Σάββατο 21 Μαΐου 2016

Γεράσιμος Σ Γαλανός: Κεφαλονίτικος Παπάς διαβάζει με σοφία….





Κεφαλονίτικος παπάς διαβάζει με σοφία τα Δώδεκα (12) Ευαγγέλια τα βγάζει Δεκατρία (13).

Τούτη η “παροιμιακή φράση” η οποία και διατηρείται στο νησί και ως αριέττα, διακωμωδεί ένα γεγονός που γινόταν στο νησί παλιά. Ο Ληξουριώτης Ιερέας Χαράλαμπος Μαρκέτος[1]ασχολήθηκε με την εξήγηση αυτής της παροιμιακής φράσης και δημοσίευσε την ιστορική εξήγησή της, που δείχνει πως δε βγήκε από ένα σκωπτικό ή τυχαίο γεγονός.

Σύμφωνα, με τον Ιερέα Χαράλαμπο Μαρκέτο αφορά την Εορτή του Ευαγγελισμού (το Ευαγγέλιο του Ευαγγελισμού) όταν η εορτή αυτή σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο έπεφτε μέσα στην Μεγάλη Εβδομάδα. Η περίπτωση αυτή είναι καταγραμμένη στο μεγάλο Διονυσιακό τυπικό της Μονής του Αγ. Παύλου στο Άγιο Όρος. Έτσι λοιπόν… “Εάν τύχει η Εορτή του Ευαγγελισμού την Αγία και Μεγάλη Παρασκευή, η ακολουθία ψάλλεται ούτως”.

Το πρωί της Μ. Πέμπτης η θεία λειτουργία του Μ. Βασιλείου, εις δε την τράπεζαν καταλύουμεν οίνον και έλαιον. Το απόγευμα, αφού ψαλλεί το απόδειπνο και ενώ έχει προχωρήσει η ημέραν προς το βράδυ, αρχίζει ο Μ. Εσπερινός της Εορτής του Ευαγγελισμού να ψάλλεται, ως έχει, μετά λιτής και ευλογίας άρτων.

Στην ουσία ψάλλονται δύο εσπερινοί. Ο ένας το πρωί της Μ. Πέμπτης με τη λειτουργία του Μ. Βασιλείου ως συνήθως και ο άλλος της εορτής του Ευαγγελισμού. Την Μ. Πέμπτη το βράδυ πριν αρχίσει η ακολουθία των δώδεκα Ευαγγελίων. Περίπτωση πράγματι σπάνια και δυσκολότατη. Στο τέλος του δεύτερου Εσπερινού, που είναι ο του Ευαγγελισμού αρχίζει ο όρθρος της εορτής να συμψάλεται με τον όρθρο της Μ. Παρασκευής, που είναι η γνωστή σε όλους ακολουθία των δώδεκα Ευαγγελίων ως εξής:

“Μετά το έβδομο Ευαγγέλιο ψάλετε ο πολυέλαιος και τα καθίσματα της Εορτής, ακολουθούν τα αντίφωνα και το προκείμενο Ευαγγέλιο του Ευαγγελισμού και στην πορεία ο πεντηκοστός ψαλμός και το στιχηρό ιδιόμελο.

Μετά δε το “Σώσον, ο Θεός, τον λαόν σου” λέγεται το όγδοο Ευαγγέλιο της ακολουθίας των Παθών”.

Η περίπτωση αυτή συνέβαινε παλιά στο Μοναστήρι που είναι Σταυροπήγιον και Πατριαρχικό των Κηπουραίων που τιμάται η εορτή της Υπ. Θεοτόκου της Ευαγγελίστριας. Όταν άλλαξε το ημερολόγιο μετά το 1924, η Εορτή του Ευαγγελισμού σπάνια συμπέπτει μέσα στη Μ. Εβδομάδα. Έτσι τα Δώδεκα (12) Ευαγγέλια γίνονταν Δεκατρία (13).

Γεράσιμος Σ Γαλανός

Αναδημοσιευση απο : http://www.lixourinews.gr/

Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

Η ΠΡΩΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ της Δημήτριας Φωκά





Το πολυτιμότερο σύμβολο κάθε έθνους,είναι όπως όλοι γνωρίζουμε η σημαία του,ένα κομμάτι πανί με διαφορετικά χρώματα,εμβλήματα και σύμβολα για κάθε λαό.
Το πολυτιμότερο λάφυρο σε μια μάχη από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα,ήταν και είναι η αρπαγή κι η καταστροφή της σημαίας του εχθρού.
Στη σημαία ορκίζονται πίστη στη πατρίδα,για την σημαία πολεμάνε και σκοτώνονται οι άνθρωποι, για την έπαρση της σημαίας τους αγωνίζονται οι αθλητές στις διεθνείς αθλητικές συναντήσεις,και μεις νοιώουμε ρίγη συγκίνησης να μας διαπερνούν όταν την βλέπουμε να κυματίζει,ενώ τα από αιώνων αντανακλαστικά μας,ξυπνάνε όταν την βεβηλώνουν!
Ψάχνοντας στο διαδίκτυο για την πρώτη Ελληνική Σημαία,διαβάζω ότι είναι αυτή που βρίσκεται στην Ι.Μ.Ευαγγελιστρίας Σκιάθου,όπου ο Νήφων όρκισε το 1807 τον Κολοκοτρώνη,τον Μιαούλη και άλλους αγωνιστές.
Η ΠΡΩΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ όμως είναι αυτή της ''Επτανήσου Πολιτείας'',με τον χρυσό Ενετικό Λέοντα σε γαλάζιο φόντο(θυμίζοντας την ενετική ιστορία μας),που κρατά κλειστό Ευαγγέλιο με Σταυρό,και την χρονολογία 1800,ενώ βγαίνουν από το ευαγγέλιο, τα επτά βέλη που συμβολίζουν τα επτά μεγαλύτερα νησιά του Ιονίου Αρχιπελάγους και φυσικά τον ομοσπονδιακό χαρακτήρα του νέου κράτους.
Αυτό το πρώτο ελληνικό κράτος που ιδρύθηκε στις 21 Μαρτίου του 1800 στην Κωνσταντινούπολη και ευλογήθηκε η σημαία του από τον Πατριάρχη και διαλύθηκε στις 8 Ιουλίου του 1807 με την συνθήκη του Τιλσίτ,αυτό το κράτος λοιπόν αποσιωπούν επιμελώς τα βιβλία ιστορίας της Πατρίδας μας.
Η έπαρση της τιμημένης αυτής σημαίας έγινε επίσημα για πρώτη φορά στην Κέρκυρα στην
πρώτη Ιανουαρίου 1801.
Με την Ενωση το προικισμένο παιδί,αφομειώθηκε από μια μητέρα που την είχαν φέρει στα μέτρια μέτρα τους,οι κοτζαμπάσηδες και οι μηχανορράφοι φαναριώτες.

Καθήκον ιερό όλων μας,είναι διατήρηση και η μεταλαμπάδευση του Πολιτισμού μας.
Δεν απολογούμεθα για την διαφορετικότητα μας.

