Πρόσφατα διάβασα δύο εξαιρετικά άρθρα των κυρίων Δανάη Δραγωνέα και Διονύση Ματιάτου για το τι σημαίνει να είσαι Κερκυραία και τι σημαίνει να είσαι Κεφαλονίτης αντίστοιχα. Και τα δύο ήταν εξίσου εύστοχα, γλυκά και συγκινητικά.
Μέσα σε λίγες γραμμές αποτύπωσαν όλη τη μαγεία του να κατάγεσαι από δυο τόσο όμορφους τόπους. Τι συμβαίνει όμως όταν τυχαίνει να κατέχεις και… τις δύο ιδιότητες; Όταν ανακοινώνεις στους συνομιλητές σου την καταγωγή σου κ εκείνοι αναφωνούν «Βέρα Επτανήσια! Θα είσαι θεόμουρλη!». Δεν έχουν και άδικο τελικά. Τυχαίνει να είμαι ένα… mix.
Ο πατέρας μου είναι Κερκυραίος (και μισός Οθωνιώτης), η μαμά μου Κεφαλλονίτισσα και παράλληλα, γεννήθηκα στην Αμερική. Μεγάλωσα στην Κέρκυρα ενώ τα καλοκαίρια μου τα περνούσα εξ ολοκλήρου στην Κεφαλονιά.
Δε μπορώ να συγκρίνω τα δύο αυτά μέρη παρ΄ ότι μοιάζουν αλλά και διαφέρουν σε πολλά. Κι όμως, έχω αποκτήσει εκεί τις ωραιότερες αναμνήσεις μου.
Η κουλτούρα των Επτανήσων είναι ιδιαίτερη και ξεχωριστή.Τι σημαίνει να μεγαλώνεις στην Κέρκυρα λοιπόν; Σημαίνει πρώτα απ’ όλα να μεγαλώνεις με Verdi, Rossini και Tchaikovsky, τρέχοντας με το φλάουτο στο χέρι για την πρόβα ή την επόμενη λιτανεία.
Είναι οι βόλτες στο Καμπιέλο και στο Λιστόν μετά την πρόβα με… πατατάκια και κόκα-κόλα παρ’ όλη τη βροχή (ναι, βρέχει ακατάπαυστα στην Κέρκυρα το χειμώνα). Σημαίνει η παρέα σου να είναι αποκλειστικά μέλη των φιλαρμονικών του νησιού και να πειράζει ο ένας τον άλλο.
Είναι τα βραδάκια στο φρούριο, τα απογευματινά μαθήματα αργότερα στο Πανεπιστήμιο και η ποδηλατάδα στην παραλιακή της Γαρίτσας. Είναι τα μπάνια στον Ανεμόμυλο, τα απογεύματα στη μπάντα, η τσιτσιμπύρα στου Ζήσιμου, οι λουκουμάδες την παραμονή «τ’ Αγιού» και η μυρωδιά της πασχαλιάς τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Και βέβαια, είναι η γλυκιά μελαγχολία στον Επιτάφιο του Αγίου Σπυρίδωνα το Μέγα Σάββατο παίζοντας την «Caldae Lacrimae» με τη Φιλαρμονική.
Τα καλοκαίρια δε, δεν περίμενα τίποτα άλλο από το να φτάσω στο νησί της μαμάς μου, την Κεφαλονιά.
Το χωριό της μαμάς μου, τα Μαυράτα, βρίσκεται στη νότια Κεφαλονιά και όπως προανέφερα, περνούσα ολόκληρο το καλοκαίρι στο σπίτι της γιαγιάς μου. Περίμενα με λαχτάρα τις φίλες μου από Αθήνα και τους συγγενείς από Αμερική για να γυρίσουμε το νησί.
Τι μου έρχεται πρώτο στο μυαλό; Πολλά. Ξεφλουδισμένους από τον ήλιο ώμους, ψάθινο καπέλο με κερασάκια, μεσημεριανή ξεκούραση με καρπουζάκι και σύκα, αστεία με τα ξαδέρφια κ τζιτζίκια. Άπειρα τζιτζίκια. Μπάνια στις απίστευτες, διάφανες παραλίες και το βραδάκι παιχνίδι μέχρι να σκοτεινιάσει. Και όταν σουρούπωνε, όλοι για σουβλάκια ή παγωτό στου κυρ- Πέτρου με θέα τη Ζάκυνθο.
Ακόμα, κρυφές εξορμήσεις τα μεσημέρια, όταν όλοι κοιμούνταν, στα ντουλάπια της γιαγιάς για γλυκά του κουταλιού, κεφαλονίτικες μάντολες, λουκούμια, παστίλιες και καραμέλες βουτύρου. Ακόμα, το πανηγύρι της Παναγίας της Φιδούσας στο Μαρκόπουλο αλλά και του Αγίου Γερασίμου την επόμενη ημέρα. Βλέπετε, διπλογιορτάζω.
