Συνήθως η Ιστορία γράφεται από ανθρώπους που δεν γνωρίζουμε την όψη τους και δεν ξέρουμε το όνομά τους. Οι αληθινοί επαναστάτες χαρίζουν τη ζωή τους στον αγώνα υπέρ της ελευθερίας χωρίς να ζητούν αντάλλαγμα. Τους συναντάς μετά από χρόνια στο δρόμο και δεν μπορείς καν να αναλογιστείς τι έχουν ζήσει και τι έχουν προσφέρει, χωρίς να έχουν ζητήσει ποτέ αναγνώριση των θυσιών τους, κρατώντας τις αναμνήσεις βαθιά μέσα τους, διδάσκοντας με τη στάση ζωής τους τι σημαίνει αληθινός αγωνιστής.
Το ελάχιστο- σχεδόν τιποτένιο- που μπορούμε εμείς να κάνουμε, είναι να αφηγηθούμε κομμάτια από τις ζωές αυτών των ανθρώπων, όχι ως φόρο τιμής, αλλά σαν την ύστατη προσπάθεια να μην επαληθεύσουμε τον κανόνα: λαός που ξεχνά την Ιστορία του, είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει.
Ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης γεννήθηκε στα Μαντζαβινάτα Κεφαλληνίας το 1908 και πέθανε στο νησί του το 2002 σε ηλικία 94 χρόνων. Η οικογένειά του ήταν αγροτική, και μαζί με τον πατέρα του δούλευαν και ως μεταφορείς. Με κάρα μετέφεραν πέτρες από το Μασπάλι, βουνό που βρίσκεται κοντά στην παραλία Ξι της Παλικής, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή των σπιτιών. Καθώς όλες οι μεταφορές και οι φορτοεκφορτώσεις από και προς τα πλοία γίνονταν τότε με κάρα, οι καροτσιέρηδες της Παλικής ήταν πολλοί. Χάρη στις ενέργειες του Νεοχωρίτη, δημιουργήθηκε το 1927 το πρώτο σωματείο της Κεφαλονιάς. Το σωματείο, το οποίο ονομαζόταν «Σωματείο των Καραγωγέων», είχε αναπτύξει πολύ πλούσια δράση, συγκρουόμενο τόσο με τους μεγαλέμπορους της σταφίδας όσο και με τη χωροφυλακή.
Το 1941, στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και ενώ το νησί ήταν κατειλημμένο από ιταλικές δυνάμεις, ο Βαγγέλης γίνεται μέλος του Κ.Κ.Ε.. Αγωνίζεται με τις δυνάμεις του Ε.Α.Μ.-ΕΛ.ΑΣ., αντιμαχόμενος τις δυνάμεις κατοχής. Οι ελασίτες της Παλικής είχαν δημιουργήσει τότε κρυψώνες στο νησί, προκειμένου να αποσύρονται και να κρύβονται εκεί, όταν κινδύνευαν να τους συλλάβει ο στρατός κατοχής. Μια από τις γνωστές κρυψώνες της περιοχής βρισκόταν στην Υπαπαντή, όπου οι αντάρτες είχαν σκάψει ολόκληρο τούνελ κάτω από ένα αμπέλι.