Ακολουθούμε το δόγμα της ''Καθ'ημάς Δύσης'' και σεβόμαστε και συμπορευόμαστε με τους συμπατριώτες μας,που ακολουθούν το δόγμα της ''Καθ'ημάς Ανατολής''.
Αναδημοσιευση απο : http://eptanisos.blogspot.gr/2014/06/blog-post_2872.html

http://sppantelios.blogspot.gr/

KOYBENTIAZONTΑΣ…. ΓΙΑ ΤΗ ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΟ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΣΜΟ


                                       Πέτρος Πετράτος


Ερώτηση: Έχουμε αφήσει – από πέρυσι τέτοια εποχή -μια κουβέντα στη μέση. Το έχεις ξεχάσει;
Απάντηση: Όχι, βέβαια. Αλλά περίμενα να έρθει ο κατάλληλος καιρός.
Ερ.: Ωραία, λοιπόν. Μπορούμε να τη … συνεχίσουμε;
Απ.: Και βέβαια.

Ερ.: Μου είχες εξηγήσει την προηγούμενη φορά (δηλαδή … πέρυσι) τις διάφορες συνθήκες που υπογράφτηκαν για να πραγματοποιηθεί η Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα. Θυμάσαι όμως τι μου είπες στο τέλος; Ότι η Ένωση που εμείς γιορτάζουμε στις 21 Μαΐου δεν είναι εκείνη που οραματίστηκαν οι δικοί μας αγωνιστές ριζοσπάστες Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος και Ιωσήφ Μομφερράτος, γι’ αυτό και δεν την υπόγραψαν. Μπορείς λοιπόν να μου εξηγήσεις αυτό το σημείο;
Απ.: Για να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά. Έχουμε Αγγλοκρατία στα Επτάνησα. Το 1815 οι Μεγάλες Δυνάμεις εκείνης της εποχής ανακηρύσσουν τα Επτάνησα «ελεύθερο και ανεξάρτητο κράτος» κάτω από «την άμεση και αποκλειστική προστασία» της Αγγλίας. 
Ερ.: Μα ήταν ελεύθερο και ανεξάρτητο εκείνο το επτανησιακό κράτος;
Απ.: Προφανώς όχι.
Ερ.: Γιατί «προφανώς»;
Απ.: Ούτε ελεύθερο ήταν, ούτε ανεξάρτητο ήταν, ούτε είχε την «προστασία» της Αγγλίας.
Ερ.: Δηλαδή τι θες να πεις;
Απ.: Η Αγγλία ήταν τότε μια μεγάλη αποικιοκρατική δύναμη με εμπορικό δίκτυο απλωμένο σε όλο σχεδόν τον κόσμο. Επομένως, θα πρόσφερε την «προστασία» της πρώτα με βάση τα δικά της συμφέροντα, με βάση τους δικούς της σχεδιασμούς και προσανατολισμούς. Τα Επτάνησα τα ήθελε ως (οικονομική και στρατιωτική) βάση της στην ανατολική Μεσόγειο και σταθμό στο δρόμο της προς τις Ινδίες, όπως είχε το Γιβραλτάρ και η Μάλτα. Γι’ αυτό ακριβώς, παραμερίζοντας τα σχετικά με ελευθερία και ανεξαρτησία, μετέβαλε εκείνο το επτανησιακό κράτος όχι απλά σε προτεκτοράτο της αλλά σε κάτι περισσότερο: σε μισο-αποικία της με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Ερ.: Άρα φυσικό ήταν να αντιδράσουν οι Επτανήσιοι σε αυτό το καταπιεστικό καθεστώς. Έτσι δεν είναι;
Απ.: Είναι αλήθεια πως δεν αντέδρασαν όλοι οι Επτανήσιοι. Βλέπεις, η κοινωνία των νησιών μας ήταν χωρισμένη, όπως και σήμερα συμβαίνει, σε κοινωνικές τάξεις και έτσι κάθε κοινωνική κατηγορία είχε τα δικά της συμφέροντα και τους δικούς της οικονομικούς και πολιτικούς στόχους.
Ερ.: Δηλαδή δεν υπήρξε ενιαία γραμμή απέναντι στο αγγλοκρατούμενο καθεστώς;
Απ.: Φυσικά όχι. Πρώτα-πρώτα υπήρξαν οι υποστηρικτές του καθεστώτος.
Ερ.: Υπήρχαν δηλαδή Επτανήσιοι που ήθελαν τους Άγγλους:
Απ. Βέβαια. Τα κατάλοιπα της βενετσιάνικης κυριαρχίας, δηλαδή οι μεγάλοι γαιοκτήμονες, αλλά και πλούσιοι αστοί υποστήριζαν το καθεστώς, γιατί ακριβώς τους διατήρησε τα προνόμιά τους. Είναι εκείνοι που ο λαός τους ονόμαζε καταχθόνιους ή καμαρίλα ή περούκες.
Ερ.: Μπράβο, περούκες. Ωραίο προσωνύμιο. Ναι, αλλά ήταν αριθμητικά λίγοι. Άρα, η μεγαλύτερη πλειοψηφία των κατοίκων δε συμφωνούσε με το ισχύον καθεστώς. Έτσι δεν είναι;
Απ.: Περίπου έτσι είναι. Αλλά εδώ χρειάζεται μια προσοχή.
Ερ.: Δηλαδή τι εννοείς;
Απ.: Ανάμεσα σε αυτή τη μεγάλη πλειοψηφία υπήρχαν εκείνοι που δε βολεύονταν καθόλου με την Προστασία, αλλά υπήρχαν και εκείνοι που την ανέχονταν.
Ερ.: Δε σε καταλαβαίνω. Ποιοι και γιατί την ανέχονταν;
Απ.: Υπήρχε μια κατηγορία φιλελεύθερων πολιτών, που πίστευαν ότι, επειδή δεν μπορεί να ανατραπεί η Βρετανική Προστασία, για να ενωθούν τα Επτάνησα με την Ελλάδα, φρόνιμο ήταν να ζητήσουν συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να γίνει πιο φιλελεύθερο το καθεστώς. Ήταν οι λεγόμενοι μεταρρυθμιστές.
Ερ.: Και τότε ποιοι ήταν πράγματι αντίθετοι με την Προστασία;
Απ.: Μόνο οι ριζοσπάστες...
Ερ.: … οι οποίοι δε συμφωνούσαν καθόλου με τις μεταρρυθμίσεις;
Απ.: Τις απέρριπταν χωρίς δεύτερη κουβέντα, γιατί διαφορετικά θα ήταν σαν να αναγνώριζαν το καθεστώς της Προστασίας. Γι’ αυτό ζητούσαν να σταματήσει αυτό το καταπιεστικό καθεστώς και να ενωθούν τα Επτάνησα με το ελληνικό κράτος.
Ερ.: Ωραία. Το καταλαβαίνω αυτό. Μπορούσε όμως τότε, όπως ήταν διαμορφωμένη η διεθνής κατάσταση και με τη μεγάλη δύναμη που διέθετε η Αγγλία, να γίνει η Ένωση; Μήπως δηλαδή, μέχρι να ωριμάσουν οι συνθήκες για την Ένωση, ήταν σωστό να επιδιωχθούν κάποιες μεταρρυθμίσεις, όπως υποστήριζαν οι μεταρρυθμιστές, ώστε να βελτιωθεί το καθεστώς;
Απ.: Οι ριζοσπάστες, όπως σου εξήγησα προηγουμένως, θεωρούσαν τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις συμβιβασμό με την Προστασία. Όποιες μεταρρυθμίσεις και να γίνονταν, η Προστασία θα παρέμενε, και μάλιστα μέσα από αυτές τις μεταρρυθμίσεις ήταν αναμενόμενο να παρατείνει την παραμονή της. Ότι έπρεπε να υπάρξουν ανακουφιστικά για το λαό μέτρα, μέχρι να επιτευχθεί η Ένωση, αυτό δεν το απέρριπταν οι ριζοσπάστες. Οι ριζοσπάστες ζητούσαν βελτιώσεις και όχι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις. Και μάλιστα είχαν πάρει πολλές πρωτοβουλίες μέσα στη Βουλή για τέτοια βελτιωτικά υπέρ του λαού μέτρα, μέσα στο υπάρχον, εννοείται, προστασιανό καθεστώς.
Ερ.: Επομένως, μόνο ο ριζοσπαστισμός υποστήριζε τον ενωτικό αγώνα;
Απ.: Ναι, μόνο ο ριζοσπαστισμός. Αλλά εδώ πρέπει να εξηγήσουμε κάποια πράγματα. Ο επτανησιακός ριζοσπαστισμός δε ζητούσε απλά μόνο Ένωση…
Ερ.: …Πάλι δεν καταλαβαίνω. Τι άλλο, αλήθεια, θέλαμε τότε εκτός από την Ένωση; Απ.: Θα σου εξηγήσω. Ο επτανησιακός ριζοσπαστισμός ήταν ένα κίνημα. Ένα κίνημα και εθνικό-απελευθερωτικό και αστικό-δημοκρατικό. Δηλαδή ήθελε να ενωθούν τα Επτάνησα με το ελληνικό κράτος με προοπτική τη δημιουργία ενός ενιαίου εθνικού ελληνικού κράτους, αλλά με ένα ελληνικό κράτος ανεξάρτητο και δημοκρατικό, όπου θα ήταν κατοχυρωμένη η ισονομία, η δικαιοσύνη, η λαϊκή κυριαρχία.
Ερ:. Δηλαδή ο ριζοσπαστισμός συνδύαζε το εθνικό με το δημοκρατικό. Σωστά;
Απ.: Σωστά. Έτσι τουλάχιστον τον θεμελίωσαν οι πρωτεργάτες του Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος και Ιωσήφ Μομφερράτος. Και στις γραμμές εκείνου του κινήματος συναντήθηκαν αγρότες (ακτήμονες και μικροϊδιοκτήτες), μικρέμποροι, μικροβιοτέχνες και άλλοι μικροαστοί, διανοούμενοι, ναυτικοί, τεχνίτες και άλλοι εργαζόμενοι των πόλεων.

