Η σχέση του Διόνυσου με την Κεφαλλονιά χάνεται στα μυθικά ακόμη χρόνια. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από το έδαφος όπου ευδοκιμεί κάθε λογής κλήμα. Αποδεικνύεται και από τη μουσική μας παράδοση, από τη σάτυρα και την ευθυμία που μας χαρακτηρίζουν.
Παλαιότερα, με κουδούνες, με προβατίσιες προσωπίδες, με δέρματα ζώων και κάθε λογής καρπούς, λαός κι αρχοντολόι μαζί, προσπαθούσαν να εξευμενίσουν τους θεούς της άνοιξης για να φέρουν καλή σοδειά. Αργότερα προστέθηκαν το γαϊτανάκι (1), οι καντρίλλιες (2) και οι γκιόστρες (3) για να θυμίζουν τον ιπποτικό μεσαίωνα του νησιού μας και τα βενετσιάνικα χρόνια. Νεώτερη θέση όμως έχουν και οι φουστανέλες, οι σκάρτσες, τα γιλέκο για να τονίζουν την Ελληνική καταγωγή.
Σε όλες αυτές τις καρναβαλικές χρονικά διαβαθμίσεις κυρίαρχο ρόλο έπαιζε η ορχήστρα, τα όργανα: βιολί, κιθάρα, σκορτσάμπουνο, φλογέρα. Θέατρο, χοροί ελληνικοί- ντόπιοι (4) και μη- και αργότερα ευρωπαϊκοί (5), μαντολινάτες, καντάδες και πάντα και πάνω απ’ όλα, κωμική διάθεση κι ευθυμία. Ο Καθηγητής Λαογραφίας Δημήτρης Λουκάτος αναφέρει πως ακόμα και μετά το σεισμό του 1953 η Λειβαθώς, η Θηνιά, η Παλική, η Πύλαρος διοργάνωναν μάσκαρες ή μασκερίες όπου κυριαρχούσαν οι χαρακτηριστικοί τύποι του καρναβαλιού: Γιανιτσαραίοι, γύφτοι, ντοτόροι, διαόλοι, κουδουνάς.
Οι σημερινές λαϊκές εκδηλώσεις και μεταξύ αυτών και το καρναβάλι, είναι πλέον δύσκολο να στηρίζονται απόλυτα στην τοπική μας παράδοση. Κι αυτό γιατί ο πληθυσμός τα τελευταία χρόνια στην Κεφαλλονιά δεν είναι απόλυτα ομοιογενής όπως συμβαίνει σε πολλά μέρη της Ελλάδας-κυρίως ορεινά και πεδινά-. Η ομοιογένεια έχει σαν αποτέλεσμα να διατηρούνται σχεδόν αναλλοίωτα τα έθιμα, γεγονός που δεν συμβαίνει απόλυτα και στο νησί μας. Εδώ, κατά το καρναβάλι οι συμμετέχοντες δεν είναι μόνο Κεφαλλονίτες και ως εκ τούτου παρουσιάζονται μικτά στοιχεία, τα οποία απλώς πιστοποιούν την συμβολή και την παρουσία των μη ντόπιων στην ιστορία του τόπου που ζουν.
Το καρναβάλι στο νησί μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε ως αστικό, αλλά και ως λαϊκό -όχι όμως απόλυτα αμιγές-. Η παλαιότατη ανοργάνωτη και αυθόρμητη μορφή έχει από καιρό εξαλειφθεί κι έτσι βρίσκουμε κάποια μόνιμα στοιχεία τα οποία και σήμερα επαναλαμβάνονται: είσοδος του βασιλιά-Καρνάβαλου, ύπαρξη καρναβαλικής επιτροπής που διοργανώνει την εκδήλωση, συγκεκριμένο πρόγραμμα, βραβεία σε μασκαράτες, προγραμματισμένες βραδιές χορού μεταμφιεσμένων, στολές, όλο και περισσότερο εντυπωσιακές, που χρειάζονται πολύ καιρό και αρκετή δαπάνη για να γίνουν.
