ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ: «ΑΠΕΠΛΕΥΣΕ» 10 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1975της Ειρήνης Ορφανίδου
Ο Νίκος Καββαδίας -για τους δικούς του, «Κόλιας»- ο ποιητής με τις ιστορίες από τα λόγια και τα όνειρα των καραβιών, ο εγκάρδιος άνθρωπος που δεν νοιάστηκε για τιμές και έδωσε μία και μόνη συνέντευξη, πέθανε πριν από 39 χρόνια, στις 10 Φεβρουαρίου 1975.
Εγώ δε ζήτησα παραπάνω από μία καμπίνα σ’ όλη μου τη ζωή...
Άφησε την τελευταία του πνοή, ύστερα από εγκεφαλικό επεισόδιο, σε κλινική της Αθήνας. Mal du depart « … και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές, χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων…». Ήταν 65 χρονών.
«Γράμματα στην αδελφή του Τζένια και στην Έλγκα»
Στην πραγματικότητα, η μυθολογία του Καββαδία χτίζεται με τρεις ποιητικές συλλογές: «Μαραμπού», «Πούσι», «Τραβέρσο».
Ο Καββαδίας είχε την τύχη να μελοποιηθεί από καλούς συνθέτες. Τα ποιήματα του αγαπήθηκαν, προτού γίνουν τραγούδια, και αγαπήθηκαν από την αρχή, μετά.
Μία καλή εικόνα του ανθρώπου Νίκου Καββαδία, δίνει η αλληλογραφία του ποιητή, που εκδόθηκε υπό τον τίτλο «Γράμματα στην αδελφή του Τζένια και στην Έλγκα» (εκδόσεις «Άγρα», 2010).
Στις 82 επιστολές, που γράφτηκαν από το 1935 έως το 1965, ο Καββαδίας είναι βαθιά εξομολογητικός.
Από το 1930 ο ποιητής ταξιδεύει στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Είναι μαρκόνης, ασυρματιστής. Με εξαίρεση την περίοδο 1940-45, οπότε και βρίσκεται στο αλβανικό μέτωπο.
Όσο λείπει, ο Καββαδίας γράφει. Γράμματα και κάρτες στην αδελφή του Τζένια (Ευγενία) και στην ανιψιά του Έλγκα, κόρη της Τζένιας. Εμπιστεύεται στην Τζένια τις πρώτες γραφές ποιημάτων, γράφει για τ’ αδέλφια, τους συγγενείς, τους Αθηναίους και ξένους λογοτέχνες και ηθοποιούς φίλους του, τους τόπους και τις θάλασσες, τη ζωγραφική που τόσο αγαπούσε, τους φευγαλέους έρωτες. Η οικογένεια Καββαδία είναι αγαπημένη και δεμένη.
Όπως γράφει η Έλγκα Καββαδία στον πρόλογο της έκδοσης «Θα παρατηρήσετε ότι την τελευταία περίοδο της ζωής του δεν υπάρχει αλληλογραφία. Ο λόγος είναι ότι για να μας κάνει το χατίρι ταξίδευε στη Μεσόγειο κι έτσι κάθε βδομάδα ήταν μαζί μας…»
Και σε άλλο σημείο: «… Μου λεγε ότι κάθε χώρα έχει το δικό της χρώμα και τη δική της μυρωδιά. Η Κίνα γκρι και κίτρινο και μυρίζει σκόρδο και τηγανητά λαχανικά. Η Αγγλία σαπούνι Pears και μπισκότα Huntley & Palmer …».
Αδελφή μου, Είναι η στιγμή που οι Άραβες και οι Πέρσες εργάτες του καραβιού μας προσεύχονται. Εκατό μισόγυμνα κορμιά σε διάφορες στάσεις, πάνω στ’ αμπάρια, στη γέφυρα, στο κατάστρωμα. Έτσι τους παίρνει ο ύπνος. Στέκομαι και προσεύχομαι. Ποτέ μου δεν πίστεψα σ’ ένα θεό! …
Για τον ποιητή, έχουν γράψει, μεταξύ άλλων, ο Στρατής Τσίρκας, ο Κώστας Βάρναλης, η Ρέα Γαλανάκη, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, ο Μήτσος Κασόλας, ο Δημοσθένης Κούρτοβικ.
Το έργο του Νίκου Καββαδία
Μαραμπού (1933 ). Πιο γνωστά ποιήματα, Μαραμπού, Ένα Μαχαίρι
Ένας νέγρος θερμαστής από το Τζιμπουτί, Mal du Depart
Πούσι (1947). Πιο γνωστά ποιήματα: Πούσι, Kuro Siwo, Αρμίδα, Καραντί, Σταυρός του Νότου
Βάρδια (1954). Μυθιστόρημα.
Τραβέρσο (1975). Κυκλοφόρησε δύο μήνες μετά τον θάνατό του, με προμετωπίδα του Μόραλη. Πιο γνωστό ποίημα , Φάτα Μοργκάνα.