Ερ.: Δηλαδή, αν κατάλαβα καλά, ο Ζερβός Ιακωβάτος και ο Μομφερράτος αγωνίζονταν όχι για μια οποιασδήποτε μορφής και περιεχομένου Ένωση, αλλά ήθελαν μια Ένωση, που να έχει και δημοκρατικά χαρακτηριστικά. Αλλά η Ένωση, που λέγαμε, όταν … πέρυσι κουβεντάζαμε, δεν είχε και τα εθνικά και τα δημοκρατικά χαρακτηριστικά;
Απ.: Ασφαλώς όχι. Και θα σου εξηγήσω γιατί. Το 1851 το καθεστώς εξόρισε τους δυο Κεφαλονίτες ριζοσπάστες αγωνιστές για πεντέμισι περίπου χρόνια. Το κενό ηγεσίας που παρουσιάστηκε το αναπλήρωσε ένας νέος πολιτικός από τη Ζάκυνθο, ο Κων/νος Λομβάρδος.
Ερ.: Δεν ήταν αυτός ριζοσπάστης;
Απ.: Μέχρι το 1852 που εκλέχθηκε, δεν είχε κάποια ιδιαίτερη πολιτική δραστηριότητα. Συνεργάστηκε με τους ριζοσπάστες, μπήκε στο ψηφοδέλτιό τους και εκλέχθηκε. Και από τότε εκλεγόταν συνέχεια. Δεν άργησε να παίξει ηγετικό ρόλο μέσα στο ριζοσπαστικό χώρο, αλλά ο νέος αυτός ηγέτης παραμέρισε και ουσιαστικά διέγραψε τα δημοκρατικά χαρακτηριστικά του ριζοσπαστισμού. Περιόρισε δηλαδή τον αγώνα σε μια απλή Ένωση, γι’ αυτό και ονομάστηκαν αυτός και οι ομοϊδεάτες του ενωτιστές.
Ερ.: Κράτησε δηλαδή μόνο το εθνικό στοιχείο του ριζοσπαστισμού. Έτσι δεν είναι;
Απ.: Ναι. Κατόρθωσε μάλιστα να γίνει αποδεκτός από το μεγαλύτερο μέρος του ριζοσπαστικού κινήματος. Έπαιξαν ρόλο σε μια τέτοια κατεύθυνση και η συνεχιζόμενη τρομοκρατία μαζί με τις συνεχιζόμενες διώξεις των ριζοσπαστών αγωνιστών. Και έτσι, όταν απελευθερώθηκαν το 1857 από την εξορία ο Ζερβός Ιακωβάτος και ο Μομφερράτος, βρήκαν μια διαμορφωμένη κατάσταση.
Ερ.: Και τι έκαναν;
Απ.: Η κατάσταση είχε ήδη ξεφύγει από τα χέρια τους. Υπήρξε βέβαια σκληρή ιδεολογική και πολιτική σύγκρουση ανάμεσα στον Μομφερράτο ιδιαίτερα και τον Λομβάρδο. Αλλά οι ενωτιστές ήταν πια η πλειοψηφία μέσα στο ριζοσπαστικό κίνημα.
Ερ.: Και τότε τι έγινε;
Απ.: Εδώ λοιπόν τώρα σημειώθηκε και κάτι άλλο. Είχε αρχίσει εκείνα τα χρόνια να αλλάζει πολιτική η Αγγλία στο επτανησιακό ζήτημα. Οι Άγγλοι αντιλήφθηκαν ότι δεν ήταν πια ωφέλιμη γι’ αυτούς η κατοχή των Επτανήσων.
Ερ.: Σε αυτήν την αλλαγή έπαιξαν ρόλο οι αγώνες των ριζοσπαστών τα προηγούμενα χρόνια;
Απ.: Αναμφισβήτητα. Η Αγγλία λοιπόν προσανατολιζόταν να απαλλαγεί από τα Επτάνησα. Και περίμενε την κατάλληλη στιγμή ή καλύτερα προετοίμαζε την κατάλληλη στιγμή.
Ερ.: Και εδώ πού «κολλάνε» οι ενωτιστές;
Απ.: Οι ενωτιστές ζητούσαν Ένωση εδώ και τώρα. Ζητούσαν Ένωση χωρίς να ενδιαφέρονται για το δημοκρατικό της περιεχόμενο. Η Αγγλία από την άλλη πλευρά ήθελε να βγάλει από πάνω της τα Επτάνησα και μάλιστα τη στιγμή που είχε ήδη καταφέρει ο νέος βασιλιάς της Ελλάδας, ο Γεώργιος Α΄, να είναι δικής της επιλογής.
Ερ.: Α, τώρα καταλαβαίνω. Το παζλ συμπληρώνεται. Επομένως καλά δεν έκαναν και διαφώνησαν με μια τέτοια Ένωση ο Ζερβός Ιακωβάτος και ο Μομφερράτος;
Απ.: Αυτοί έβλεπαν, καταλάβαιναν ότι η Ένωση, όχι μόνο είχε απονευρωθεί από το δημοκρατικό-κοινωνικό της περιεχόμενο, αλλά έτσι όπως γινόταν, εξυπηρετούσε αποκλειστικά τα συμφέροντα της Αγγλίας.
Ερ.: Και αντέδρασαν σε αυτήν την εξέλιξη με την άρνησή τους;
Απ.: Ακριβώς. Δεν ψήφισαν την Ένωση που είχε σχεδιάσει η αγγλική πολιτική και την οποία ουσιαστικά στην πράξη την αποδέχονταν όλοι οι άλλοι βουλευτές. Γνώριζαν πολύ καλά πού πήγαινε το πράγμα…
Ερ.: Δηλαδή εκείνοι που εξορίστηκαν αρκετά χρόνια για τον ενωτικό τους αγώνα, δεν ψήφιζαν τώρα την Ένωση. Δεν είναι τραγικό;
Απ.: Η Ζωή και η Ιστορία δεν κοιτάζουν συναισθηματισμούς. Προχωρούν με βάση τα νέα κάθε φορά δεδομένα. Σημασία έχει εμείς να τα καταλαβαίνουμε, για να αξιολογούμε σωστά τους βηματισμούς της Ιστορίας, αλλά και για να σχεδιάζουμε όσο γίνεται καλύτερα τους δικούς μας, τους τωρινούς μας βηματισμούς…