Όμως θα πρέπει να τονισθεί ιδιαίτερα πως υπάρχουν ακόμη κατάλοιπα του αυθόρμητου της συμμετοχής. Αυτό που είναι αφημένο στην τύχη. Κυρίως παρατηρείται στα χωριά του Ληξουριού όπου πολιτιστικοί σύλλογοι συμμετέχουν χωρίς ιδιαίτερες προετοιμασίες. Υλοποιούν συλλογικά αποφάσεις της στιγμής, οι οποίες κατά κύριο λόγο συμβαδίζουν με την επικαιρότητα και παίρνονται σε κάποια μάζωξη λαϊκή σε ένα σπίτι που όλα τα μέλη της οικογένειας πρωτοστατούν στο καρναβάλι, ανάμεσα σε ένα ποτήρι κρασί και σε ένα κοψίδι. Οι ενδυμασίες των καρναβαλιστών δεν χρειάζονται χρόνο και ραψίματα περίπλοκα. Φέρνει ο καθένας ό,τι τρυπωμένο έχει στις παλιές κασέλες, ό,τι μπορεί να προκαλέσει γέλιο. Κι όσο για το μακιγιάζ… επιστρατεύονται κάρβουνα από την αποθήκη, κιμωλίες, κι έντονα κραγιόν παλιοκαιρισμένα, και βάφουν πρόσωπα, χέρια κι ό,τι άλλο κριθεί αναγκαίο. Πολιτικές αλληγορίες, θέματα της σύγχρονης πραγματικότητας, θεαματικές παραστάσεις, εντυπωσιακές κι επιτυχημένες μιμήσεις, ομαδικές λαϊκές συμμετοχές, αλλά και μόνοι καρναβαλιστές που δεν συμμετέχουν σε άρματα και ομάδες δρουν σαν γέφυρες του καρναβαλικού παρελθόντος τονίζοντας συνειδητά ή ασυνείδητα την ιστορική και έντονη παρουσία του στο νησί μας. Η διάθεση είναι σατυρική, με διονυσιακές αιχμές αρκετές φορές. Και το αποτέλεσμα χαροποιεί κατά κύριο λόγο τους συμμετέχοντες και κατά δεύτερο τους παρατηρητές.
Στο πολύχρωμο αυτό πανηγύρι σημαντική είναι κάθε χρονιά η συμμετοχή όλων των περιοχών της Κεφαλλονιάς. Τις μέρες αυτές ξαναζωντανεύει το «αιώνιο μίσος» μεταξύ Αργοστολιού και Ληξουριού και έτσι κάθε πόλη ξεχωριστά προσπαθεί να παρουσιάσει όσο το δυνατόν πιο πλούσια καρναβαλική εικόνα. Η συμμετοχή είναι μεγάλη. Το καρναβάλι δεν περιορίζεται στην τελευταία Κυριακή –όπως πολλοί θεωρούν-. Η καρναβαλική περίοδος είναι μια περίοδος μακρά που … εκμεταλλεύεται και τις νύχτες ακόμα όταν με φωτιές βγαίνουν στο δρόμο οι παρέες, γελούν και πειράζουν. Στολές, παπούτσια, μάσκες, καπέλα –διάφορα από αυτά της μέρας-, ετοιμάζονται με όρεξη και μεράκι για να κρύψουν από κάτω τους πρόσωπα που, η μόνη τους επιδίωξη είναι η σύντομη απόλαυση της ξεγνοιασιάς.
Οι μέρες αυτές δημιουργούν έναν κόσμο ζωντανό, γεμάτο χρώματα, ανάγκη για σάτυρα και διασκέδαση, πανέτοιμο να γελάσει με πράγματα που υπό άλλες συνθήκες τον αφήνουν αδιάφορο. Είναι ο κόσμος του καρναβαλιού στην Κεφαλλονιά που συνεχίζει να … βακχιάζει με έναν όμως πιο σύγχρονο τρόπο.
Υποσημειώσεις:
1) Είναι ισπανικής μάλλον καταγωγής και όχι ιταλικής. Στα Επτάνησα κυρίως αγαπήθηκε πολύ και έπαιξε ρόλο εθνικό, καθώς τον καιρό των ξένων κατακτητών οι Επτανήσιοι έβαζαν στις κορδέλλες του τα χρώματα της σημαίας.
2) Ισπανικής και αυτές καταγωγής, οι καντρίλλιες ήταν ομάδες μεταμφιεσμένων που έμπαιναν ακάλεστες στα σπίτια και χόρευαν ξέφρενα.
3) Σκληρές πολεμικές μεσαιωνικές διαδικασίες. Ήταν δύο ειδών: τα tournois (Γαλ.) (μιμήσεις εφίππου μάχης) και τα joutes (Γαλ.)( κονταροκτυπήματα ή τζόστρες = giostre (Ιταλ.), που στην Κεφαλλονιά γίνονταν κατά τη Βενετοκρατία, στον κάμπο στα Δοριζάτα και στα Τρωγιαννάτα). Με την κατάργηση του σιδερόφρακτου ιππότη, οι διαδικασίες αυτές έγιναν παιγνίδια και πήραν θέση στις καρναβαλικές εκδηλώσεις.
4) Μπάλλος, μέρμυγκας, διβαράτικος
5) Βαλς, μαζούρκα, πόλκα, λαντσιέρα, γκαβότα
Από την Ευρυδίκη Λειβαδά-Ντούκα