρος Παναγής Γιακουμάτος.
Ή παράδοση αναφέρει, πως ο  εκ της Άγιας Θέκλης ριμναδόρος Σπυρίδων Λιβιεράτος. ενώ εχόρευε στο Ρίφι, είπε σε κάποιο χορό:
“Εγύρεψα να παντρευτώ στο βουλιασμένο Ρίφι,
μα δ’ μ’ αρέσ’ η πεθερά, δε μου γουστάρ’ η νύφη”
Οι Ριφιώτες, προσβληθέντες, παρακαλέσανε το Μαντζαβίνο να πάει την άλλη Κυριακή στην ‘Αγία θέκλη και να απαντήσει στον  Λιβιεράτο. Ο Μαντζαβΐνος, καίτοι λυπημένος από το θάνατο του αδελφού του, πήγε και άρχισε το χορό ως εξής:
“Αχείλι ξεμαράσου, πες το και της καρδιάς
και τα φαρμάκια ρίξτα στη ρίζα της εληάς.
Αν θέλης να τα φτιάκωμε και να συχωρεθούμε,
ότι σου πω κι’ ότι μου πης να μην το βαργομούμε” ( βαργομούμε= να μην το έχουμε βάρος )
Αν θέλης να τα φτιάκωμε φέρε’ οχτώ προβάτες
να τις ξοδεύω τις τρινές να βάλουμε αργάτες.!!!”
Είπαμε προηγουμένως, πως ο Μαλιώρης ή Γιάννος είχε άνταγωνιστή το Μαντζαβΐνο. Αληθινά όλες οι πληροφορίες μας καταλήγουν εις το συμπέρασμα, ότι οι ρίμνες και των αυτών ριμναδόρων της Άνωγής ήσαν τόσο έξυπνες, ώστε ώρες ολόκληρες κρατούσαν το χορό, χωρίς διόλου να κουράσουν τους ακροατές.
Ήταν αδύνατο να παρουσιαστεί νέος στο χορό, χωρίςο τρομερός σατυρικός Μαλιώρης να μη του πει το κατάλληλο δίστιχο ή τετράστιχο.
Για να λάβει μια  ιδέα ο  αναγνώστης για το Μαλιώρη σημειώνουμε τα κατωτέρω ανέκδοτά του.
Κάποια γυναίκα τη στιγμή, που χόρευε ο  Μαλιώρης, ήλθε στο χορό με γεμάτο το πρόσωπο από πούδρα, την οποίαν στην “Ανωή1) λένε πούρβερη. Ό ευφυής λοιπόν ριμναδόρος, κοιτάζοντας τη γυναίκα αυτή, ξεφωνίζει.
” Η  πούρβερη το πρόσωπο, πως το κατασκευάζει, σαν κότα το Μαγιάπριλο, όπου ξαναπουλιάζει”.
Κάποιος παππάς στο χωριό του είχε τη συνήθεια να φορη 1»α ζωνάρι κόκκινο. Μόλις τον είδε ό Μαλιώρης αρχίζει.
“Κόσμο πολύν εγύρισα και νύχτες με φεγγάρι, μα δεν απάντησα παππά με κόκκινο ζωνάρι.”
Όταν δε σε κάποιο άλλο χορό ήλθε ένας διάσημος ζωοκλέφτης, ο  Μαλιώρης του φώναξε.
“Ολ’  οι παππάδες του χωριού θε να σεαφορέσουν,
πάνε  να φέρης πέντ’ αρνιά για να σε συγχωρέσουν.
Αν θαν τα φέρης ναν καλά και ναν από δικά σου
να  ιιην τα πάρης άλλουνού, πούναι το μάθημα σου”.
Στα Δαμουλιανάτα ζούσε κάποιος γέρος, που φορούσε στενά πανταλόνια, τα άλλαξε απότομα και φόρεσε πλατοβράκια (κούδες), επειδή έπαθε από κήλη και δεν ήθελε να το μάθουν οι χωριανοί του.
Ο τρομερός Μαλιώρης το πήρε μυρουδιά και μόλις τον βλέπει στο χορό, αρχίζει.
“Για πέτε μου γυναίκες μου, φίλοι μου και παιδάκια,
τ’ επαθ’ ο Γέρο-Νικολής κι’ έβαλε πλατοβράκια ;”
Στο ίδιο χωριό ζούσε κάποιος φτωχός νέος, πού φορούσε διαρκώς ρολόι χρυσό, ενώ στο σπίτι του πεινούσαν.
Ο  Μαλιώρης, σατυρίζοντας αυτόν, έλεγε.
“Βλέπετ αυτόν τον μπροστινό, όπου φορεί ρολόι ;
στο σπίτι του για το ψωμί πιάνουν το μοιρολόι.
Με μπαουλίνα ‘) περπατεί, το σέρνει με καμάρι,
στο λείψανο του ο παππάς πεντάρα δε θα πάρη!”
Κάποια φορά πάλι, σατυρΐζοντας την . . . αγάπη !! που έχουν οι Νύφες με τις πεθερές, τραγουδούσε.
“Αν έλθουν τα Δεματορά (χωριό) να σμίξουν με το Ρίφι, 
τότενες  θε ν’ αγαπηθούν η Πεθερά κι’ η  Νύφη.”
Πηγή άρθρου: H Σάτυρα στην Κεφαλονιά
- Seemore at: http://www.kefaloniatoday.com/kefalonitika/afieromata/lixourion-102227.html#sthash.MfIjkIZK.dpuf

http://www.sppantelios.blogspot.gr/

Χριστούγεννα στους Ωκεανούς με τον Κεφαλονιτη καπετάν Νικόλα Τζαμαρία




 Στο Νότιο Αντλαντικό, τρεις μέρες απόσταση απο την Βραζιλία,  έκανε Χριστούγεννα ο Κεφαλονίτης καπετάνιος Νικόλας Τζαμαρίας και όπως κάθε χρόνο έτσι και εφέτος μας έστειλε τις φωτογραφίες απο τη γιορτή του πληρώματος. 
Χρόνια πολλά καπετάν Νικόλα και στο πλήρωμά σου !
Ηρεμες θάλασσες τη νέα χρονιά.



 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 Αναδημοσιευση απο : http://kefaloniapress.gr/

http://www.sppantelios.blogspot.gr/

Αργοστόλι: Βόλτα μια ηλιόλουστη Παραμονή Χριστουγέννων

Παραμονή Χριστουγέννων 2014
Παραμονή Χριστουγέννων 2014
Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου σήμερα… Παραμονή Χριστουγέννων.  Μια βόλτα στο Αργοστόλι περνώντας μέσα από το Λιθόστρωτο και φτάνοντας μέχρι την Κεντρική Πλατεία Αργοστολίου μέχρι το Χριστουγεννιάτικο χωριό.
Τα παιδάκια να λένε τα Κάλαντα στα μαγαζιά, κόσμος να απολαμβάνει το καφεδάκι του στις καφετέριες και ένας ήλιος να μας κάνει να ξεχνάμε ότι είναι Δεκέμβριος….
-  http://www.kefaloniatoday.com/epikerotita/argostoli-volta-mia-iliolousti-paramoni-christougennon-102336.html#sthash.p0w9UjJI.dpuf   http://www.sppantelios.blogspot.gr/

Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2014

Τα έθιμα της δεύτερης ημέρας των Χριστουγέννων στην προσεισμική Κεφαλονιά




Τα έθιμα της δεύτερης ημέρας των Χριστουγέννων στην προσεισμική Κεφαλονιά






 
 http://www.plimari.com/wp-content/uploads/2014/07/17-plimari.com-tavern-pelio-fr%C3%A9d%C3%A9ric-boissonnas-zemeno-korinth-1280p.jpg
 

 Η  ημέρα των Χριστουγέννων για την προσεισμική Κεφαλονιά ήταν ημέρα της οικογένειας, ημέρα που δεν έφευγαν από το σπίτι, αντίθετα η επόμενη  ήταν ημέρα αφιερωμένη στους συγγενείς.
https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhM3bsznTf8rtw1OfFiiLyCGZFTFv9QkiWT43wajiUsRmP4pXUoWY3Z6O2ubLpwXpLWgTLmKsln6qoNEPamq7Ov3LMg6voe2lZo1FsRqkqkko_QRmB-kjrCLpBrrS84ow4aNsTGdL0BBu8/s1600/ve-GR-BOISSONAS-32-Greece+from+1903-1930.jpg

 Κομβόι ολόκληρα με γαϊδουράκια και άλογα ξεκίναγαν χαράματα μέσα στον χιονιά και το τσουχτερό κρύο για να επισκεφτούν τους συγγενείς σε άλλα χωριά.


 Όπως μου διηγείται η μάνα μου Αθηνά Χιόνη, θυγατέρα του + παπα-Βαγγέλη Χιόνη, η οικογένειά της στον Κατελειό δεχόταν συγγενείς ακόμα και από τη Λειβαθώ!  Για τις μετακινήσεις αυτές υπήρχε κώδικας.  Οι οικογένειες λόγου χάρη με νεογέννητα δεν μετακινιούνταν αλλά δέχονταν τους συγγενείς.
 Ηταν ευκαιρία για να γνωρίζονται και τα εξαδέλφια μεταξύ τους, καθώς οι επισκέψεις δεν ήταν ευκολο πράγμα.
 Ηταν μια μέρα που όλοι περίμεναν με μεγάλη ανυπομονησία. Για τις νοικοκυρές όμως ήταν μέρες μαρτυρίου καθώς θα έπρεπε να ετοιμάσουν το γεύμα με τους μουσαφίριδες μέσα στις μικρές άβολες κουζίνες, να βάλουν φωτιά έξω από το σπίτι, να στρώσουν με τα καλά σκεπάσματα..  Οσο χαρά και να υπήρχε που θα έβλεπαν τους δικούς τους, η κούραση τις λύγιζε.