Αναδημοσιευση απο : vlahatasamis.gr




Σάββατο 14 Μαΐου 2016

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΑΡΧΩΝ ''ΕΠΤΑΝΗΣΟΥ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ"



ΟΣΟΙ ΤΟ ΧΑΛΚΕΟΝ ΧΕΡΙ
ΒΑΡΥ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ ΑΙΣΘΑΝΟΝΤΑΙ
ΖΥΓΟΝ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΑΣ ΕΧΩΣΙΝ
ΘΕΛΕΙ ΑΡΕΤΗΝ ΚΑΙ ΤΟΛΜΗΝ
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Τα Επτάνησα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της  Ελληνικής συνείδησης,από την ανατολή της εθνικής ταυτότητας στα Ομηρικά έπη,μέχρι τις μέρες μας.
Είναι το μοναδικό τμήμα του Ελληνικού χώρου,που συμμετείχε και συμμετέχει ενεργά και αδιαλείπτως στις διεργασίες της Ευρωπαϊκής εξέλιξης,χωρίς να έχει υποστεί τις συνέπειες του οθωμανικού ή του παπικού σκοταδισμού.
Πολίτες του κόσμου εδώ και αιώνες,οι Επτανήσιοι μεταλαμπάδεψαν τον Δυτικό πολιτισμό στον ελλαδικό χώρο,προσαρμοσμένο φυσικά στα μέτρα μας.Είμαστε Δυτικοί Ελληνες που πιστεύουμε στην ''καθ'ημάς Δύση'',
αλλά σεβόμαστε τους συμπατριώτες Ελληνες που πιστεύουν στην ''καθ'ημάς Ανατολή'' και όλοι μαζί συμπλέουμε
για το καλό της Πατρίδας μας!
Εδωσαν και δίνουν τα Ιόνια νησιά, πλειάδα προσωπικοτήτων στο Εθνος,με κορυφαίο πάντα, τον Ομηρικό Οδυσσέα,που αναζητά όπως όλοι εμείς,διαρκώς την Ιθάκη του!
Επτανήσιοι στην καταγωγή,αλλά κυρίως στο πνεύμα και στην σκέψη,δημιουργήσαμε έναν φορέα πολιτιστικής,ιστορικής και ιδεολογικής έκφρασης, με επτά προτεραιότητες:
1. Την έρευνα και διάδοση της ιστορίας,λαογραφίας και γενικά της 
πνευματικής κουλτούρας του Ιονίου χώρου
2. Την συντήρηση και διάδοση της Επτανησιακής ντοπιολαλιάς
3. Την προβολή κάθε είδους δημιουργίας που αφορά στα Επτάνησα και την ένταξη της τοπικής ιστορίας μας, στα σχολικά βιβλία αναλυτικά,όπως της αρμόζει
4. Την ανάπτυξη στενών σχέσεων μεταξύ των μελών της ομάδας και κυρίως την έμπρακτη αλληλοβοήθεια σε κάθε περίπτωση ανάγκης.Συνεργαζόμαστε και σεβόμαστε κάθε κίνηση Επτανησίων για το καλό των νησιών μας
5. Την προώθηση των δικαίων αιτημάτων των Επτανησίων για ισότιμη παρουσία στο εθνικό γίγνεσθαι
6. Την αντιμετώπιση των νησιών μας ως ενιαίο σύνολο και όχι ως ξεχωριστές μονάδες.Η τεράστια νησιωτική Ιόνιος επικράτεια αντιμετωπίζεται από εμάς,σαν μια αδιαίρετη ολότητα.Κάθε βράχος του νησιωτικού συμπλέγματος των Ιονίων είναι κομμάτι της ψυχής μας και της καρδίας μας.Στόχος μας είναι η διατήρηση και διάδοση της Επτανησιακής συλλογικής μνήμης.
7. Την καθιέρωση της σημαίας της Επτανήσου Πολιτείας ως συμβόλου τιμής και μνήμης, της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων
Μέλη της ομάδας γίνονται πολίτες έλκοντες την καταγωγή τους από τα Ιόνια νησιά,ακόμα και αν ζουν μακριά από τον φυσικό χώρο τους και κυρίως έχουν Επτανησιακή σκέψη,φρόνημα και συνείδηση,αλλά και γενικότερα ''οι μετέχοντες της Επτανησιακής παιδείας και κουλτούρας''
Κάθε μέλος της ομάδας,απολαμβάνει της εμπιστοσύνης και του σεβασμού των υπολοίπων μελών με πλήρη προστασία της προσωπικότητας και της ιδιαιτερότητας του.
Η ομάδα σεβόμενη την ιστορικότητα κάθε νησιού καθώς και την γεωγραφική θέση του,ορίζει μεταφερόμενη την έδρα της σε κάθε νησί ανά έτος,με σκοπό την σύσφιξη των σχέσεων των μελών μας
Σύμβολο της ομάδας είναι η σημαία της ''Επτανήσου Πολιτείας'',του πρώτου ανεξάρτητου στον ελλαδικό χώρο κράτους μετά την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας,που ιδρύθηκε στις 21 Μαρτίου του 1800 και έδωσε πνοή ζωής στον χειμαζόμενο ελληνισμό. Απετέλεσε καταφύγιο και ορμητήριο,κάθε κατατρεγμένου αγωνιστή ιδεών,καθώς και των αγωνιστών της μετέπειτα Ελληνικής Επανάστασης.
Στο πάνω μέρος της σημαίας αναγράφεται
ΕΠΤΑΝΗΣΟΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
REPUBBLICA SETTINSULARΕ
και στο κάτω μέρος
21 Μαρτίου Ημέρα Επτανησιακής Υπερηφάνειας.
Για την καλύτερη λειτουργία της ομάδας υπάρχει συντονιστική επιτροπή με επικεφαλής:
Γρηγόρης Μαρκέτος ιδρυτής
και Δημήτρια Φωκά συνιδρύτρια