Όταν η χώρα απελευθερώνεται από τις δυνάμεις του Άξονα, ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης τοποθετείται υπεύθυνος της λαϊκής πολιτοφυλακής στην Πύλαρο, αλλά συλλαμβάνεται και κρατείται στις φυλακές Αργοστολίου, πριν προλάβει να φύγει στο βουνό. Από το Αργοστόλι μεταφέρεται στην Κέρκυρα και στη συνέχεια στη Ζάκυνθο. Τελικά, τον μεταφέρουν στο Τμήμα Μεταγωγών της Πάτρας το 1947 μαζί με πολλούς άλλους κομμουνιστές, προκειμένου να μεταφερθούν στις φυλακές του Ιτζεντίν στην Κρήτη. Όσο βρισκόταν στην Πάτρα, τον επισκέφθηκε η αδερφή του, η οποία, ντυμένη στα μαύρα και φορώντας μαντίλι στο κεφάλι- καθώς οι Χίτες στο Ληξούρι την είχαν κουρέψει με κλαδευτήρι- τον ενημέρωσε για τον τραγικό θάνατο των δύο αδερφών τους. Τα αδέρφια Παναγής και Ηλίας Νεοχωρίτης εκτελέστηκαν στην Κόρινθο, καθώς είχαν καταδικαστεί ο ένας σε τρις εις θάνατον και ο άλλος σε πεντάκις εις θάνατον από το Στρατοδικείο. Όταν μάλιστα ύστερα από χρόνια, μετά την πτώση της χούντας και την επιστροφή του Βαγγέλη από την εξορία, ο ίδιος πήγε μαζί με την αδερφή του να βρουν τους τάφους των αδερφών τους, δεν βρήκαν τίποτα πουθενά. Σημειώνουμε, ότι μέσα στις φυλακές και στα τμήματα των μεταγωγών οι αριστεροί κρατούμενοι ήταν πολύ οργανωμένοι μεταξύ τους, παραδίδοντας μάλιστα μεταξύ τους τόσο πολιτικά μαθήματα μαρξισμού-λενινισμού, όσο και μαθήματα πολιτικής οικονομίας, ιστορίας και λογοτεχνίας.
Το βράδυ που ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης έμαθε για την εκτέλεση των αδερφών του έπρεπε σύμφωνα με το πρόγραμμα να κάνει μάθημα στους συγκρατούμενούς του, καθώς ο υπεύθυνος του κόμματος είχε βασανιστεί και βρισκόταν σε άσχημη σωματική κατάσταση. Συνέστησαν στο Βαγγέλη να μην κάνει μάθημα το συγκεκριμένο βράδυ, ωστόσο εκείνος παρέδωσε μάθημα, προς τιμήν των νεκρών αδελφών του, με αποτέλεσμα να βασανιστεί κατόπιν από τις δυνάμεις κατοχής.
Από το Τμήμα Μεταγωγών Πάτρας μεταφέρθηκε στη συνέχεια στις φυλακές Αίγινας και κατόπιν στο Ιτζεντίν της Κρήτης. Τα βασανιστήρια συνεχίστηκαν και εκεί. Έβαζαν τους πολιτικούς κρατούμενους να στέκονται με το ένα πόδι λυγισμένο κοιτώντας τον ήλιο κατάματα. Γλίτωναν μόνο με δήλωσή τους ότι απαρνούνται τον κομμουνισμό και τις ιδέες τους, ενώ εάν κάποιος κατέβαζε το πόδι του τον σκότωναν αυτομάτως. Από τα πενήντα περίπου άτομα άντεξαν μόνο ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης μαζί με άλλους πέντε συναγωνιστές του. Ένα άλλο βασανιστήριο- ιδιαίτερα διαδεδομένο στα ξερονήσια που έστελναν τους πολιτικούς εξόριστους- στο οποίο υπέβαλλαν τους κρατούμενους, ήταν το εξής: τους έβαζαν γυμνούς μέσα σε ένα σάκο μαζί με μια γάτα και τους έριχναν στο νερό, με αποτέλεσμα όταν έπεφταν στο νερό η γάτα να ξεσκίζει ολόκληρο το σώμα τους. Οι ώρες περνούσαν χωρίς φαγητό και νερό και με πολύ ξύλο, και, καθώς οι βασανιστές προσπαθούσαν να ‘’σπάσουν’’ το ηθικό και τον εγωισμό των αγωνιστών, έκαναν ψυχολογικό πόλεμο στον Βαγγέλη. Του έλεγαν ψέματα πως δήθεν η οικογένειά του αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας, προκειμένου να τον κάνουν να λυγίσει και να θελήσει να γυρίσει πίσω, μόνο και μόνο για να δηλώσουν περήφανα στη συνέχεια πως «ακόμα κι ο Βαγγέλης λύγισε και έσπασε». Μα δεν το κατάφεραν ποτέ.