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh_DOrcN0QzkDkIzmcpRqkxneCG2rZxuvRFabbDkzzhEHH4qLyZkUzwsNBJrCTXK_noo5cDbcJYRQchxrSXOWEDJJHdUoulf4pf819tCcTu6_77pE3y3mSyDf80twknnXdrKmXjHHUs5DLe/s640/%25CE%259C%25CE%25AD%25CF%2584%25CF%2583%25CE%25BF%25CE%25B2%25CE%25BF%252C+%25CF%2583%25CF%2584%25CE%25B7+%25CE%25B2%25CF%2581%25CF%258D%25CF%2583%25CE%25B7.jpg
 Για τα παιδιά (τα αγόρια) ήταν μεγάλο πανηγύρι. Με το που φθάνανε τα ξαδέλφια
τους έτρεχαν στα χωράφια με τις λαστικέρες να παραβγουν στο σημάδι.Τα κορίτσια σκλάβες στο σπίτι να βοηθάνε τη μάνα στα τραταρίσματα και στην περιποίηση των ξένων. 

 Οι καλεσμένοι φέρνανε μαζί τους πολλά φιλέματα. Απαραίτητο το Χριστόψωμο. Η μάνα μου θυμάται κάτι τεράστια Χριστόψωμα «σαν αλώνι» (ετσι φάνταζαν στο παιδικό μυαλό της, ) , με αλεύρι σπιτικό , τριμμένο στο νερόμυλο.  Η μυρωδιά τους σε μεθούσε (και η πείνα τους επίσης)..  Οι οικοδεσπότες συνηθιζαν αυτή την ημέρα να ανοίγουν το νεό βαρέλι με κρασί και να επιδεικνύουν την τέχνη τους στην οινοποιία. 
 Τις περισσότερες φορές λόγω και της μικρής χειμωνιάτικης ημέρας, οι επισκέπτες διανυχτέρευαν για να σηκωθούν χαράματα για το ταξίδι της επιστροφής.
Εστρωναν ότι είχαν σε σκεπάσματα δίπλα στη γωνιά, ξάπλωναν και όλη νύχτα οι μεγάλοι κουβέντιαζαν για τις οικογενειακές υποθέσεις και διευθετήσεις. Όχι σπάνια αυτές οι κουβέντες κατέληγαν σε άγριους καυγάδες για τα λεγόμενα «περιουσιακά», αλλά η ιερότητα της ημέρας τους συνέφερνε.
Πριν σελώσουν τα γαϊδούρια έπιναν ζεστό κρασί στο οποίο βουτούσαν μαύρο ψωμί και νοστίμευσαν με ελιές. Οσοι είχαν πρόβατα είχαν και την πολυτέλεια της φέτας. Για τα παιδιά είχαν γάλα , αν δεν υπήρχαν πρόβατα, ένα κομμάτι μαύρο ψωμάκι με ελίτσες ήταν αρκετά και για τα παιδιά.

Αυτά τα έθιμα κράτησαν –τουλάχιστον στο σπίτι της μητέρας μου- έως τους σεισμούς του 1953. Δυσκόλεψαν είναι αλήθεια στα χρόνια της κατοχής, και χάθηκαν στην δεκαετία του ’60 καθώς οι προηγούμενες εστίες είχαν καταστραφεί από τους σεισμούς, τα σπίτια είχαν μετακινηθεί σε άλλα χωριά , αλλά κυρίως γιατί η μετανάστευση άρπαξε τους άνδρες και οι γυναίκες μόνες με τα παιδιά δεν «επιτρεπόταν» να μετακινούνται και να  διανυχτερεύουν σε άλλα σπίτια..
Από το τέλος της δεκαετίας του ’70 που οι Κεφαλονίτισσες άρχισαν να μπαίνουν στην παραγωγή (δημόσιοι υπάλλληλοι, δασκάλες κλπ)  και απέκτησαν οικονομική ανεξαρτησία   όλα άλλαξαν στην οικογενειακή εστία  στα ήθη και στα έθιμα..


 

Οι παλιές φωτογραφίες του κειμένου ειναι του Ελβετού φωτογράφου Fred Boissonnas που έχει φωτογραφήσει ανθρώπους της Ελλάδας στα δύσκολα χρόνια της δεκαετίας 1930- 1940.


Αναδημοσιευση απο : http://kefaloniapress.gr/


Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014

Τι τρώγαμε στις Γιορτές των Χριστουγεννων στην μετασεισμική Κεφαλονιά?