Σύντολοι!
Ο Λέοντας της Επτανήσου δεν πέταξε ποτέ μακρυά από τα νησιά μας!
Πάντα βρισκόμαστε κάτω από τα άγρυπνο βλέμμα του και μας προστατεύει με τις φτερούγες του!
Η βόγα με το μπατέλο μας, στα καταγάλανα νερά του Ιονίου είναι δύσκολη,αλλά μας ατσαλώνει!
Με τις σκέψεις αυτές ομόφωνα καθιερώνουμε την 21η Μαρτίου ως ημέρα Επτανησιακής Υπερηφάνειας και φυσικά ως ημέρα εορτασμού της ομάδας μας.
Ο Λεων άρχισε να βρυχάται ξανά!
ΟΛΟΙ ΟΙ ΕΠΤΑΝΗΣΙΟΙ ΕΝΩΜΕΝΟΙ ΣΑΝ ΜΙΑ ΓΡΟΘΙΑ!
έμβλημα κατοχυρωμένο με την υπ'αριθμό 14.496 15/03/2013 συμβολαιογραφική πράξη στο συμβολαιογραφείο Πατρών Αντρ.Βίτσα-Μαστροκώστα Πατρέως 8-10

Αναδημοσιευση απο :  http://eptanisos.blogspot.gr/

Παρασκευή 13 Μαΐου 2016

Κεφαλονια Κούρος γιδιών & προβάτων. Γράφτηκε από τον Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός


Γράφτηκε από τον 

Κούρος γιδιών στην Πύλαρο
Στο μαντρί του Γεράσιμου Κουγιανού, στα Μακριώτικα της Πυλάρου, το πανηγύρι μόλις είχε αρχίσει... Οι ψαλίδες είχαν πάρει φωτιά και ξαφνικά ήλθαν οι φίλοι τσοπαναραίοι για να βοηθήσουν και αυτοί στο κούρεμα των γιδιών.

Ήταν αρχές του Ιουλίου και η μέρα ερχόταν ζεστή, αλλά τα δέντρα που βρίσκονταν πλάι στο μαντρί, μας κρατούσαν σκιά και δροσιά. Μαζευτήκαμε μικροί, μεγάλοι, τα εγγόνια του Γεράσιμου Κουγιανού Κουγιανού, τα παιδιά του, ο Κουγιανός και η Πηνελόπη, φίλοι και χωριανοί του: Διονύσης Αλυσανδράτος, Αναστάσιος Ζαφείρης, Γεράσιμος Βασιλόπουλος, Ευάγγελος Σπυράτος, Αργύρης Αλυσανδράτος (κάτοικος Αυστραλίας), Μιχάλης Μπερδεμπές, όλοι για να βοηθήσουν στον κούρο των γιδιών του Γεράσιμου Κουγιανού.

Ο κούρος, δηλαδή το κούρεμα των προβάτων και των γιδιών, πρέπει απαραίτητα να γίνεται, φυσικά, όταν έρχεται η άνοιξη και ανάλογα με τον καιρό, για να διευκολύνει τον τσοπάνη στο άρμεγμα, αλλά και να μην ζεσταίνονται τα ζώα.
Το μαντρί είναι στη θέση «Τιμόθεος», σε κοίλωμα, που το οριοθετούν τα βουνίσια υψώματα, στα δυτικά της Αγίας Καθίστρας και η Κακιά Ράχη και νότια το Σέλωμα της Αγίας Δυνατής. Στο κόλπωμα που σχηματίζουν τα τρία αυτά βουνά και προς την Αγία Δυνατή, χαράζεται από αυλάκι μεγάλο που το χειμώνα κατεβάζει το νερό με ορμή από τις πλαγιές. 
Πάνω από το αυλάκι προς τα δυτικά, στο πλάτωμα, βρίσκεται το μαντρί του Γεράσιμου Κουγιανού Κουγιανού. Στη μπασιά του μαντριού, απέναντι από το στάβλο, κάτω από τα δέντρα είχε τοποθετηθεί η μεγάλη μαγκάδα και καρέκλες, όπου σε αυτές κάθισαν οι πιο δυνατοί για να κρατήσουν τα ζώα, τα οποία θα τα κούρευαν αυτοί που ξέρουν καλά να χειρίζονται το ψαλίδι. Ο Κώστας, γιος του Γεράσιμου με το γιο του, το νεότερο Γεράσιμο, και τα ανίψια του Νίκο και Στέλιο, έπιαναν ένα ένα τα γίδια και τα οδηγούσαν στους κουρείς. Γέλια και πειράγματα, σατιρικά και σκωπτικά, για ποιος έχει τη μεγαλύτερη δύναμη να πιάσει και να κρατήσει το ζώο, μέχρι να το παραδώσει στον κουρέα του. Χαμός πειρακτικός με κέφι και ζωντάνια για να τελειώσει όμορφα η δουλειά αυτή.
Ένα ένα ζώο, όλα γίδια, οδηγούνταν στον κουρέα τους. Καθισμένος κάποιος στην καρέκλα ή στην μαγκάδα, έπιανε το ζώο από το κέρατο, το ακινητοποιούσε και ο κουρέας του με τη μεγάλη ψαλίδα του έκοβε το μαλλί. Φυσικά, του άφηναν μια ποσότητα πάνω στη ράχη, για να μην κρυώνει το ζωντανό, και του «καθάριζαν» τα πλευρά, τα πόδια και το λαιμό. Οι κουρείς ήταν τρεις αρχικά. Έπειτα ήλθαν και άλλοι τσοπαναραίοι, έμπειροι στο κούρεμα και βοήθησαν.
Ο κουρέας ή αυτός που θέλει να κουρέψει ένα ζωντανό, ιδίως γίδι, πρέπει να ξέρει πως δουλεύει την ψαλίδα. Ώστε, να μην πληγώσει το ζώο και το κούρεμα να είναι ομοιόμορφο, χωρίς «σκαλωσιές και αυλάκια», δηλαδή να είναι στρωτό.

Κατά τη διαδικασία του κούρου, ακουστήκανε πολλά και διαφέροντα για τον τρόπο βόσκησης, για τη ζωοκλοπή και τους πρωτεργάτες της, για την ονομασία των γιδιών. Ενώ όλα αυτά συμβαίνανε στο μαντρί, η κυρία Αλίκη Κουγιανού, σύζυγός του Γεράσιμου, μαγείρευε στα Μακριώτικα και μας περίμενε για το τραπέζι.
Ξαφνικά ακούγεται η φωνή του Κουγιανού Κουγιανού και λέει: «Μωρές πάρετε και αυτή τη φλώρα και έπειτα να πάρετε τη μπελίτσο...!»

Βλέπεις, τα πρόβατα και τα γίδια έχουν την ονομασία τους και τις κατηγορίες τους. Θαύμασα την άνεση με την οποία όλοι αυτοί οι τσοπαναραίοι ξέρουν τα ζωντανά τους ένα προς ένα.
Δεν είχε προχωρήσει η ώρα του κούρου και έφτασαν τρία άτομα που πραγματικά αποδείχτηκαν έμπειροι στο κούρεμα: ο Γεράσιμος Μαρκαντωνάτος με δυο παιδιά του, τον Στέλιο και τον Θοδωρή. Καθώς είναι τσοπαναραίοι από κούνια, έπιασαν τα ψαλίδια και με τέχνη κούρεψαν πολλά γίδια. 

Η φωτογραφική μηχανή μου αποτύπωνε την κάθε λεπτομέρεια. Άρχισαν οι διαμαρτυρίες και τα πειράγματα... και ακούστηκε… «Στάσου ορέ, λίγο με το ψαλίδι σου και βγάλε μου μια ψείρα που έχει ανεβεί πάνω μου...» γέλια και αστεία υπέροχα.