Και στις 15 Αυγούστου το τραπέζι της γιορτής μου στο οποίο ερχόταν φυσικά όλο το σόι. Κεφαλονιά για μένα σημαίνει καντάδες, κόκκινες, ζεστές μάντολες, τα μαύρα έλατα του Αίνου, η βόλτα στο Λιθόστρωτο του Αργοστολίου, οι πλανόδιοι πωλητές λεβάντας έξω από το μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου, τα βράδια στην κοσμοπολίτικη Σκάλα, και το παγωτό στο beach-bar του θείου Φώτη στον Κατελειό μαζί με τα ξαδέρφια.
Τι σημαίνει λοιπόν να κατάγεσαι από δύο τόσο ιδιαίτερους τόπους; Σημαίνει να αναφωνείς «Άγιε μου» και να εννοείς και τους δύο, Άγιο Σπυρίδωνα και Άγιο Γεράσιμο. Σημαίνει να ονειρεύεσαι το Πάσχα στην Κέρκυρα και τα καλοκαίρια στην Κεφαλονιά. Να τραγουδάς καντάδες και να ξέρεις τους παραδοσιακούς χορούς και των δύο νησιών.
Η γλυκιά προσμονή αντικρίζοντας τον Αίνο όταν το πλοίο δένει στη Σάμη και να ανυπομονείς να φτάσεις στο σπίτι για να φας την κεφαλονίτικη κρεατόπιτα δια χειρός γιαγιάς. Να φέρνεις στην παρέα στην Κέρκυρα μάντολες και στους συγγενείς στην Κεφαλονιά κουμ-κουάτ.
Να έχεις ανάμεικτη, τραγουδιστή προφορά και οι συμφοιτητές σου να αναγνωρίζουν την επτανησιακή «τρέλα» σου. Είναι ακόμα τα ηλιόλουστα πρωινά στο Λιστόν και τα δροσερά βραδάκια στο Αργοστόλι. Τα δειλινά στα Μουράγια και η μυρωδιά της μουσταλευριάς στο σπίτι της γιαγιάς ανάμεικτη με τη μυρωδιά των γλυκών του κουταλιού.
Να νιώθεις το ίδιο δέος στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα και την ίδια ηρεμία στην αυλή του μοναστηριού του Αγίου Γερασίμου, πνιγμένη από λουλούδια και λεβάντες.
Στην Κέρκυρα να σε αποκαλούν «κουτσούνα» και στην Κεφαλονιά «κυρά μου». Ακόμα, να μην ξέρεις αν τελικά «εβουρλίστηκες» ή «κουρλάθηκες». Να σε ρωτούν «Από πού είσαι;» και να μη μπορείς να απαντήσεις με συντομία με ακρίβεια. Και αυτή νομίζω είναι και η ωραιότερη απάντηση.
Τζέμα Δεσύλλα- Ιστορικός- ερευνήτρια
Μέσα σε λίγες γραμμές αποτύπωσαν όλη τη μαγεία του να κατάγεσαι από δυο τόσο όμορφους τόπους. Τι συμβαίνει όμως όταν τυχαίνει να κατέχεις και… τις δύο ιδιότητες; Όταν ανακοινώνεις στους συνομιλητές σου την καταγωγή σου κ εκείνοι αναφωνούν «Βέρα Επτανήσια! Θα είσαι θεόμουρλη!». Δεν έχουν και άδικο τελικά. Τυχαίνει να είμαι ένα… mix.
Ο πατέρας μου είναι Κερκυραίος (και μισός Οθωνιώτης), η μαμά μου Κεφαλλονίτισσα και παράλληλα, γεννήθηκα στην Αμερική. Μεγάλωσα στην Κέρκυρα ενώ τα καλοκαίρια μου τα περνούσα εξ ολοκλήρου στην Κεφαλονιά.
Δε μπορώ να συγκρίνω τα δύο αυτά μέρη παρ΄ ότι μοιάζουν αλλά και διαφέρουν σε πολλά. Κι όμως, έχω αποκτήσει εκεί τις ωραιότερες αναμνήσεις μου.
Η κουλτούρα των Επτανήσων είναι ιδιαίτερη και ξεχωριστή.Τι σημαίνει να μεγαλώνεις στην Κέρκυρα λοιπόν; Σημαίνει πρώτα απ’ όλα να μεγαλώνεις με Verdi, Rossini και Tchaikovsky, τρέχοντας με το φλάουτο στο χέρι για την πρόβα ή την επόμενη λιτανεία.
Είναι οι βόλτες στο Καμπιέλο και στο Λιστόν μετά την πρόβα με… πατατάκια και κόκα-κόλα παρ’ όλη τη βροχή (ναι, βρέχει ακατάπαυστα στην Κέρκυρα το χειμώνα). Σημαίνει η παρέα σου να είναι αποκλειστικά μέλη των φιλαρμονικών του νησιού και να πειράζει ο ένας τον άλλο.