 
   Η γαλοπούλα δεν είναι ελληνικό έθιμο. Και βεβαίως δεν είναι παραοσιακό Κεφαλονίτικο Χριστουγεννιάτικο έδεσμα. Η γαλοπούλα ήθρε στην Κεφαλονιά στα τέλη του 1970 και έγινε μόδα.
 Τι κρέατα έτρωγαν οι Κεφαλονίτες τα Χριστούγεννα και τη Πρωτοχρονιά στις προ γαλοπούλα εποχές?
 Μα ότι έκτρεφαν στο κτήμα τους οι ίδιοι ή ο γείτονας. Διότι εκείνες τις εποχές που δεν υπήρχαν τα ψυγεία έπρεπε να καταναλώσεις αμέσως το κρέας ή να το κάνεις παστό. Στην Κεφαλονιά για κάποιους λόγους δεν αναπτύχθηκε η τέχνη του παστού ή καπνιστού κρέατος σε σχέση με τα άλλα Ιόνια νησιά και κυρίως την Λευκάδα.
 Ετσι η οικογένεια που έσφαζε κράταγε για τις ανάγκες της και το υπόλοιπο το μοίραζε στο χωριό. Το ίδιο έκανε ο καθένας που έσφαζε. Ετσι όλοι είχαν φρέσκο κρέας για το γιορτινό τους τραπέζι.
 Τα Χριστούγεννα έφθαναν μετά από μια μεγάλη νηστεία 40 ημερών . Το Χριστουγεννιάτικο γεύμα πολλές φορές κατέληγε με σοβαρά προβλήματα υγείας καθώς δεν υπήρχε ενδιάμεσο στάδιο από τη νηστεία στην κρεατοφαγία επειδή τα κρέατα έπρεπε να καταναλωθούν αμέσως.
 Πως ήταν όμως το γιορτινό τραπέζι στην προσεισμική (1953) Κεφαλονιά? Θα σας το περιγράψω έτσι όπως το ζήσαμε στην οικογένειά μας, στο χωριό μας, τις Ατσουπάδες.
  Η παραμονή των Χριστουγέννων
 Στο σπίτι  γινόταν ανάστα ο Κύριος καθώς από νωρίς η μάνα ετοιμαζε τηγανίτες για να φιλέψει τους χωριανούς που θα μας έλεγαν τα κάλαντα.  Τότε τα κάλαντα της παραμονής τα έλεγαν μεγάλοι άνθρωποι κυρίως. Πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι με καλαθούρια στο χέρι και έβαζαν εκεί τα φιλεψήμια.
 Που να δικιμάζεμε εμείς τα παιδιά τηγανίτα!! Αν περίσσευε . Πρώτα έπρεπε να καλύψουμε τις υποχρεώσεις μας στους «ξένους ανθρώπους» και μετά εμείς. Πόσο μισούσαμε τη παραμονή των Χριστουγέννων! Εξαντλημένα και εμείς από την υποχρεωτική νηστεία ημερών, περιμέναμε πως και πώς να γλυκαθούμε από μια τηγανίτα .  Αργότερα περάσαμε από τη τηγανίτα στα .. φυλλάκια. Τις Κεφαλονίτικες δίπλες σε σχήμα «παπιγιόν» που τουλάχιστον εμείς στο σπίτι μας ακόμα τις λέμε «φυλλάκια».  Τσίκνιζε όλο το σπίτι από το τηγανητό λάδι, ώρες ολόκληρες τηγάνιζε όρθια η μάνα στη μαγερειό για να καλύψει τις ανάγκες σε  δώρα στα σπίτια των συγγενών και των άλλων υποχρεώσεων.
 Και εμείς να κοιτάμε.. και να περιμένουμε.  Τότε η οικογένειες ήταν πολύ σκληρες με τα παιδιά. Πάνω από όλα οι υποχρεώσεις στους άλλους και μετά τα παιδιά.
  Ξενηστικωμένα , ταλαιπωρημένα  και νηστικά γιατί τη νύχτα θα κοινωνούσαμε, πέφταμε στο κρεβάτι αγανακτισμένα για τις γιορτές , μισώντας τους συγγενείς που μας έπαιρναν τα γλυκά για τις «υποχρεώσεις».
 Και δεν μας έφθανε η πείνα και η στέρησή μας για τις «υποχρεώσεις» είχαμε και τα .. παγανά! Τρομοκρατία! Κάτι ιστορίες να σου σηκώνεται η τρίχα! Τα παγανά τη νύχτα θα έρχονταν και αλλοίμονο μας αν μας πετυχαίνανε πουθενά.. Ρε να πάρει! Τι Χριστούγεννα μαρτυρίου ήταν αυτά!! 
 Το Χριστουγεννιάτικο μαρτυριό μας δεν είχε τέλος αφού στις 2 τα χαράματα μέσα σε εκείνη την υγρασία και το κρύο να περονιάζει τα κοκκαλάκια μας, επρεπε να ξυπνήσουμε για να πάμε στην Εκκλησία. Και να φορέσουμε και τα (όποια) καλά μας ρούχα. Τα οποία συνήθως ήταν εντελώς ακατάλληλα για την περίσταση. Σταλμένα από τους θείους της Αμερικης η οργάντζα πήγαινε σύννεφο! Αντε να πηγαίνεις στην εκκλησία με μια πλεκτή ζακέτα και φουστάνι από οργάντζα!! Έτρεμες σαν το φύλλο. Βάλσαμο στο μικρός ου κορμάκι η ζεστασιά μέσα στην Εκκλησία από τα κεριά και τις ανάσες των ανθρώπων.
 Μετά την εκκλησία, επιστροφή στο σπίτι για το.. ρεβεγιόν!
 Το τραπέζι είχε ετοιμαστεί αποβραδίς με όλα τα καλά που είχε το κάθε σπίτι. Ανάλογα τη φτώχεια του καθενός και το τραπέζι.
 Το ρεβεγιόν όμως είχε απαραίτητα σκωταριά τηγανητή, σβημένη με κρασί!
 Σκεφτείτε μετά από 40 ημέρες νηστεία να έτρωγες χαράματα αυτό τον δυναμίτη.
 Να σας πω όμως τη συνταγή
 Μια σκωταριά αρνίσια κομμένη μπουκιές . Γλυκάδια και αμελέτητα.
Λάδι στο τηγάνι. Μια φούχτα σκόρδα μέσα , τσιγάρισμα και έριχναν το κρέας. Ανακάτεμα, σβήσιμο με κρασί , αλάτι και όσοι  είχανε αρωματίζανε με ριγανη.
 Το κρασί έφτανε στο τραπέζι ζεσταμένο από τη  χόβολη. Μέχρι να έρθει η σκωταριά βουτάγανε στο ζεστό κρασί , ψωμί φρυγμένο  . Ηταν το ορεκτικό ένα πράμα.
 Που να φάμε εμείς τα παιδιά αυτά τα πράγματα! Αντίθετα τρώγαμε καμιά παπαλιά για τη γκρίνια μας. Βουτάγαμε καμιά μπουκούλα ψωμάκι στο τηγανόλαδο και διασκεδάζαμε τη πείνα μας καθώς το κεφάλι βάραινε από την αυπνία και μας έπαιρνε ο ύπνος έτσι όπως τρώγαμε πάνω στο τραπέζι.
 Μετά τη ρεβεγιον άρχιζαν οι ετοιμασίες για το γεύμα της γιορτής.  Η μάνα συνέχεια στο πόδι μέρα νυχτα για τα κουλιαντρίσει όλα.. Και τα νεύρα της.. σχοινιά!  Αποφεύγαμε σα το διάολο το λιβάνι να βρεθούμε μπροστά της εκείνες τσι μέρες..
  Το Χριστουγεννιάτικο γεύμα είχε αρνί ή κατσίκι και συγκεκριμένα το «χεράκι» του.
Η μάνα το έβαζε στο φούρνο με λίγο ντομάτα κουσέρβα, μπόλικα σκόρδα και το άφηνε να βράσει καλά μέσα στον ξυλόφουρνο.  Κοντά να γίνει έριχνε μέσα άφθονο ρύζι (ενας τύπος υπήρχε τότε ο ..λαπάς) για να φθάσει να χορτάσουμε όλοι.
Όσο μαγειρευόταν το κρέας το σπίτι ευόδιαζε από την μυρωδιά του σκόρδου και της τομάτας. Μας έσπαε τη μύτη.. Αλαφιαζόμαστε μέσα στον υπνο μας, αλλά τι να κάναμε? Θα τρώγαμε στην ώρα μας.
 Ξυπνάγαμε το πρωί των Χριστουγέννων ενώ στο σπίτι επικρατούσε πανικός για τις ετοιμασίες, κάποιος μπορεί αν θυμόταν να μας δώσει εκείνο το μισητό γάλα με μια φέτα ψωμί, αν το θυμόταν κανείς  μέσα στη κουρλαμάδα τους.
 Μαζευόμασταν στο τραπέζι , με τα απολύτως απαραίτητα που φάνταζαν όμως τότε σαν λουκούλλειο γεύμα.  Kατσίκι στο φούρνο με ρύζι, τυρί φέτα ανταλλαγή με συγγενή, ψωμί ζυμωτό και για τσου μεγάλους ζεστό κρασί.  Αργότερα που εμφανίστηκαν τα μακαρόνια, κάποιες οικογένειες αντικατέστησαν το ρύζι με μακαρόνια.
 Εκείνο το κρέας μας άρεσε. Ήταν πεντανόστιμο όπως και το ρυζάκι που είχε πάρει όλα τα ζουμιά και είχε φουσκώσει.και μας χόρταινε.
 Μετά το γεύμα ερχόνταν επιτέλους στο τραπέζι οι λουκουμάδες και τα «φυλλάκια» που μπορούσαμε να φάμε και εμείς..
 Τρώγαμε με δέκα μασέλες. Μέχρι σκασμού. Το αποτέλεσμα? Κοιλόπονοι, ανακατωσούρες, εμετοί.
 Αυτά είναι τα απομυθοποιημένα Χριστούγεννα της μετασεισμικής ορεινής Κεφαλονιάς. Δεν ξέρω τι τρώγανε στη Χώρα (Αργοστόλι). Ξέρω μόνο ότι δεν μας έμενε τίποτε σπίτι εξ αιτίας των υποχρεώσεων στη Χώρα. Ποτέ δεν είδα στο τραπέζι κάτι από τη Χώρα για τις υποχρεώσεις που είχε σε εμάς.  Πάντα χρωστάει ο αγρότης, πάντα οφειλέτης είναι ο χωριάτης..
 Όταν ο πατέρας μου –χρόνια μετά -  άκουγε να λένε «α, τι ωραία Χριστούγεννα τότε» πεταγότανε τ’ αψήλου. «Πότε μωρέ? Τότε που μετράγαμε τις μπουκιές και δεν δίναμε στα παιδιά? Τότε που δεν είχαμε ούτε ρεύμα?  ».. Φαίνεται ότι και για τους μεγάλους η ζωή ήταν δύσκολη ακόμα και στις γιορτές..
 Με τούτα και με τα άλλα ερχότανε και η Πρωτοχρονιά. Και που ερχότανε και που εν ‘ερχότανε το ίδιο μας έκανε αφού δώρα  δεν είχαμε. Ο παπούς ο Τζαρλής μας φίλευε κάτι δραχμούλες , θησαυρός για την εποχή. Σπάνια και πολύ αργότερα να είχαμε κανένα δώρο και αυτό θα ήταν πρακτικό καμιά μπλούζα, κανένα πουκάμισο.
 Το καλό με την Πρωτοχρονιά ήταν ότι το στομάχι μας πια είχε συνέλθει, τρώγαμε ενδιάμεσα των ημερών και έτσι τη Πρωτοχρονιά απολαμβάναμε το φαγητό μας.
 Στο σπίτι μας και γενικά στο χωριό μας δεν γιορτάζαμε την παραμονή. Τη πίτα την κόβαμε την ημέρα της Πρωτοχρονιάς. Να σας πω την αλήθεια δεν θυμάμαι πότε καθιερώσαμε στο σπίτι την βασιλόπιτα.. Το δείπνο της παραμονής της πρωτοχρονιάς είχε χοιρινό στο τηγάνι. Διάφορα κομματάκια κρέας του χοιρινού τηγανισμένα και σβησμένα με κρασί.  Ζεστό κρασί στο τραπέζι και ψωμί ζυμωτό. Τυρί φέτα όποιος είχε συγγενή που τυροκομούσε.
 Καθόμασταν στη γωνιά μετά το δείπνο περιμένοντας να έρθουν από τα δίπλα χωριά να μας πουν τα κάλαντα και να χαζέψουμε με τους κανταδόρους.  Έρχονταν μεγάλες παρέες, πεζοπορία από χωριό σε χωριό.. Πιο ευδιάθετος ο κόσμος στις Πρωτοχρονιές ίσως γιατί άφηναν πίσω τους τις δυσκολίες της προηγούμενης χρονιάς, ίσως γιατί ήλπιζαν.. Πάντως η παραμονή της Πρωτοχρονιάς είχε περισσότερη χαρά.
 Το τραπέζι λοιπόν της Πρωτοχρονιάς είχε χοιρινό σφακτάρι.  Δεν θυμάμαι πότε άρχισαν να μπαίνουν στο ταψί πατάτες. Θυμάμαι το κρέας σκέτο, με σκόρδο και ρίγανη.  Δεν με ενθουσίαζε ιδιαίτερα, αλλά εμείς στο δικό μας σπίτι δεν είχαμε συγγενείς με χοιρινά και καταλήγαμε και τη Πρωτοχρονιά με αρνί ή κατσίκι.





Αναδημοσιευση απο : http://kefaloniapress.gr/



Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

Η Δημοκρατία καίγεται κι ο δημοκράτης λούζεται



Δεν σάς ξεπλένει ούτε το «Παρών», ούτε το «Απών», ούτε τίποτε. Όσο σκατό κουβαλάνε στο κεφάλι τους οι ψηφίσαντες «Σταύρο Δήμα» άλλο τόσο σκατό κουβαλάνε και όλοι οι υπόλοιποι.

Πώς είναι δυνατόν να είσαι με τον λαό όταν την ημέρα της ψηφοφορίας για τον «ιερό θεσμό», η Κομισιόν απειλεί τον ίδιο λαό για το 2015 με νέα μέτρα; Αυτόν τον ίδιο λαό που δήθεν εσύ, βουλευτάκο «αντιστασιακέ» τον εκπροσωπείς.