Ακούστηκε ο άλλος να λέει...! «Τι φοβάσαι μήπως και σε φάει;» 

Βλέπεις, καθώς κούρευαν τα γίδια ξεπροβάλλανε οι γιδόψειρες και αυτές οι διαβολεμένες, προσπαθούσαν να κρυφτούν όπου μπορούν. 
Κάθε τόσο κάποιος από την ομάδα, ιδίως ένα παιδί, μάζευε τα κομμένα μαλλιά και τα έβαζε σε ένα σακί. Αναρωτήθηκα, τι γίνεται με όλο αυτό το υλικό, δηλαδή ποια είναι η τύχη του. Παλιά, είπε κάποιος, «…τα μαζεύαμε και τα στέλναμε σε ένα εργοστάσιο, στο οποίο φτιάχνονταν κουβέρτες. Πάει χρόνια που το εργοστάσιο έκλεισε και όπως καταλαβαίνει ο καθένας τα μαλλιά τα πετάμε».

Κατάλαβα!... τόσο μαλλί πάει χαμένο, πρωτογενές υλικό αχρησιμοποίητο...

Βλέπεις, άλλαξαν οι εποχές μας... και πού να γυρίσουν και πίσω...! τι έχει να γίνει...!

Στάση λοιπόν για να βγάλουμε τις γιδόψειρες, που μας είχαν κάνει επίθεση.

Ο κούρος των γιδιών έφτανε στο τέλος του και είχαν μείνει στο μαντρί 3-4 πρόβατα που είναι μέρος του κοπαδιού του Κουγιανού.


Εδώ λοιπόν το κούρεμα ήταν διαφορετικό. Τα γίδια λόγω του ότι είναι ατίθασα, κουρεύονται όρθια με τη βοήθεια πάντα κάποιου, που να κρατά το ζώο από τα κέρατα, ή όπως κάνουν σε άλλα μέρη, όπου τα δένουν, ή που τους κάνουν φούρκες, για να μηνμπορούν εύκολα να κουνηθούν και έτσι να υπακούσουν στα χέρια των κουρέων τους.

Τα πρόβατα είναι πιο υπάκουα και εύκολα τα ξαπλώνουν κάτω και ο τσοπάνης μπορεί μόνος του τα κουρέψει με άνεση. 

Το κούρεμα γίνεται με ψαλίδες χειροκίνητες, που ως συνήθως οι τσοπαναραίοι της Κεφαλονιάς προμηθεύονται από την Ήπειρο. Βέβαια, τις χειροκίνητες ψαλίδες και τον παραδοσιακό τρόπο εκτοπίζουν οι ηλεκτρικές μηχανές κουρέματος, ειδικές για τον κούρο των ζώων, οι οποίες είναι ακριβές στην τιμή τους και για ορισμένο αριθμό χρήσεων. 

Χαρήκαμε τον κούρο των γιδιών στο μαντρί του Γεράσιμου Κουγιανού, στην Πύλαρο. Πραγματοποιήθηκε με κέφι, με συμμετοχή των χωριανών του, μα πάνω από όλα με τη βοήθεια των φίλων του τσοπαναραίων της περιοχής. Επίσης, ο κούρος έγινε με τις χειροκίνητες ψαλίδες και όχι με ηλεκτρικές ψαλίδες κουρέματος.


Τέλος, ακολούθησε ο έλεγχος στα ζωντανά, λίγο πριν τα ελευθερώσουν για να βοσκήσουν.

Μπήκε το φάρμακο για τις ψείρες και το σκουλήκι σε όποια ζώα ήταν αναγκαίο. Ακόμη ο ήλιος δεν ήταν μεσούρανα, η ζέστη δε μας είχε προλάβει και ακούστηκε η φωνή του Γεράσιμου Κουγιανού να πάμε στο σπίτι του για το τραπέζι. 

Στην αυλή του είχε στρωθεί το γεύμα... μυρουδικά και ψητά, βραστά και κομμάτια κρέας καλομαγειρεμένο από τα χέρια της Αλίκης Κουγιανού. Πλούσια τα φαγητά και τα εδέσματα.
Καθίσαμε... και στρωθήκαμε να γιομίσουμε τη γαστέρα μας, ικανοποιημένοι για τον κούρο των γιδιών. Να... και το κρασί στο τραπέζι. Πες και πιες, να σου και κατέβαινε η μπουκάλα του κρασιού... και τα πειράγματα συνεχίζονταν.

Άδραξα την ευκαιρία με την κεφαλονίτικη παροιμία. Και είπα... Παιδιά προσέξτε!


«Οι μήνες που δεν έχουν ρ, βάλτε στο κρασί νερό».
Ακούστηκε η ριμναδόρικη απάντηση από γέρο «κρυφοερωτευμένον».

«Εγώ κρασί δεν έπινα ρακί για να μεθύσω
τώρα τα πίνω και τα δυο για να σε αλησμονήσω»

Τίποτε, όλη η παρέα έτρωγε και έπινε και κατέβαιναν οι στάθμες στις μποτίλιες.

Αφού είδα πώς η κατάσταση είχε προχωρήσει σε κέφι, μπήκα στο πειρασμό να ρωτήσω για τη ζωοκλοπή και τους πρωτεργάτες της.

Χείμαρρος ξεχύθηκε η μνήμη και η φωνή του Γεράσιμου Κουγιανού, τύπος υπέροχος, χρόνια στα κοινά και παλιός γνώστης της παράδοσης του τόπου του.
Με μια ρίμνα μίλησε για την Πύλαρο και τη ζωοκλοπή.

Τόπος με άγρια περνάρια
που γεννάει παλικάρια
λεβεντόκορμα και αψά
που στην κάθε καταιγίδα
την αρπάζουνε τη γίδα
με την πρώτη αστραψιά. 

Μιλήσαμε για τους ζωοκλέφτες και την δράση τους, που ακόμη και σήμερα κάποιοι από αυτούς συνεχίζουν και καλλιεργούν «το χούι τους».


Άγιε Δημήτρη ρίξε αστραπόβροντα 
να βγουν οι Μακριάδες να κλέψουν πρόβατα.
Όμως αυτοί οι ζωοκλέφτες είχαν και κοινωνικό σκοπό και προσφορά, τουλάχιστον όταν γιόρταζε ο Άγιος Δημήτριος στα Μακριώτικα. Όπως ήταν φυσικό, στο γιορτάσι του Αη Δημήτρη, τού έφερναν κάτι από τα κλεψιμαίικα, για να τον τιμήσουν και να κρατήσουν το πανηγύρι του μεγάλο σε διάρκεια. Έτσι, ξανακούστηκε η ρίμα του Γεράσιμου Κουγιανού για τα κλεψιμαίικα του πανηγυριού.

Το πανηγύρι κράταγε πάντοτε μια βδομάδα
για να τελειώσουν τα σφαχτά που μπήκανε απʼ την μπάντα.


Και του χρόνου να είμαστε καλά και να βρεθούμε στον κούρο των γιδιών στην Πύλαρο.

Κούρος προβάτων στην Θηνιά
Στη ρεματιά της Αγίας Κυριακής στη Θηνιά, 500 μέτρα πριν φτάσουμε στη θάλασσα, στο μαντρί του Γεράσιμου Παναγή Ξένου πραγματοποιήθηκε κούρος προβάτων κατά τα μέσα του Ιουνίου.