Για 18 χρόνια κρατήθηκε σε όλες τις φυλακές της χώρας, όπου κρατούνταν πολιτικοί κρατούμενοι, ενώ ήταν από τους τελευταίους που αποφυλακίστηκαν το 1964.
Για 18 χρόνια κρατήθηκε σε όλες τις φυλακές της χώρας, όπου κρατούνταν πολιτικοί κρατούμενοι, ενώ ήταν από τους τελευταίους που αποφυλακίστηκαν το 1964.
Στις 21 Απριλίου 1967 τον συνέλαβαν στο σπίτι του κοντά στην παραλία Ξι, όπου ζούσε πλέον και βιοποριζόταν ως αγρότης. Υπό την απειλή όπλου μεταφέρθηκε στα γραφεία της Ασφάλειας στο Ληξούρι, προκειμένου να γίνει έρευνα στο σπίτι του. Αυτό που έψαχναν ήταν χειρόγραφα και τετράδια οικονομικών, μα καθώς τα πάντα ήταν γραμμένα με κωδικοποιημένη μορφή και το μόνο όνομα που υπήρχε γραμμένο ήταν το δικό του, δεν μπόρεσαν να βρουν τίποτα. Υπέστη βασανισμούς προκειμένου να αποκαλύψει ποιοι συνέδραμαν οικονομικά το Κ.Κ.Ε., αλλά δεν μπόρεσαν να του αποσπάσουν καμία πληροφορία. Το μόνο που με θάρρος αντιγύρισε στους βασανιστές του, ήταν πως δεν μπορούσε καν να φτάσει ο νους τους στα άτομα εκείνα που επί χρόνια κατέβαλλαν οικονομικές συνδρομές υπέρ του κομμουνιστικού κόμματος. Καθώς ο υπομοίραρχος- ονόματι Μακροδημήτρης- δεν μπορούσε να μάθει τα ονόματα που επιθυμούσε, ξεκίνησε να μπλοφάρει. Είπε στον Νεοχωρίτη ότι οι σύντροφοί του είχαν ήδη αποκαλύψει τα ονόματα αυτά και ότι έχει βγει ήδη απόφαση εκτέλεσης του στα Λέπεδα, μια παραλία κοντά στο Ληξούρι. Σύμφωνα με τον ανακριτή του, ο Νεοχωρίτης θα έπρεπε να επαναλάβει τα ονόματα αυτά προκειμένου να αφεθεί ελεύθερος. Εκείνος, που δεν πίστεψε φυσικά το ψέμα αυτό, πήγε δίπλα του, τον έφτυσε κατά πρόσωπο και του είπε: «Δύο κι ένας εγώ, τρεις», αναφερόμενος στους δύο αδερφούς του που είχαν εκτελεστεί πριν κάποια χρόνια από τις κατοχικές δυνάμεις. Ο τότε διοικητής- γνωστός ακροδεξιός και χουντικός- είπε αργότερα πως «έναν πραγματικό άνδρα γνώρισα, το Βαγγέλη το Νεοχωρίτη».
Κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων, οι διάλογοι ανάμεσα στον Νεοχωρίτη και τον υπομοίραρχο κύλησαν κάπως έτσι: «Τι θα γίνει Νεοχωρίτη; Όποιο βιβλίο κι αν ανοίξω είσαι γραμμένος μέσα». Η απάντηση που έλαβε ήταν η εξής: «Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, θα με βρεις από κάτω». Εν συνεχεία, τον ρωτούν αν είναι κομμουνιστής. Απαντά: «Ήμουν, είμαι και θα είμαι κομμουνιστής». Η επόμενη ερώτηση, μετά από πολύ ξύλο , ήταν αν πιστεύει στον Χριστιανισμό. Ο θαρραλέος Βαγγέλης απαντά: «Σαν κίνημα ναι, σαν δόγμα όχι». Λόγω των απαντήσεών του υπέστη φυσικά ξυλοδαρμούς από τους βασανιστές του. Μεταφέρθηκε από τη Χωροφυλακή Ληξουρίου στο Γυμνάσιο Αρρένων, κι από κει με αρματαγωγό στη Λέρο. Καθ’ όλο αυτό το διάστημα η αδερφή του πίσω στην Κεφαλονιά πέρασε δύσκολα χρόνια, καθώς υπέστη ξυλοδαρμούς και εξευτελισμούς- την κούρεψαν γουλί δύο φορές οι συνεργάτες της χούντας. Όταν επισκέφθηκε τον αδερφό της στα κρατητήρια της Χωροφυλακής Ληξουρίου, ο εκείνος της είπε μόνο να του πάει ρούχα κι ένα στρώμα για να κοιμάται, και τη συμβούλευσε να μην στενοχωριέται, γιατί έχουν το σώμα του στα χέρια τους, αλλά εκείνο που δεν θα του πάρουνε ποτέ είναι η ψυχή του.