Πώς είναι δυνατόν να ψωνίζεις «δημοκρατία» στο υποκατάστημα της Ε.Ε που έχει το όνομα «Βουλή των Ελλήνων» μόνο και μόνο για να υπηρετήσεις συμφέροντα Τραπεζών;

Πώς είναι δυνατόν να αποδέχεσαι ότι εν μέσω των καλλιστείων για τον καλύτερο Πρόεδρο Δημοκρατίας τα υπόλοιπα κράτη-μέλη ψηφίζουν για το αν θα παραμείνεις για τουλάχιστον δύο μήνες...

σε παράταση προγράμματος της Τρόικα;

Ποιον δουλεύετε, ωρέ; Τι «Παρών» και κουραφέξαλα από την στιγμή που η Κομισιόν σε μπουκώνει με μέτρα, με δηλώσεις των επιτρόπων της και με ένα Βερολίνο που αν δεν σκύψει κι άλλο ο ελληνικός λαός θα τον στήσει στον τοίχο; Στην Ελλάδα ψήφιζαν για «Σταύρο Δήμα» και στο Βερολίνο η εκεί Βουλή αποφάσιζε για το αν θα τραβήξει το μαρτύριο των Ελλήνων κι άλλο.

Πόση αντοχή έχει το «Παρών» και το «Απών» απέναντι στα στοιχεία ότι το 40% των παιδιών στην Ελλάδα βρίσκονται ένα βήμα πριν την πείνα; Δώστε ένα κομμάτι ευρωπαϊκή δημοκρατία «Παρόντες» και «Απόντες» να μην αναγκαστούν οικογένειες να αφήσουν τα παιδιά τους σε ιδρύματα για ένα αξιοπρεπές χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Στολίστε το δέντρο της Δημοκρατίας φέτος με «Παρών», «Απών» και «Σταύρο Δήμα» να φωτιστούν τα ελληνικά νοικοκυριά, να μπει στις καρδιές των Ελλήνων το Ευρωπαϊκό Νοικοκυραίικο Πνεύμα και ας μην έχουν ρεύμα για τα λαμπάκια της made in China δημοκρατίας που τους φορέσατε.

Η Ελληνική Βουλή μέχρι τις 27 Δεκεμβρίου δεν είναι τίποτε λιγότερο από ένα πολυκατάστημα Jumbo. Θα βρείτε ψήφους με 1 ευρώ. Κουκουεδάκια να κρατάνε μουτράκια, Δημαράκια να τρίβουν τα χεράκια, Χρυσαυγιτάκια με κλαμένα τα ματάκια, Πασοκάκια με χρυσά κουταλάκια, Συριζάκια με ευρωπαϊκά κονδυλιάκια και Νδκρατάκια να βαράνε παλαμάκια. Κουκλάκια με μπαταρίες βισματωμένες από την Ε.Ε στην βιτρίνα της Jumbo Δημοκρατίας σας και απέξω το χάος. Στοιβαγμένος λαός να προλάβει την 31η Δεκεμβρίου να κλείσει δόσεις χαρατσιών, να παραδώσει πινακίδες αυτοκινήτων, να βάλει την ζωή του ενέχυρο για να αντέξει να δει την 1η Ιανουαρίου ελπίζοντας ότι κάθε θα αλλάξει. Οι «Παρόντες» και οι «Απόντες» έχετε από την 17η Δεκεμβρίου την ευθύνη για το σκοινί που θα σφίξει ακόμη πιο πολύ γύρω από τον λαιμό των Ελλήνων.

Πανηγυράκι στήνετε για εθνικές εκλογές και τίποτε παραπάνω. Για το ποιος θα υπογράφει δάνεια ενδιαφέρεστε και όχι αν τα δάνεια θα τα πληρώσουν οι έχοντες την θηλιά στο λαιμό. Δεν μίλησε κανείς για κανένα πρόγραμμα εκτός Ε.Ε. Μην πάθει τίποτε η Ε.Ε σας.

Έχετε χ€στεί όλοι σας τι βλέπουν τα μάτια των παιδιών επί καθημερινής βάσεως. Αυτά τα παιδιά που δεν ξέρουν από φόρους και μέτρα είναι οι πραγματικοί και ανόθευτοι ρεπόρτερς που λένε την αλήθεια. Σαν τα παιδιά του Δενδροπόταμου Θεσσαλονίκης που πριν κλείσουν τα 12 τους χρόνια στις εκθέσεις δεν γράφουν «Ω, πόσο αγαπώ την Πατρίδα μου» αλλά περιγράφουν πώς υπάλληλοι της ΔΕΗ με συνοδεία ΜΑΤ έκοβαν το ρεύμα από τα σπίτια τους.

Ολόκληρα τετράγωνα οικισμού χωρίς ρεύμα με διαταγές της Ε.Ε. Όχι, λατρεμένοι «Παρόντες», «Απόντες» και «Σταύρος Δήμας», δεν είναι η ανάγκη της χώρας που κάνει τα παιδιά μάρτυρες εγκλημάτων, είναι το δικό σας «Παρών», «Απών» και «Σταύρος Δήμας» που αναγκάζει παιδιά να γίνονται μάρτυρες της εκτέλεσης της αξιοπρέπειας των γονέων τους.

Από την στιγμή που δώσατε το δικαίωμα να χαρακτηρίζεται η Δημοκρατία με ονοματεπώνυμο «Σταύρος Δήμας» και να μην υπάρχει το δικαίωμα του ΟΧΙ για να μην χαρακτηριστείτε φασίστες αν δεν αποδέχεστε το «Σταύρος Δήμας - Δημοκρατία», δεν τρομοκρατήσατε την Δημοκρατία αλλά την σκοτώσατε.  Από την στιγμή που συμμετέχετε σε αυτή την φασιστική διαδικασία έχετε όλοι μερίδιο ευθύνης. Με ματωμένα λεφτά πληρώνεστε, με καθίκια δοσίλογους συναγελάζεστε, τον ίδιο βρωμοαέρα αναπνέετε κατά την διάρκεια της ψηφοφορίας και γυρνάτε στα ζεστά σπίτια σας να αγκαλιάσετε τα παιδιά σας και τα εγγόνια σας που γίνονται μάρτυρες της δικής σας π⓪υστιάς.-