Από το πρωί μαζεύτηκε η παρέα, αποτελούμενη από φίλους του Γεράσιμου Ξένου, τσοπαναραίοι από άλλα μέρη του νησιού που ήλθαν να βοηθήσουν για το κούρεμα των προβάτων. Αρχηγός ο Παναγής ο Ξένος, πατέρας του Γεράσιμου, ο Διονύσης Λυκούδης από την Παλική, ο Χαράλαμπος Ραυτόπουλος από την Έρυσσο και δυο τρεις Βορειοηπειρώτες που κατοικούν στην περιοχή και ασχολούνται με την κτηνοτροφία.
Ξεκίνησε το κούρεμα των προβάτων, με το Γεράσιμο τον Ξένο να πιάνει ένα ένα τα πρόβατα από το μαντρί και να τα οδηγεί στους κουρείς. Άλλος κουρέας είχε την παραδοσιακή ψαλίδα και με τέχνη κούρευε τα ζωντανά και άλλος με την ηλεκτρική κουρευτική μηχανή και έτσι η δουλειά δεν άργησε να ολοκληρωθεί. Όταν τα μαλλιά από το κούρεμα μαζεύονταν σωρό, κάποιος από την παρέα τα έβαζε σε τσουβάλια. 


Τα κούρεμα των προβάτων όπως και των γιδιών είναι απαραίτητο κοντά να φτάσει το καλοκαίρι για να παίρνει «αέρα το ζώο» και να εξυπηρετεί τον τσοπάνη στο άρμεγμα. Βασικά, στα τέλη Απριλίου και αρχές Μαΐου κόβουν το μαλλί των προβάτων στο πίσω μέρος του ζώου, δηλαδή κάνουν «κολόκουρο» και κατά τα τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου κάνουν τον «κούρο ή σόχουρο». Παλαιότερα, μετά τον κούρο πήγαιναν τα πρόβατα στην θάλασσα και τα έπλεναν.
Επίσης, τα πρόβατα κουρεύονται πιο εύκολα από τα γίδια, μιας και αυτά τα ζωντανά είναι υπάκουα. Η υπακοή οφείλεται στο ότι το πρόβατο φοβάται και το ψαλίδι και τη θάλασσα και στέκει ακίνητο, με αποτέλεσμα να διευκολύνει τον κουρέα του.

Έτσι, ακούστηκε η φράση του Παναγή του Ξένου, που αφορά στην περίπτωση του κούρου αυτών των ζωντανών.


«Η ψαλίδα και το μπάνιο γεράζει την προβατίνα»
Κατά τη διάρκεια του κουρέματος οι τσοπαναραίοι κουρείς μιλούσαν για τις ονομασίες των προβάτων, τα χρώματά τους και για τα χαρακτηριστικά που έχει η κάθε ράτσα. Τα καφέ πρόβατα τα λένε κάτσενα, το μούργο είναι αυτό που μαυρίζει στο μουσούδι του, το μπελίτσο όταν είναι άσπρο, το λάγιο όταν είναι μαύρο, το σίβο όταν έχει καφέ αχνό χρώμα, μουργοκάλεσσο όταν έχει πικές. Φυσικά δίνουν και άλλες ονομασίες σε προβατίνες, ανάλογα με το πώς είναι τα κέρατά: με ορθά κέρατα τη λένε ορθοκέρα, με πίσω κέρατα την λένε καϊλάτη και άλλη με πολύ γυριστά κέρατα, μπουτσικογκέσα. Όταν τα αυτιά της είναι μικρά τη λένε τσιόλα μούργα. 

Η παρέα των τσοπαναραίων κούρεψε τα πρόβατα με σβελτοσύνη, φρόντισε με σχολαστικό έλεγχο το κάθε ζωντανό. Όλα αυτά με καλή διάθεση και πειράγματα, αστεία και καλαμπούρια.
Τελείωσε ο κούρος των προβάτων και καταλήξαμε για τραπέζι στο σπίτι του Παναγή Ξένου στα Ζόλα. Ακούστηκαν πολλά και ενδιαφέροντα για την ποιμενική ζωή. Γιομίσαμε την κοιλιά μας με υπέροχα φαγητά, που η οικογένεια Ξένου είχε φτιάξει, ιδίως η πρωτομαγείρισσα, σύζυγος του Παναγή, η Τζόγια. Βασική μας πρόποση ήταν η υπόσχεση να βρεθούμε και πάλι του χρόνου για τον κούρο στην Θηνιά, στο μαντρί του Γεράσιμου Παναγή Ξένου.
 
Αναδημοσιευση απο : http://kefalonitis.com/

Τρίτη 3 Μαΐου 2016

Ηλίας Τουμασάτος: Η μπάντα της Φιλαρμονικής και ο πολιτισμός (;) μας



Η μαέστρος της Φιλαρμονικής Σχολής Κεφαλληνίας κ. Αλεξία Μαρτσέλου, με το διακριτικό αλλά καίριο κείμενό της που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στα τοπικά μέσα, διατυπώνει την αγωνία της για μια θλιβερή πραγματικότητα για τον πολιτισμό του Νομού μας: Η μπάντα της Φιλαρμονικής Σχολής Κεφαλληνίας, μιας από τις ιστορικές Φιλαρμονικές της Επτανήσου, δεν παιανίζει πια στους δρόμους της μικρής μας πόλης. Λίγες μέρες πριν είχε δοθεί στη δημοσιότητα και έγγραφο της Διοίκησης της Σχολής, όπου εξηγείται αναλυτικά το μέγεθος του προβλήματος, που οδήγησε στην αναστολή λειτουργίας της μπάντας από τον Αύγουστο του 2015.