Είναι τα βραδάκια στο φρούριο, τα απογευματινά μαθήματα αργότερα στο Πανεπιστήμιο και η ποδηλατάδα στην παραλιακή της Γαρίτσας. Είναι τα μπάνια στον Ανεμόμυλο, τα απογεύματα στη μπάντα, η τσιτσιμπύρα στου Ζήσιμου, οι λουκουμάδες την παραμονή «τ’ Αγιού» και η μυρωδιά της πασχαλιάς τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Και βέβαια, είναι η γλυκιά μελαγχολία στον Επιτάφιο του Αγίου Σπυρίδωνα το Μέγα Σάββατο παίζοντας την «Caldae Lacrimae» με τη Φιλαρμονική.
Τα καλοκαίρια δε, δεν περίμενα τίποτα άλλο από το να φτάσω στο νησί της μαμάς μου, την Κεφαλονιά.
Το χωριό της μαμάς μου, τα Μαυράτα, βρίσκεται στη νότια Κεφαλονιά και όπως προανέφερα, περνούσα ολόκληρο το καλοκαίρι στο σπίτι της γιαγιάς μου. Περίμενα με λαχτάρα τις φίλες μου από Αθήνα και τους συγγενείς από Αμερική για να γυρίσουμε το νησί.
Τι μου έρχεται πρώτο στο μυαλό; Πολλά. Ξεφλουδισμένους από τον ήλιο ώμους, ψάθινο καπέλο με κερασάκια, μεσημεριανή ξεκούραση με καρπουζάκι και σύκα, αστεία με τα ξαδέρφια κ τζιτζίκια. Άπειρα τζιτζίκια. Μπάνια στις απίστευτες, διάφανες παραλίες και το βραδάκι παιχνίδι μέχρι να σκοτεινιάσει. Και όταν σουρούπωνε, όλοι για σουβλάκια ή παγωτό στου κυρ- Πέτρου με θέα τη Ζάκυνθο.
Ακόμα, κρυφές εξορμήσεις τα μεσημέρια, όταν όλοι κοιμούνταν, στα ντουλάπια της γιαγιάς για γλυκά του κουταλιού, κεφαλονίτικες μάντολες, λουκούμια, παστίλιες και καραμέλες βουτύρου. Ακόμα, το πανηγύρι της Παναγίας της Φιδούσας στο Μαρκόπουλο αλλά και του Αγίου Γερασίμου την επόμενη ημέρα. Βλέπετε, διπλογιορτάζω.
Και στις 15 Αυγούστου το τραπέζι της γιορτής μου στο οποίο ερχόταν φυσικά όλο το σόι. Κεφαλονιά για μένα σημαίνει καντάδες, κόκκινες, ζεστές μάντολες, τα μαύρα έλατα του Αίνου, η βόλτα στο Λιθόστρωτο του Αργοστολίου, οι πλανόδιοι πωλητές λεβάντας έξω από το μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου, τα βράδια στην κοσμοπολίτικη Σκάλα, και το παγωτό στο beach-bar του θείου Φώτη στον Κατελειό μαζί με τα ξαδέρφια.
Τι σημαίνει λοιπόν να κατάγεσαι από δύο τόσο ιδιαίτερους τόπους; Σημαίνει να αναφωνείς «Άγιε μου» και να εννοείς και τους δύο, Άγιο Σπυρίδωνα και Άγιο Γεράσιμο. Σημαίνει να ονειρεύεσαι το Πάσχα στην Κέρκυρα και τα καλοκαίρια στην Κεφαλονιά. Να τραγουδάς καντάδες και να ξέρεις τους παραδοσιακούς χορούς και των δύο νησιών.
Η γλυκιά προσμονή αντικρίζοντας τον Αίνο όταν το πλοίο δένει στη Σάμη και να ανυπομονείς να φτάσεις στο σπίτι για να φας την κεφαλονίτικη κρεατόπιτα δια χειρός γιαγιάς. Να φέρνεις στην παρέα στην Κέρκυρα μάντολες και στους συγγενείς στην Κεφαλονιά κουμ-κουάτ.
Να έχεις ανάμεικτη, τραγουδιστή προφορά και οι συμφοιτητές σου να αναγνωρίζουν την επτανησιακή «τρέλα» σου. Είναι ακόμα τα ηλιόλουστα πρωινά στο Λιστόν και τα δροσερά βραδάκια στο Αργοστόλι. Τα δειλινά στα Μουράγια και η μυρωδιά της μουσταλευριάς στο σπίτι της γιαγιάς ανάμεικτη με τη μυρωδιά των γλυκών του κουταλιού.
Να νιώθεις το ίδιο δέος στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα και την ίδια ηρεμία στην αυλή του μοναστηριού του Αγίου Γερασίμου, πνιγμένη από λουλούδια και λεβάντες.
Στην Κέρκυρα να σε αποκαλούν «κουτσούνα» και στην Κεφαλονιά «κυρά μου». Ακόμα, να μην ξέρεις αν τελικά «εβουρλίστηκες» ή «κουρλάθηκες». Να σε ρωτούν «Από πού είσαι;» και να μη μπορείς να απαντήσεις με συντομία με ακρίβεια. Και αυτή νομίζω είναι και η ωραιότερη απάντηση.
Τζέμα Δεσύλλα- Ιστορικός- ερευνήτρια