Στη Λέρο ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης ήταν υπεύθυνος από πλευράς κόμματος για όλο το στρατόπεδο. Εκεί οι ασφαλίτες ξεκίνησαν τα βασανιστήρια πιέζοντας τους αριστερούς να απαρνηθούν τον κομμουνισμό. Έστησαν περίπου τετρακόσια άτομα σε μια γραμμή, λέγοντας ότι όποιος θέλει να γυρίσει πίσω μπορούσε απλά να κάνει ένα βήμα πίσω και να υπογράψει δήλωση μετανοίας. Οι 395 επέστρεψαν στα σπίτια τους. Ανάμεσα στους πέντε που δεν κουνήθηκαν από τη θέση τους ήταν και ο Βαγγέλης. Εκείνη τη μέρα έφαγε τόσο ξύλο που τον θεώρησαν νεκρό και πέταξαν το σώμα του σε μια αποθήκη. Όταν όμως έστειλαν έναν ιερέα για την τελευταία ευχή, εκείνος πιάνοντας το χέρι του είδε πως είχε ακόμη σφυγμό. Μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο, όπου παρέμεινε σε κώμα για δύο μήνες. Αφού συνήλθε, τα βασανιστήριά του συνεχίστηκαν σε αγριότερο βαθμό. Απελευθερώθηκε το 1974, όντας από τους τελευταίους που απελευθέρωσε η χούντα.
Ύστερα από όλα όσα έζησε, ήταν ένας άνθρωπος σκληραγωγημένος και απόλυτος στις κομματικές του θέσεις. Ήταν ένας γνήσιος επαναστάτης που πάλευε για ένα καλύτερο μέλλον στον τόπο του. Ερωτευμένος ήδη από το 1940 με τη μετέπειτα γυναίκα του, Αμαλία, δεν πρόλαβε καλά καλά να τη γνωρίσει πριν ξεκινήσουν οι πολιτικές του περιπέτειες. Εκείνη τον περίμενε υπομονετικά για 34 ολόκληρα χρόνια, χρόνια που ο Νεοχωρίτης μπαινόβγαινε στις φυλακές ως πολιτικός κρατούμενος και πηγαινοερχόταν στα ξερονήσια της εξορίας. Παντρεύτηκαν το 1974 όταν εκείνος επέστρεψε από την εξορία, υποχρεωτικά με θρησκευτικό γάμο, καθώς οι πολιτικοί γάμοι δεν είχαν ακόμα νομιμοποιηθεί στην Ελλάδα. Άθεος εκ πεποιθήσεως, λίγο πριν πάνε στην Εκκλησία είπε στη μέλλουσα γυναίκα του «Αμαλία μου, θα το υποστούμε κι αυτό το μαρτύριο».
Μέχρι την τελευταία στιγμή ο Βαγγέλης Νεοχωρίτης έμεινε πιστός στις ιδέες του και πιστό μέλος του Κ.Κ.Ε., για το οποίο συνέχισε να δουλεύει μέχρι το τέλος της ζωής του. Άφησε με διαθήκη ό,τι περιουσία είχε στο κόμμα. Έζησε τα τελευταία του χρόνια του στο Ληξούρι, απολαμβάνοντας το σεβασμό αριστερών και δεξιών του νησιού.