Του Γιάννη Λαζάρου

http://www.sppantelios.blogspot.gr/   Αναδημοσιευση απο : Το Γρεκι

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014

Ρόκκος Χοϊδάς: Ο Κεφαλλονίτης κοινωνιστής βουλευτής

Ο Ρόκκος Χοϊδάς
Ο Ρόκκος Χοϊδάς
Ο Ρόκκος Χοϊδάς γεννήθηκε το 1830. Ήταν γόνος μιας επιφανούς κεφαλλονίτικης οικογένειας, η οποία από το 1593 είχε γραφεί στο Libro d’ oro. Σπούδασε νομικά στην Ιταλία και ακολούθησε το δικαστικό κλάδο φτάνοντας ως το βαθμό του αντιεισαγγελέα εφετών. Από τα νεανικά του χρόνια έδειξε το φιλελεύθερο πνεύμα που τον διέκρινε και την αγωνιστικότητά του για την υλοποίηση των κοινωνικών και πολιτικών ιδεών του. Πρωτοστάτησε στην εξέγερση κατά του Όθωνα (το 1862) και συμμετείχε στις λαϊκές κινητοποιήσεις ενάντια στα ανάκτορα και στην καμαρίλα τους.
Το 1875 σε μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας του λαού στην πλατεία Συντάγματος για τις αυθαιρεσίες της κυβέρνησης του Δ. Βούλγαρη, ο Μεσολογγίτης βουλευτής Στάικος εξύβρισε σκαιότατα το συγκεντρωμένο πλήθος. Ο Ρόκκος Χοϊδάς αντιτάχτηκε στο βουλευτή. Τελικά η φιλονικία των δύο ανδρών κατέληξε σε μονομαχία, κατά την οποία ο Στάικος τον πυροβόλησε στον πνεύμονα. Ο Χοϊδάς επί ένα μήνα χαροπάλευε, ενώ πλήθος κόσμου ήταν συγκεντρωμένο καθημερινά έξω από το σπίτι του. Η βασιλική Αυλή, για να προλάβει αναταραχές, του πρότεινε να σταλεί η κόρη του Πηνελόπη, με υποτροφία από το παλάτι, για ανώτερες σπουδές στην Ελβετία και στη συνέχεια να διοριστεί «κυρία επί των τιμών» της βασίλισσας Όλγας. Ο Χοϊδάς όμως αρνήθηκε την πρόταση αυτή, γεγονός που τον ανύψωσε στην κοινή γνώμη.
Λίγους μήνες μετά, λόγω της λαϊκής αντίδρασης για την πολιτική του Δ. Βούλγαρη, προκηρύχτηκαν εκλογές για τη 18η Ιουλίου 1875. Ο Ρ. Χοϊδάς έβαλε υποψηφιότητα στην εκλογική περιφέρεια της Κραναίας Κεφαλονιάς. Αν και ο κρατικός μηχανισμός και οι τοπικοί κομματάρχες (δήμαρχοι και κοινοτάρχες) άσκησαν τρομοκρατία σε βάρος των οπαδών του, υπερψηφίστηκε στο νησί – κάστρο του παλιού επτανησιώτικου ριζοσπαστισμού. Σημαντικό ρόλο στην εκλογή του έπαιξε η εφημερίδα «Εργάτης» που εξέδιδε(από την 5η Ιουλίου 1875) στην Κεφαλονιά ο ουτοπικός σοσιαλιστής Παναγιώτης Πανάς. Παράλληλα η υποψηφιότητά του είχε υποστηριχτεί και από δημοκρατικούς κύκλους της Αθήνας. Ο «Ασμοδαίος», έντυπο που εκδιδόταν από τον Θέμο Άννινο και τον Εμμανουήλ Ροΐδη, είχε ταχθεί ανεπιφύλακτα υπέρ του Χοϊδά.
Ο λαός της Κεφαλονιάς πίστευε ότι ο αιρετός του εκπρόσωπος θα συνέβαλε με τους αγώνες του στη διεύρυνση της εθνικής ανεξαρτησίας και στην εδραίωση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Η δημοκρατική νεολαία του Αργοστολίου, έγραφε ο «Εργάτης», παρέθεσε δείπνο προς τιμή του δημοκράτη βουλευτή. Ανάμεσα στις προπόσεις απαγγέλθηκε και ένα ποίημα, το οποίο είχε γράψει ο νεαρός τότε Μπάμπης Άννινος, αδερφός του εκδότη του «Ασμοδαίου». Από το πολύστιχο ποίημα παραθέτω τρεις στροφές:
Το μεγαλόψυχο νησί σηκώνει το κεφάλι
και μέσα από τα σπλάχνα του ένα παιδί διαλέει,
ένα φοινίκι σύμβολο του δίνει και του λέει:
«Σύρε, τα φίδια που μας τρων να διώξης, να σκοτώσης,
στην άτυχη πατρίδα μας παρηγοριά να δώσης.
———-
Σύρε και πες τι θέλουνε στον κόρφο μας οι ξένοι;
Τι θέλουν τα κοπέλια τους, γιατί, γιατί να μένη
στον τόπο μας η προδοσιά, γιατί δεν μας αφήνουν;
———-
Όχι, σε σας δεν σκύφτουμε σα δούλοι το κεφάλι!
Θέλουμε την Ελλάδα μας ελεύθερη, μεγάλη.
Σύρε και πες γυρεύουμε τη δόξα μας την πρώτη.
Ελευθεριά γυρεύουμε, ισότη κι αδελφότη».
Το πολιτικό κατεστημένο της τότε εποχής, θορυβημένο από την εκλογική επιτυχία του πρώτου κοινωνιστή (= σοσιαλιστή) βουλευτή, αντέδρασε. Λίγο μετά την εκλογή του επιχείρησε να τον δολοφονήσει το 1875, αλλά απέτυχε. Το 1883 ο Χοϊδάς εξελέγη βουλευτής Αττικής, αλλά δυο χρόνια αργότερα παραιτήθηκε από το βουλευτικό αξίωμα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη δολοφονική απόπειρα που έγινε εναντίον του στις σκάλες της Βουλής με κύριο οργανωτή τον αστυνόμο Κοκκινόπουλο.
Έκτοτε ανέπτυξε κοινωνική δράση αρθρογραφώντας κυρίως από τις στήλες του «Ραμπαγά», ενός πολιτικοσατιρικού περιοδικού που εξέδιδε ο φίλος του Κλεάνθης Τριανταφύλλου, το οποίο άρχισε να εκδίδεται το 1878 και χτυπούσε αλύπητα την πατριδοκαπηλία και τη φαυλοκρατία πολιτικών και κομμάτων. Την 4η Σεπτεμβρίου 1888 δημοσίευσε δύο άρθρα του στο προαναφερθέν περιοδικό, τα οποία θεωρήθηκαν υβριστικά για το βασιλιά Γεώργιο Α΄ και τον διάδοχο Κωνσταντίνο, και παραπέμφθηκε σε δίκη στο κακουργιοδικείο της Άμφισσας το Μάιο του 1889. Παρά τη ρητορική του δεινότητα (απολογήθηκε μιλώντας συνεχώς για είκοσι τέσσερις ώρες), καταδικάστηκε σε τριετή φυλάκιση και κλείστηκε στις «μεσαιωνικές» φυλακές της Χαλκίδας (εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, φύλλο της 2ας Δεκεμβρίου 1972). Εκεί πέθανε τον επόμενο χρόνο στις 3 Μαΐου 1890 (εφημερίδα ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, φύλλο της 20ης Νοεμβρίου 1977).
Το έργο του Ρόκκου Χοϊδά βρήκε συνεχιστές. Στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ουαιώνα συγκροτήθηκε από μερικούς διανοούμενους η «Κοινωνιολογική Εταιρεία». Τα στελέχη της διεκδικούσαν ισότητα ευκαιριών για όλα τα μέλη της κοινωνίας, κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, διανομή του κοινωνικού πλούτου ανάλογα με τις ανάγκες καθενός και κατοχύρωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Στα μέσα του 1910 οι «Κοινωνιολόγοι» ίδρυσαν το Λαϊκό κόμμα με αρχηγό τον Αλ. Παπαναστασίου. (Δεν είχε καμιά σχέση με το μετέπειτα Λαϊκό κόμμα του Π. Τσαλδάρη). Στις εκλογές της 28ης Νοεμβρίου 1910 επτά υποψήφιοι του Λαϊκού κόμματος εξελέγησαν βουλευτές και με τις παρεμβάσεις τους στη Β΄ αναθεωρητική Βουλή προώθησαν μεταρρυθμίσεις υπέρ των λαϊκών τάξεων (π.χ. αναγνώριση των εργατικών συνδικάτων, καθιέρωση της Κυριακής ως υποχρεωτικής αργίας, ασφάλιση των εργαζομένων κ. ά). Οκτώ χρόνια αργότερα (το 1918) ιδρύθηκε και τοΣοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας, γεγονός που συνέτεινε στη διάδοση της σοσιαλιστικής ιδεολογίας.
Πηγή άρθρου: chronontoulapo.wordpress.com

Αναδημοσιευση απο : KefaloniaToday.com
- See more at: http://www.kefaloniatoday.com/kefalonitika/afieromata/rokkos-choidas-o-kefallonitis-kinonistis-vouleftis-102088.html#sthash.4hfF6vkO.dpuf              http://www.sppantelios.blogspot.gr/

Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

ΤΕΣΣΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ «ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ» ΓΙΑ ΤΟ… ΤΙΠΟΤΑ


Η μεγαλύτερη τραγωδία σε ένα λαό, είναι να αγωνίζεται, να θυσιάζεται, να στερείται τα πάντα και στο τέλος να καταστρέφεται για ένα τίποτα, για ένα προδοτικό κατεστημένο που έχει ξεπουλήσει την χώρα, έχει παραδώσει την εθνική κυριαρχία και κάθε φορά διαλαλεί με θριαμβευτικό τόνο πως μας έχει.. σώσει. Επί τέσσερα ολόκληρα χρόνια λέξεις και φράσεις όπως, ανάπτυξη, «φως στο τούνελ», πρόγραμμα διάσωσης και άλλα τινά που είναι άχρηστο να τα επαναλαμβάνει κανείς, μας έφεραν πάλι στην αρχή, πάλι στο τίποτα, πάλι στο επικίνδυνο κενό που απειλεί πλέον να μας απορροφήσει όλους και να μετατρέψει την χώρα σε ένα απέραντο νεκροταφείο. Όσοι ακόμα δεν το έχουν συνειδητοποιήσει, ή εξακολουθούν να ονειρεύονται λαγούς με πετραχήλια, ή είναι εγκληματικά αναίσθητοι, ή συνειδητά μειοδότες αυτής της χώρας.
Αυτοί που μας «έσωσαν» είχαν από την αρχή σχέδιο να μας εξοντώσουν. Όλα όσα έκαναν είχαν αυτόν τον σκοπό. Αυτό όμως δεν θα το κατάφερναν, αν δεν είχαν στην υπηρεσία τους ένα τσούρμο δοσίλογους πολιτικούς, μια ομάδα δημοσίων απατεώνων και μια σειρά εκκλησιαστικών ποιμένων που ευλόγησαν την προδοσία και την λεηλασία της χώρας. Αυτοί που μας «έσωσαν», ήξεραν από την αρχή ότι θα βασιστούν σε όλο αυτό το συνονθύλευμα που θα στήριζε την καταστροφή της χώρας σαν… ευλογία, που θα εμφανίζει τους ξένους ανθέλληνες τοκογλύφους σαν τους μεγαλύτερους φίλους και συμμάχους μας, τους ταγούς της Νέας Τάξης που δεν αναγνωρίζουν ούτε ιερό ούτε όσιο, σαν τους μεγαλύτερους «εξυπηρετητές» της χρεοκοπημένης χώρας.
Και αλήθεια, γιατί η χώρα χρεοκόπησε ; Αυτό το ξεχάσαμε όλοι. Γιατί απλούστατα, κλέφτες και απατεώνες πολιτικοί λεηλάτησαν τον κρατικό κορβανά. Αντί να υπηρετούν την πατρίδα τους, υπηρετούσαν ξένα συμφέροντα, αντί να αγωνιστούν για τον λαό τους, αγωνίστηκαν για την… τσέπη τους, αντί να υπερασπιστούν τα εθνικά μας συμφέροντα, χαριεντίζονται και εναγκαλίζονται με όλους αυτούς που επιβουλεύονται φανερά την εθνική μας ακεραιότητα.
Σήμερα, είμαστε ξανά στην αρχή σαν να μην πέρασαν τέσσερα οδυνηρά και μαρτυρικά χρόνια. Είμαστε ξανά στην αρχή, σαν να μην καταστράφηκε η κοινωνία μας, σαν να μην έφυγε η αφρόκρεμα της νεολαίας μας στο εξωτερικό, σαν να μην συνέβη τίποτα και το πιο άθλιο, ξαναβγαίνουν οι ίδιοι οι «σωτήρες» μας χαμογελαστοί στις οθόνες για να μας πείσουν πως αυτοί μας «έσωσαν» και τώρα πάλι μόνο αυτοί θα μας σώσουν χωρίς να μας λένε την αλήθεια, ότι οι ξένοι αφέντες τους ετοιμάζονται να μας δώσουν το τελειωτικό χτύπημα. Το θέατρο του παραλόγου δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από το θέατρο της ελληνικής πολιτικής, από την παράκρουση της ευτυχίας μας, από τον τραγέλαφο του διεξόδου στα αδιέξοδα μας. Σήμερα είμαστε ξανά στην άκρη του γκρεμού και όλοι αυτοί ετοιμάζονται να μας ρίξουν στο βάραθρο, γιατί ποτέ δεν είχαν σκοπό να μας σώσουν, ποτέ δεν ήθελαν να μας δουν να ορθοποδήσουμε, ποτέ δεν ήθελαν να μας δουν να αρθρώσουμε λόγο ανεξαρτησίας, λόγο υπεράσπισης της ταυτότητας μας. Όλοι αυτοί οι «σύμμαχοι», οι «φίλοι» και «σωτήρες» μας, ήταν και είναι οι μεγαλύτεροι εγκληματίες της χώρας. Αλλά και όλοι εμείς έχουμε το μερίδιο της ευθύνης. Πιστέψαμε στα ψέματα, βολευτήκαμε στις αυταπάτες μας και σήμερα βλέπουμε πως όχι μόνο δεν σωθήκαμε, αλλά είμαστε σε μια από τα ίδια και αν δεν αλλάξει τίποτα θα συνεχίσουμε έτσι μέχρι τη τελική πτώση, μέχρι που ο τόπος αυτός να θυμίζει έρημο Σαχάρας
Αν δεν αλλάξουμε ρότα, αν δεν αλλάξουμε στρατηγικές επιλογές, αν δεν αλλάξουμε νόμισμα, αν δεν πιστεύσουμε στην γεωστρατηγική και γεωοικονομική μας αξία, αν δεν κοιτάξουμε στα μάτια ποιοι είναι οι πραγματικοί μας φίλοι και σύμμαχοι, ποιοι έχουν κοινά συμφέροντα με εμάς, αν τέλος δεν δικαστούν όλοι αυτοί οι μεγάλοι «εθνοσωτήρες» μας και επέλθει Θεία κάθαρση, τότε η εθνική απώλεια θα είναι το τίμημα της εθνικής μας αναλγησίας.
Αλήθεια μπορεί να γίνουν όλα αυτά και την ύστατη στιγμή να σωθεί ο τόπος αυτός ; Αν το πιστέψουμε μόνο. Έτσι άλλωστε μας διδάσκει το ιστορικό παρελθόν μας.
ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος
Εστάλη στην ΟΔΥΣΣΕΙΑ, 12.12.2014
(αναδημοσιευση απο : http://www.odusseia.gr/)