Αρκετοί μήνες έχουν περάσει, και ίσως δεν έχουμε συνειδητοποιήσει πόσο τεράστιο πλήγμα για την Κεφαλονιά είναι η σιωπή τούτης της μπάντας. Θα πει κανείς, μα και οι άλλες Φιλαρμονικές προσφέρουν έργο. Ναι, προσφέρουν σημαντικό έργο και αγωνίζονται κι αυτές να επιβιώσουν, επαφιέμενες στον πατριωτισμό κάποιων ανθρώπων. Μουσικών, παιδιών, γονέων. Αλλά πόσο θ' αντέξουν κι εκείνες ακόμα; Και, έτσι, σιωπηρά και ανερυθρίαστα, θα βάλουμε «τελεία» σε μια μουσική ιστορία που έχει ξεκινήσει από το 1838;
Ακόμα πιο θλιβερό είναι βέβαια να αντιμετωπίζουμε αυτή την κατάσταση με ένα αμήχανο (και συγκαλυμμένα αδιάφορο) "Και τί να κάνουμε; Η κρίση...". Κι εκεί κουνάμε τους ώμους, βάζουμε τελεία και προχωράμε μοιρολατρικά στην επόμενο αμήχανο «Και τι να κάνουμε; Η κρίση...» για κάποιο άλλο τοπικό μας ζήτημα...
Ναι, η κρίση. Αλλά ποια κρίση; Η κρίση που μας ταλανίζει εδώ και χρόνια, και για την οποία ελάχιστοι έχουν το θάρρος να μιλήσουν. Η κρίση της αποθέωσης του τίποτα και του φαίνεσθαι. Η κρίση της περιφρόνησης για την ουσία του πολιτισμού, που είναι η καλλιέργεια της κουλτούρας στις νέες γενιές. Κάποια στιγμή πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά για αυτά τα θέματα. Κι ας μην είμαστε αρεστοί.
Δεν με ενδιαφέρει να αποδώσω ευθύνες σε πρόσωπα και Αρχές. Ποτέ δε μου άρεσε να παριστάνω το δικαστή ή τον τιμητή των πάντων. Ούτε θέλω να απαξιώσω τις αξιόλογες προσπάθειες που γίνονται με πραγματική αυτοθυσία από ανθρώπους στο νησί, στη μουσική, στο θέατρο, στο χορό, στα εικαστικά, στον αθλητισμό (που όσο δεν γίνεται στοιχηματοποιημένος πρωταθλητισμός είναι κι αυτός πολιτισμός). Με ενδιαφέρει να εκφράσω την αγωνία μου για το τί μπορεί να γίνει για να σταματήσουμε αυτή την πορεία προς το ανούσιο τίποτα. Και να ξαναβρούμε το δρόμο που οδηγεί σε ό,τι σαν Επτανήσιοι ξέραμε να υπηρετούμε επί αιώνες. Τη δημιουργία και τον πολιτισμό.
Αλλά, ας δούμε το δάσος, όχι το δέντρο... Θα μου πείτε, εδώ δεν έχουμε σχολεία και νοσοκομεία, μήπως είναι πολυτέλεια να μιλάμε για τη Φιλαρμονική;
Όχι, δεν είναι. Η κοινωνία είναι ένα σώμα που χρειάζεται όλα της τα όργανα για να δουλέψει σωστά. Ό,τι αρρωσταίνει και πεθαίνει, μοιραία συμπαρασύρει κι άλλα, και στο τέλος τα πάντα, στη φθορά και την ανυπαρξία. Και πολύ φοβάμαι ότι η μεγαλύτερη "αρρώστια" της δικιάς μας κοινωνίας δεν είναι η έλλειψη χρημάτων. Είναι ότι χάνουμε μέρα με τη μέρα τις αξίες μας. Δηλαδή αυτό που κρατάει ζωντανή την επτανησιακή μας ταυτότητα.
Ολόκληρη η κοινωνία μας φταίει. Δεν φτάνουν τα χρήματα και η οικονομική υποστήριξη από τις Αρχές. Βλέπαμε, και όταν "λεφτά υπήρχαν", με ποιο τρόπο στην πλειονότητά τους μοιράζονταν. Δεν είναι μόνο τα λεφτά. Ίσως δεν είναι καν τα λεφτά. Είναι και η αποχαύνωση μιας κοινωνίας που αρκείται στο να σουλατσάρει αδιάφορη μεταξύ Λιθοστρώτου και Πλατείας, που προτιμά να βλέπει (κάνοντας πως δεν βλέπει) τα παιδιά της μεθυσμένα (και όχι μόνο μεθυσμένα) να περιφέρονται στους δρόμους τραβώντας "selfies", κάνοντας "check in", και μετρώντας "likes". Ναι, προτιμά αυτή την εικονική (βολική) πραγματικότητα, από το να βάζει τα παιδιά σε μια πιο δύσκολη διαδικασία: στο να «κοινωνούν» την τέχνη, επιχειρώντας μια ουσιαστική και αποτελεσματική λύση για τα αδιέξοδά τους: Την ενασχόληση με τη μουσική, τον πολιτισμό, ό,τι σου προκαλεί συγκίνηση, ευαισθητοποίηση, καλλιέργεια, ουσιαστική μόρφωση.
Τα παιδιά δεν φταίνε. Εμείς τα οδηγούμε εκεί, με την αδιαφορία μας για την ουσία, με την εμμονή μας στη φιγούρα, στο εύκολο, στο ευτελές. Αν αυτό μονάχα τους προσφέρουμε, αυτό θα έχουν. Η Φιλαρμονική, όπως και όλοι οι φορείς πολιτισμού του νησιού, δεν "χτίζουν" απλά καλλιεργημένους ανθρώπους. Δεν δίνουν τα πρώτα φώτα σε μετέπειτα λαμπρούς μουσικούς που μας κάνουν περήφανους. Επιπλέον, δημιουργούν και σε όλα τα παιδιά που συμμετέχουν και σημαντικές μελλοντικές αναμνήσεις, που ανατροφοδοτούν και τις επόμενες γενιές με την αγάπη για τη μουσική και τον πολιτισμό. Το φτηνό, το ανούσιο και το τίποτα, δεν μπορούν να αναπαράγουν κάτι άλλο από το κενό, την πλήξη, το "δε βαριέσαι, εμείς να κάνουμε ζωάρα και όλα τα άλλα να πάνε να... " Αυτό προτιμάμε, στ’ αλήθεια; Προτιμάμε αυτό που λέει ένα ποπ τραγούδι: «Κοινωνία δανεισμένη, απ’ τα χρέη της πνιγμένη / έξι μέρες ναρκωμένη και το Σάββατο να βγαίνει»;
Όποιος διαβάσει το το βιβλίο του Αγγελο-Διονύση Δεμπόνου για τη Φιλαρμονική Σχολή Κεφαλληνίας («Η Φιλαρμονική Σχολή Κεφαλληνίας, 1838-1940: Η εκατόχρονη Ιστορία ενός Ιδρύματος και μιας κοινωνίας», Αργοστόλι: ΝΕΛΕ Κεφαλονιάς, 1988), θα διαπιστώσει ότι σε πολύ πιο δύσκολες εποχές οι Κεφαλονίτες πάλεψαν και την έσωσαν τη Φιλαρμονική τους, γιατί τη θεωρούσαν κομμάτι αναπόσπαστο της ύπαρξής τους. Και θα ντραπεί για λογαριασμό όλων εμάς των "σύγχρονων" Κεφαλονιτών με τις αμαξάρες που δεν έχουν βενζίνη, τις σπιταρόνες που δεν έχουν πετρέλαιο, τα πανάκριβα κινητά που δεν έχουν μονάδες, και την ανέξοδη κομπορρημοσύνη που δεν έχει περιεχόμενο και αντίκρισμα.
Μέσα στη φτώχεια τους εκείνοι οι "παλαιοί" είχαν μέσα τους την αίσθηση ότι συνεχίζουν μια παράδοση που κρατήθηκε ζωντανή επί αιώνες. Μαθαίνανε μαντολίνο, κιθάρα, κι ας είχανε τρύπιες κάλτσες, και ούτε δεύτερο ζευγάρι παπούτσια. Γιατί κάποτε ακόμη και οι φτωχοί, σχεδόν αναλφάβητοι Κεφαλονίτες, φτιάχνανε αυτοσχέδιες ρίμνες, ήξεραν απέξω μεγάλους ποιητές, γεμίζανε τον «Κέφαλο» και τον «Απόλλωνα», τα θέατρα της πόλης (όχι μόνο τα ιδιόκτητα θεωρεία των αστών αλλά και την πλατεία του απλού λαού), ξέρανε ακόμα και αποσπάσματα από όπερες. Σήμερα άραγε, πέρα από τις εξαιρέσεις, τί "μουσική" ακούει η πλειοψηφία; (Ας μην πούμε ονόματα και θίξουμε οικογένειες...) Τί "λατρεύει;". Και δεν είναι το "τί;" που έχει σημασία, είναι το «γιατί;»
Είναι, επιπλέον, και κυρίως, το τί μπορούμε να κάνουμε, από δω και πέρα για να ξαναβρούμε τον χαμένο μας εαυτό;
Μπορούμε να ξαναδούμε την ιστορική μπάντα της Φιλαρμονικής στους δρόμους της πόλης; Ή θα μας μείνουνε μονάχα οι εκκωφαντικοί θόρυβοι από πλαστικές μουσικές μίας χρήσεως και από κόρνες και μαρσαρίσματα της μηχανόβιας καθημερινότητάς μας;
Δεν το αξίζει αυτό η Φιλαρμονική μας. Δεν το αξίζει ο τόπος μας και η ιστορία του.
Εμείς, αλήθεια, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα; Τίποτα;
Ηλίας Τουμασάτος
'