Ένας άλλος αγωνιστής της αριστεράς που στα 94 του χρόνια ζει ακόμα στο νησί, αλλά επιθυμεί την ανωνυμία του, αφηγείται τη δική του ιστορία. Στην περίοδο της κατοχής κι ενώ ο ίδιος- γνωστός για τις αριστερές του πεποιθήσεις- περπατά στο δρόμο, πέντε ακροδεξιοί τον εντοπίζουν και αρχίζουν να τον κυνηγούν. Η καταδίωξη διαρκεί για μισή ώρα, ενώ πέφτουν και πυροβολισμοί, και εκείνος τραυματισμένος μπαίνει στην αυλή ενός σπιτιού για να ζητήσει βοήθεια. Μια γυναίκα τον βοηθά και τον κρύβει στο σπίτι της για περίπου έναν χρόνο κάτω από το πάτωμα της κουζίνας σε έναν χώρο μισού μέτρου, ανεβάζοντάς τον στην επιφάνεια του εδάφους για πέντε λεπτά κάθε μέρα για να του δώσει φαγητό. Αργότερα τον φυγάδευσαν αριστεροί συναγωνιστές του, καθώς με καΐκι έφτασε στην Πάτρα και κατόπιν στην Αθήνα. Το αξιοσημείωτο είναι πως η γυναίκα αυτή ήταν παντρεμένη με έναν άνθρωπο δεξιών φρονημάτων, και έτσι επί έναν χρόνο ο άνθρωπος αυτός άκουσε και έμαθε πολλά, όσον αφορά τον τρόπο δράσης των ατόμων αυτών, τους δωσίλογους που υποβοηθούσαν την καταδίωξη των αριστερών, καθώς και τους κομμουνιστές που αποτελούσαν τους πρωταρχικούς στόχους τους. Ποτέ δεν αποκάλυψε όμως τις πληροφορίες που άκουσε, ούτε και το όνομα της γυναίκας που του έσωσε τη ζωή, ούτε καν στη δική του σύζυγο. Παρ’ ότι τον παρακαλούσαν, δεν θέλησε ποτέ να προδώσει το μεγάλο μυστικό της ζωής του και να κάνει κακό στη γυναίκα αυτή. Εν έτει 2012, στις εκλογές της 6ης Μαΐου, η αγωνία και η απογοήτευση ήταν έντονα ζωγραφισμένες στο πρόσωπό του, αναφορικά με την είσοδο στη βουλή των αυγών και τη νομιμοποίηση του φασισμού.
Η αφήγηση τελειώνει με ένα ακόμα περιστατικό. Το 1944 οι Γερμανοί κρέμασαν στην πλατεία Ληξουρίου πέντε αριστερούς αγωνιστές. Ένας από αυτούς, ο οποίος λεγόταν Αναλυτής, φώναξε πριν τον κρεμάσουν: «Εσύ θα με εκδικηθείς, τυραννομάχα νιότη». Η ηρωική φράση είναι σήμερα γραμμένη στο μνημείο που υπάρχει στην πλατεία Ληξουρίου. Σημειωτέον πως οι δύο δωσίλογοι Ληξουριώτες που κατέδωσαν τους συμπατριώτες τους πήραν αργότερα σύνταξη αντιστασιακού…
Το κείμενο είναι αφιερωμένο στους αυθεντικούς επαναστάτες του νησιού μου.
Ευχαριστώ το φίλο που έκανε την έρευνα και μου έδωσε τις πληροφορίες, καθώς και τους Δημήτρη Αντωνάτο, μέλος του Κ.Κ.Ε., και Νίκο Δρακάτο και την εκπομπή του “Καλές Προθέσεις”, που είχε γυριστεί στο τοπικό κανάλι Kefalonia Channel to 2001.
Πηγή άρθρου: gosheep.gr http://www.kefaloniatoday.com/kefalonitika/afieromata/psichi-vathia-100893.html#sthash.4riMOG2D.dpufΑναδημοσιευση απο : www.kefaloniatoday.com