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

Ψυχή βαθιά – Αληθινοί επαναστάτες στην Κεφαλονιά


Ψυχή βαθιά
Ψυχή βαθιά
Συνήθως η Ιστορία γράφεται από ανθρώπους που δεν γνωρίζουμε την όψη τους και δεν ξέρουμε το όνομά τους. Οι αληθινοί επαναστάτες χαρίζουν τη ζωή τους στον αγώνα υπέρ της ελευθερίας χωρίς να ζητούν αντάλλαγμα. Τους συναντάς μετά από χρόνια στο δρόμο και δεν μπορείς καν να αναλογιστείς τι έχουν ζήσει και τι έχουν προσφέρει, χωρίς να έχουν ζητήσει ποτέ αναγνώριση των θυσιών τους, κρατώντας τις αναμνήσεις βαθιά μέσα τους, διδάσκοντας με τη στάση ζωής τους τι σημαίνει αληθινός αγωνιστής.
Το ελάχιστο- σχεδόν τιποτένιο- που μπορούμε εμείς να κάνουμε, είναι να αφηγηθούμε κομμάτια από τις ζωές αυτών των ανθρώπων, όχι ως φόρο τιμής, αλλά σαν την ύστατη προσπάθεια να μην επαληθεύσουμε τον κανόνα: λαός που ξεχνά την Ιστορία του, είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει.
Ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης γεννήθηκε στα Μαντζαβινάτα Κεφαλληνίας το 1908 και πέθανε στο νησί του το 2002 σε ηλικία 94 χρόνων. Η οικογένειά του ήταν αγροτική, και μαζί με τον πατέρα του δούλευαν και ως μεταφορείς. Με κάρα μετέφεραν πέτρες από το Μασπάλι, βουνό που βρίσκεται κοντά στην παραλία Ξι της Παλικής, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή των σπιτιών. Καθώς όλες οι μεταφορές και οι φορτοεκφορτώσεις από και προς τα πλοία γίνονταν τότε με κάρα, οι καροτσιέρηδες της Παλικής ήταν πολλοί. Χάρη στις ενέργειες του Νεοχωρίτη, δημιουργήθηκε το 1927 το πρώτο σωματείο της Κεφαλονιάς. Το σωματείο, το οποίο ονομαζόταν «Σωματείο των Καραγωγέων», είχε αναπτύξει πολύ πλούσια δράση, συγκρουόμενο τόσο με τους μεγαλέμπορους της σταφίδας όσο και με τη χωροφυλακή.
Το 1941, στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και ενώ το νησί ήταν κατειλημμένο από ιταλικές δυνάμεις, ο Βαγγέλης γίνεται μέλος του Κ.Κ.Ε.. Αγωνίζεται με τις δυνάμεις του Ε.Α.Μ.-ΕΛ.ΑΣ., αντιμαχόμενος τις δυνάμεις κατοχής. Οι ελασίτες της Παλικής είχαν δημιουργήσει τότε κρυψώνες στο νησί, προκειμένου να αποσύρονται και να κρύβονται εκεί, όταν κινδύνευαν να τους συλλάβει ο στρατός κατοχής. Μια από τις γνωστές κρυψώνες της περιοχής βρισκόταν στην Υπαπαντή, όπου οι αντάρτες είχαν σκάψει ολόκληρο τούνελ κάτω από ένα αμπέλι.
Όταν η χώρα απελευθερώνεται από τις δυνάμεις του Άξονα, ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης τοποθετείται υπεύθυνος της λαϊκής πολιτοφυλακής στην Πύλαρο, αλλά συλλαμβάνεται και κρατείται στις φυλακές Αργοστολίου, πριν προλάβει να φύγει στο βουνό. Από το Αργοστόλι μεταφέρεται στην Κέρκυρα και στη συνέχεια στη Ζάκυνθο. Τελικά, τον μεταφέρουν στο Τμήμα Μεταγωγών της Πάτρας το 1947 μαζί με πολλούς άλλους κομμουνιστές, προκειμένου να μεταφερθούν στις φυλακές του Ιτζεντίν στην Κρήτη. Όσο βρισκόταν στην Πάτρα, τον επισκέφθηκε η αδερφή του, η οποία, ντυμένη στα μαύρα και φορώντας μαντίλι στο κεφάλι- καθώς οι Χίτες στο Ληξούρι την είχαν κουρέψει με κλαδευτήρι- τον ενημέρωσε για τον τραγικό θάνατο των δύο αδερφών τους. Τα αδέρφια Παναγής και Ηλίας Νεοχωρίτης εκτελέστηκαν στην Κόρινθο, καθώς είχαν καταδικαστεί ο ένας σε τρις εις θάνατον και ο άλλος σε πεντάκις εις θάνατον από το Στρατοδικείο. Όταν μάλιστα ύστερα από χρόνια, μετά την πτώση της χούντας και την επιστροφή του Βαγγέλη από την εξορία, ο ίδιος πήγε μαζί με την αδερφή του να βρουν τους τάφους των αδερφών τους, δεν βρήκαν τίποτα πουθενά. Σημειώνουμε, ότι μέσα στις φυλακές και στα τμήματα των μεταγωγών οι αριστεροί κρατούμενοι ήταν πολύ οργανωμένοι μεταξύ τους, παραδίδοντας μάλιστα μεταξύ τους τόσο πολιτικά μαθήματα μαρξισμού-λενινισμού, όσο και μαθήματα πολιτικής οικονομίας, ιστορίας και λογοτεχνίας.
Το βράδυ που ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης έμαθε για την εκτέλεση των αδερφών του έπρεπε σύμφωνα με το πρόγραμμα να κάνει μάθημα στους συγκρατούμενούς του, καθώς ο υπεύθυνος του κόμματος είχε βασανιστεί και βρισκόταν σε άσχημη σωματική κατάσταση. Συνέστησαν στο Βαγγέλη να μην κάνει μάθημα το συγκεκριμένο βράδυ, ωστόσο εκείνος παρέδωσε μάθημα, προς τιμήν των νεκρών αδελφών του, με αποτέλεσμα να βασανιστεί κατόπιν από τις δυνάμεις κατοχής.
Από το Τμήμα Μεταγωγών Πάτρας μεταφέρθηκε στη συνέχεια στις φυλακές Αίγινας και κατόπιν στο Ιτζεντίν της Κρήτης. Τα βασανιστήρια συνεχίστηκαν και εκεί. Έβαζαν τους πολιτικούς κρατούμενους να στέκονται με το ένα πόδι λυγισμένο κοιτώντας τον ήλιο κατάματα. Γλίτωναν μόνο με δήλωσή τους ότι απαρνούνται τον κομμουνισμό και τις ιδέες τους, ενώ εάν κάποιος κατέβαζε το πόδι του τον σκότωναν αυτομάτως. Από τα πενήντα περίπου άτομα άντεξαν μόνο ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης μαζί με άλλους πέντε συναγωνιστές του. Ένα άλλο βασανιστήριο- ιδιαίτερα διαδεδομένο στα ξερονήσια που έστελναν τους πολιτικούς εξόριστους- στο οποίο υπέβαλλαν τους κρατούμενους, ήταν το εξής: τους έβαζαν γυμνούς μέσα σε ένα σάκο μαζί με μια γάτα και τους έριχναν στο νερό, με αποτέλεσμα όταν έπεφταν στο νερό η γάτα να ξεσκίζει ολόκληρο το σώμα τους. Οι ώρες περνούσαν χωρίς φαγητό και νερό και με πολύ ξύλο, και, καθώς οι βασανιστές προσπαθούσαν να ‘’σπάσουν’’ το ηθικό και τον εγωισμό των αγωνιστών, έκαναν ψυχολογικό πόλεμο στον Βαγγέλη. Του έλεγαν ψέματα πως δήθεν η οικογένειά του αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας, προκειμένου να τον κάνουν να λυγίσει και να θελήσει να γυρίσει πίσω, μόνο και μόνο για να δηλώσουν περήφανα στη συνέχεια πως «ακόμα κι ο Βαγγέλης λύγισε και έσπασε». Μα δεν το κατάφεραν ποτέ.
Για 18 χρόνια κρατήθηκε σε όλες τις φυλακές της χώρας, όπου κρατούνταν πολιτικοί κρατούμενοι, ενώ ήταν από τους τελευταίους που αποφυλακίστηκαν το 1964.
Στις 21 Απριλίου 1967 τον συνέλαβαν στο σπίτι του κοντά στην παραλία Ξι, όπου ζούσε πλέον και βιοποριζόταν ως αγρότης. Υπό την απειλή όπλου μεταφέρθηκε στα γραφεία της Ασφάλειας στο Ληξούρι, προκειμένου να γίνει έρευνα στο σπίτι του. Αυτό που έψαχναν ήταν χειρόγραφα και τετράδια οικονομικών, μα καθώς τα πάντα ήταν γραμμένα με κωδικοποιημένη μορφή και το μόνο όνομα που υπήρχε γραμμένο ήταν το δικό του, δεν μπόρεσαν να βρουν τίποτα. Υπέστη βασανισμούς προκειμένου να αποκαλύψει ποιοι συνέδραμαν οικονομικά το Κ.Κ.Ε., αλλά δεν μπόρεσαν να του αποσπάσουν καμία πληροφορία. Το μόνο που με θάρρος αντιγύρισε στους βασανιστές του, ήταν πως δεν μπορούσε καν να φτάσει ο νους τους στα άτομα εκείνα που επί χρόνια κατέβαλλαν οικονομικές συνδρομές υπέρ του κομμουνιστικού κόμματος. Καθώς ο υπομοίραρχος- ονόματι Μακροδημήτρης- δεν μπορούσε να μάθει τα ονόματα που επιθυμούσε, ξεκίνησε να μπλοφάρει. Είπε στον Νεοχωρίτη ότι οι σύντροφοί του είχαν ήδη αποκαλύψει τα ονόματα αυτά και ότι έχει βγει ήδη απόφαση εκτέλεσης του στα Λέπεδα, μια παραλία κοντά στο Ληξούρι. Σύμφωνα με τον ανακριτή του, ο Νεοχωρίτης θα έπρεπε να επαναλάβει τα ονόματα αυτά προκειμένου να αφεθεί ελεύθερος. Εκείνος, που δεν πίστεψε φυσικά το ψέμα αυτό, πήγε δίπλα του, τον έφτυσε κατά πρόσωπο και του είπε: «Δύο κι ένας εγώ, τρεις», αναφερόμενος στους δύο αδερφούς του που είχαν εκτελεστεί πριν κάποια χρόνια από τις κατοχικές δυνάμεις. Ο τότε διοικητής- γνωστός ακροδεξιός και χουντικός- είπε αργότερα πως «έναν πραγματικό άνδρα γνώρισα, το Βαγγέλη το Νεοχωρίτη».
Κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων, οι διάλογοι ανάμεσα στον Νεοχωρίτη και τον υπομοίραρχο κύλησαν κάπως έτσι: «Τι θα γίνει Νεοχωρίτη; Όποιο βιβλίο κι αν ανοίξω είσαι γραμμένος μέσα». Η απάντηση που έλαβε ήταν η εξής: «Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, θα με βρεις από κάτω». Εν συνεχεία, τον ρωτούν αν είναι κομμουνιστής. Απαντά: «Ήμουν, είμαι και θα είμαι κομμουνιστής». Η επόμενη ερώτηση, μετά από πολύ ξύλο , ήταν αν πιστεύει στον Χριστιανισμό. Ο θαρραλέος Βαγγέλης απαντά: «Σαν κίνημα ναι, σαν δόγμα όχι». Λόγω των απαντήσεών του υπέστη φυσικά ξυλοδαρμούς από τους βασανιστές του. Μεταφέρθηκε από τη Χωροφυλακή Ληξουρίου στο Γυμνάσιο Αρρένων, κι από κει με αρματαγωγό στη Λέρο. Καθ’ όλο αυτό το διάστημα η αδερφή του πίσω στην Κεφαλονιά πέρασε δύσκολα χρόνια, καθώς υπέστη ξυλοδαρμούς και εξευτελισμούς- την κούρεψαν γουλί δύο φορές οι συνεργάτες της χούντας. Όταν επισκέφθηκε τον αδερφό της στα κρατητήρια της Χωροφυλακής Ληξουρίου, ο εκείνος της είπε μόνο να του πάει ρούχα κι ένα στρώμα για να κοιμάται, και τη συμβούλευσε να μην στενοχωριέται, γιατί έχουν το σώμα του στα χέρια τους, αλλά εκείνο που δεν θα του πάρουνε ποτέ είναι η ψυχή του.
Στη Λέρο ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης ήταν υπεύθυνος από πλευράς κόμματος για όλο το στρατόπεδο. Εκεί οι ασφαλίτες ξεκίνησαν τα βασανιστήρια πιέζοντας τους αριστερούς να απαρνηθούν τον κομμουνισμό. Έστησαν περίπου τετρακόσια άτομα σε μια γραμμή, λέγοντας ότι όποιος θέλει να γυρίσει πίσω μπορούσε απλά να κάνει ένα βήμα πίσω και να υπογράψει δήλωση μετανοίας. Οι 395 επέστρεψαν στα σπίτια τους. Ανάμεσα στους πέντε που δεν κουνήθηκαν από τη θέση τους ήταν και ο Βαγγέλης. Εκείνη τη μέρα έφαγε τόσο ξύλο που τον θεώρησαν νεκρό και πέταξαν το σώμα του σε μια αποθήκη. Όταν όμως έστειλαν έναν ιερέα για την τελευταία ευχή, εκείνος πιάνοντας το χέρι του είδε πως είχε ακόμη σφυγμό. Μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο, όπου παρέμεινε σε κώμα για δύο μήνες. Αφού συνήλθε, τα βασανιστήριά του συνεχίστηκαν σε αγριότερο βαθμό. Απελευθερώθηκε το 1974, όντας από τους τελευταίους που απελευθέρωσε η χούντα.
Ύστερα από όλα όσα έζησε, ήταν ένας άνθρωπος σκληραγωγημένος και απόλυτος στις κομματικές του θέσεις. Ήταν ένας γνήσιος επαναστάτης που πάλευε για ένα καλύτερο μέλλον στον τόπο του. Ερωτευμένος ήδη από το 1940 με τη μετέπειτα γυναίκα του, Αμαλία, δεν πρόλαβε καλά καλά να τη γνωρίσει πριν ξεκινήσουν οι πολιτικές του περιπέτειες. Εκείνη τον περίμενε υπομονετικά για 34 ολόκληρα χρόνια, χρόνια που ο Νεοχωρίτης μπαινόβγαινε στις φυλακές ως πολιτικός κρατούμενος και πηγαινοερχόταν στα ξερονήσια της εξορίας. Παντρεύτηκαν το 1974 όταν εκείνος επέστρεψε από την εξορία, υποχρεωτικά με θρησκευτικό γάμο, καθώς οι πολιτικοί γάμοι δεν είχαν ακόμα νομιμοποιηθεί στην Ελλάδα. Άθεος εκ πεποιθήσεως, λίγο πριν πάνε στην Εκκλησία είπε στη μέλλουσα γυναίκα του «Αμαλία μου, θα το υποστούμε κι αυτό το μαρτύριο».
Μέχρι την τελευταία στιγμή ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης έμεινε πιστός στις ιδέες του και πιστό μέλος του Κ.Κ.Ε., για το οποίο συνέχισε να δουλεύει μέχρι το τέλος της ζωής του. Άφησε με διαθήκη ό,τι περιουσία είχε στο κόμμα. Έζησε τα τελευταία του χρόνια του στο Ληξούρι, απολαμβάνοντας το σεβασμό αριστερών και δεξιών του νησιού.
Ένας άλλος αγωνιστής της αριστεράς που στα 94 του χρόνια ζει ακόμα στο νησί, αλλά επιθυμεί την ανωνυμία του, αφηγείται τη δική του ιστορία. Στην περίοδο της κατοχής κι ενώ ο ίδιος- γνωστός για τις αριστερές του πεποιθήσεις- περπατά στο δρόμο, πέντε ακροδεξιοί τον εντοπίζουν και αρχίζουν να τον κυνηγούν. Η καταδίωξη διαρκεί για μισή ώρα, ενώ πέφτουν και πυροβολισμοί, και εκείνος τραυματισμένος μπαίνει στην αυλή ενός σπιτιού για να ζητήσει βοήθεια. Μια γυναίκα τον βοηθά και τον κρύβει στο σπίτι της για περίπου έναν χρόνο κάτω από το πάτωμα της κουζίνας σε έναν χώρο μισού μέτρου, ανεβάζοντάς τον στην επιφάνεια του εδάφους για πέντε λεπτά κάθε μέρα για να του δώσει φαγητό. Αργότερα τον φυγάδευσαν αριστεροί συναγωνιστές του, καθώς με καΐκι έφτασε στην Πάτρα και κατόπιν στην Αθήνα. Το αξιοσημείωτο είναι πως η γυναίκα αυτή ήταν παντρεμένη με έναν άνθρωπο δεξιών φρονημάτων, και έτσι επί έναν χρόνο ο άνθρωπος αυτός άκουσε και έμαθε πολλά, όσον αφορά τον τρόπο δράσης των ατόμων αυτών, τους δωσίλογους που υποβοηθούσαν την καταδίωξη των αριστερών, καθώς και τους κομμουνιστές που αποτελούσαν τους πρωταρχικούς στόχους τους. Ποτέ δεν αποκάλυψε όμως τις πληροφορίες που άκουσε, ούτε και το όνομα της γυναίκας που του έσωσε τη ζωή, ούτε καν στη δική του σύζυγο. Παρ’ ότι τον παρακαλούσαν, δεν θέλησε ποτέ να προδώσει το μεγάλο μυστικό της ζωής του και να κάνει κακό στη γυναίκα αυτή. Εν έτει 2012, στις εκλογές της 6ης Μαΐου, η αγωνία και η απογοήτευση ήταν έντονα ζωγραφισμένες στο πρόσωπό του, αναφορικά με την είσοδο στη βουλή των αυγών και τη νομιμοποίηση του φασισμού.
Η αφήγηση τελειώνει με ένα ακόμα περιστατικό. Το 1944 οι Γερμανοί κρέμασαν στην πλατεία Ληξουρίου πέντε αριστερούς αγωνιστές. Ένας από αυτούς, ο οποίος λεγόταν Αναλυτής, φώναξε πριν τον κρεμάσουν: «Εσύ θα με εκδικηθείς, τυραννομάχα νιότη». Η ηρωική φράση είναι σήμερα γραμμένη στο μνημείο που υπάρχει στην πλατεία Ληξουρίου. Σημειωτέον πως οι δύο δωσίλογοι Ληξουριώτες που κατέδωσαν τους συμπατριώτες τους πήραν αργότερα σύνταξη αντιστασιακού…
Το κείμενο είναι αφιερωμένο στους αυθεντικούς επαναστάτες του νησιού μου.
Ευχαριστώ το φίλο που έκανε την έρευνα και μου έδωσε τις πληροφορίες, καθώς και τους Δημήτρη Αντωνάτο, μέλος του Κ.Κ.Ε., και Νίκο Δρακάτο και την εκπομπή του “Καλές Προθέσεις”, που είχε γυριστεί στο τοπικό κανάλι Kefalonia Channel to 2001.
Πηγή άρθρου: gosheep.gr
- See more at: http://www.kefaloniatoday.com/kefalonitika/afieromata/psichi-vathia-100893.html#sthash.AvQ5llrH.dpuf

Με το τιμόνι πάντα αριστερά. Μια άγνωστη κουβέντα με τον ποιητή Νίκο Καββαδία


Ο Νίκος Καββαδίας, ο Μαραμπού των νεανικών μας χρόνων, ο Κόλλιας για τους φίλους του, μολονότι ολιγογράφος, παραμένει ωστόσο ένας από τους μείζονες και πολυδιαβασμένους (συν πολυτραγουδισμένους) νεοέλληνες ποιητές.
Νίκος Καββαδίας
Ενας ποιητής που ξεχώρισε από την πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα το 1933, στα 23 του, με τη συλλογή «Μαραμπού». Ολόκληρη επιφυλλίδα τού αφιέρωσε ο απαιτητικός Φώτος Πολίτης στην εφημερίδα «Πρωία» στις 15 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, υπογραμμίζοντας τη «λαχτάρα του για γνώση και για ευρύτερη ζωή. Τέτοιοι νέοι είναι τα πρώτα θεμέλια ενός πολιτισμού μελλοντικού, που θ’ ανανεώσει τις ηθικές ανθρώπινες αξίες».
Το 1947 κυκλοφόρησε η δεύτερη ποιητική του συλλογή, το «Πούσι» και το 1954 το μοναδικό του μυθιστόρημα, η «Βάρδια». Μετά το θάνατό του, το 1975, βγήκε η τρίτη ποιητική του συλλογή «Τραβέρσο» και αργότερα τα μικρά πεζά «Λι», «Του πολέμου» και «Στο άλογό μου», καθώς και «Το ημερολόγιο ενός τιμονιέρη» -αθησαύριστα πεζογραφήματα και ποιήματα (όλα απ’ τις εκδόσεις «Αγρα»).
Η συνάδελφος δημοσιογράφος Μιράντα Ποτηριάδου είχε το προνόμιο, λίγο πριν ο Καββαδίας φύγει από τη ζωή, να έχει μια κουβέντα μαζί του, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Τετράδιο» τον Οκτώβριο του 1974 (Ζαχαριάδη το επίθετό της τότε). Μεταφέρω μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα της άγνωστης εν πολλοίς αυτής κουβέντας (χαρακτηρίζεται κουβέντα επειδή ο Καββαδίας δεν έδινε συνεντεύξεις -πού να βρεθεί άλλωστε, αφού τον μεγαλύτερο χρόνο της ζωής του ήταν στις θάλασσες):
* «Αν δεν ήμουνα θαλασσινός και δεν είχα γράψει ποιήματα, θα ‘μουνα ένας ολότελα συνηθισμένος άνθρωπος. Κι έπειτα εγώ δεν ανήκω στον κόσμο της τέχνης, γι’ αυτό σώζομαι. Πες το παραξενιά, πες το μοίρα, μου ‘λαχε να ζήσω τα όσα έζησα και να τα κάνω ποίηση».
* «Δεν ξέρω αν υπάρχουν πολλοί σαν κι εμένα που θα ‘θελαν να πεθάνουν στη θάλασσα».
Η ελευθερία του
* «Τα καράβια που προτιμώ είναι τα φορτηγά. Γιατί έχουν ησυχία, μπορείς να σκέφτεσαι, οι άνθρωποι, παλαιότερα τουλάχιστον, ήσαν λίγοι. Τώρα τα καράβια έχουν ευκολίες, είναι πολυτελή, θυμίζουν ξενοδοχεία. Οταν μπάρκαρα εγώ έπαιρνες μαζί σου στρώμα, μαξιλάρι, σεντόνι, το κουτάλι σου και το μαχαίρι σου, κι αν ταξίδευες στα τροπικά, δεν είχες νερό να πλυθείς. Κι έπειτα, όσο πιο πολύ υπόφερα σ’ ένα καράβι, τόσο πιο πολύ το θυμόμουνα αργότερα με αγάπη… Το αγαπημένο μου καράβι όμως ήταν το “Κυρήνεια”. Πάνω σ’ αυτό έγραψα και τη “Βάρδια”».
*«Αν δεν ήμουν Κεφαλονίτης θα ‘θελα να ‘μουν Κινέζος (σ.σ. όπως είναι γνωστό είχε γεννηθεί σε μια μικρή πόλη της Μαντζουρίας, κοντά στο Χοακίν, από γονείς Κεφαλονίτες). Μέσα στη βρωμιά και στην αθλιότητα της προπολεμικής Κίνας, βρήκα τις φιγούρες και τα χρώματα που με συγκλόνισαν πιο πολύ από κάθε τι στη ζωή μου. Υστερα, ενώ οι άνθρωποι σ’ όλα τα πλάτη και τα μήκη μοιάζουν λίγο – πολύ, οι Ανατολίτες είναι διαφορετικοί. Εχουν μια εγκαρτέρηση απέναντι στο θάνατο, που οι Δυτικοί δεν μπορούν να συλλάβουν».
* «Παρ’ όλο που λένε πως τα καράβια είναι σκλαβιά, εγώ ένιωθα εκεί μια ελευθερία που προσπαθούσα πάντα να μεταδώσω και στους άλλους. Εκτός από την Κατοχή και τα εφτά χρόνια (σ.σ. εννοεί τη δικτατορία) -που τα θεώρησα χειρότερα από την Κατοχή- όλη μου την άλλη ζωή ήμουν ελεύθερος. Πάντα πήγαινα αριστερά το τιμόνι και ποτέ δεν κοίταζα την πρύμνη!…».
* «Τις μέρες αυτές σκέφτομαι τον Σικελιανό. Την παλικαριά του στην Κατοχή και τα έντυπα που είχε το κουράγιο και κυκλοφορούσε λιθογραφημένα. Μεγάλος ποιητής. Κι από τους επιζώντες, ο μεγαλύτερος, ο Βάρναλης (…) Μου αρέσουν, από τους γνωστούς μας ποιητές, ο Αναγνωστάκης, ο Ρίτσος που είναι παλικάρι κι ο Ελύτης. Με όλους με συνδέει φιλία και τους αγαπώ, γιατί εκτός από άξιοι ποιητές είναι και καλοί άνθρωποι».
* «Είναι γνωστό πως είμαι ολιγογράφος. Τα περισσότερα από τα δώδεκα ποιήματα της καινούργιας μου συλλογής τα έχω γράψει εδώ και χρόνια. Ωστόσο μέσα στα χρόνια της δικτατορίας απόφυγα την οποιαδήποτε μορφή επικοινωνίας με το έργο μου, γιατί πίστευα ότι τότε άλλα ήταν τα πρώτιστα και τα σπουδαία!…». *
Πηγή άρθρου: enet.gr
- See more at: http://www.kefaloniatoday.com/psyxagogia/piisi/timoni-panta-aristera-mia-agnosti-kouventa-ton-piiti-niko-kavvadia-101385.html#sthash.s6KLcw0O.dpuf   http://www.sppantelios.blogspot.gr/