Λι (1968). Νουβέλα, γράφτηκε Δεκέμβριο του 1968, και κυκλοφόρησε το 1987.
Του Πολέμου - Στο άλογό μου (1997). Δύο μικρά πεζά
Οι συνθέτες που μελοποίησαν Καββαδία
Γιάννης Σπανός, «Ανθολογία Γ», το ποίημα Mal du depart, ερμηνεία Κώστας Καράλης (1975)
Μαρίζα Κωχ, «Μαρίζα Κωχ», οκτώ ποιήματα, μεταξύ αυτών και το «Φάτα Μοργκάνα» (1977) και «Εθνική οδός», ένα ποίημα (1989)
Θάνος Μικρούτσικος, «Σταυρός του Νότου», έντεκα ποιήματα, ερμηνεύουν Γιάννης Κούτρας, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Αιμιλία Σαρρή (1979) και «Γραμμές των οριζόντων», 17 ποιήματα, 11 επανεκτελέσεις. Ερμηνεύουν Γιώργος Νταλάρας, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας, Θάνος Μικρούτσικος (1991).
Μιχάλης Τερζής, «Τραγούδια της θάλασσας», τρία ποιήματα, ερμηνεία Κώστας Καράλης (1983)
Λάκης Παπαδόπουλος, «Περίπου», δύο ποιήματα, ερμηνεία Αρλέτα (1984)
«Ξέμπαρκοι», «Νίκος Καββαδίας, S/S IONION 1934», έντεκα ποιήματα (1986)
Δημήτρης Ζερβουδάκης, «Γράμμα σε έναν ποιητή» (ακριβής τίτλος «Γράμμα στον ποιητή Καίσαρα Εμμανουήλ»), 1989
Michael Montanaro, «Νέα Γη», ένα ποίημα, ερμηνεία Νένα Βενετσάνου (1996)
Χάρης Παπαδόπουλος, δύο ποιήματα, ερμηνεία Βασίλης Λέκκας (2004)
«Χειμερινοί κολυμβητές», «Παραλληλισμοί», ένα ποίημα (2007)
Αποχαιρετιστήριος λόγος
Ο επικήδειος του συναδέλφου του, ναυτεργάτη, Χρήστου Παντελίδη
Αν ο Κολόμβος ανακάλυψε την Αμερική, εμείς δεν βρήκαμε δικιά μας ήπειρο να ξεμπαρκάρουμε
«Αγαπημένε μας σύντροφε ποιητή! Ο χτεσινός άνεμος, έφερε σε μας τους ναυτεργάτες, το πιο θλιβερό ραπόρτο... Το φορτηγό που περίμενες να σε πάρει, καθυστέρησε. Είναι τραβερσωμένο καταμεσής του ωκεανού, ζωσμένο στο πούσι. Στα ποστάλια τέλειωσαν τα ματσακονίσματα, οι ναύτες κρεμασμένοι στις σκαλωσιές, βάφουν τις άγκουρες, τραγουδώντας τα δικά σου τραγούδια. Οι καπετάνιοι δοκιμάζουν την μπουρού. Ένας μαρκόνης ανήσυχος, χτες αργά έστειλε το ραπόρτο στ’ αγαπημένα σου μαραμπού, να μη γρυλίζουν πια. «Αν ο Κολόμβος ανακάλυψε την Αμερική, εμείς δεν βρήκαμε τη δικιά μας ήπειρο να ξεμπαρκάρουμε...», μας έλεγες. Μα εσύ τι βρήκες; Ποιο τσακισμένο καραβοφάναρο σε πέταξε σ’ αυτές εδώ τις στεριές; Πες μας αν είναι αυτό το λιμάνι που άθελά σου φουντάρισες, ετοίμασε και για μας ένα ντοκ να δέσουμε πρυμάτσα... Ο Μάρτης! Αχ αυτός ο Μάρτης! Ξαναγεννιόσουν κάθε Μάρτη! Άργησε φέτος, όπως άργησε και το φορτηγό που θα αποχαιρετούσες τους γνωστούς απ’ όλα τα λιμάνια του κόσμου... Όλα άργησαν για σένα. Μονάχα εσύ βιάστηκες για το ταξίδι σου το αλαργινό.
Αγαπημένε μας ποιητή, καλό ταξίδι. Δεν κουνάμε τα μαντίλια μας. Αυτά είναι για αταξίδευτους στεριανούς.
Εμείς τα δικά μας τα πλέξαμε σαλαμάστρα και θα δέσουμε τις καινούργιες παντιέρες στα ξάρτια, τις παντιέρες που στο κέντρο τους θα έχουν τη γαλάζια σου ζωγραφιά. Αδελφέ μας ποιητή! Ξεκουράσου στην τελευταία σου κουκέτα, στην πιο μικρή καμπίνα που γνώρισε ποτέ ναυτικός.
Εμείς θα πάμε για σκάντζα βάρδια. Ένα καράβι που πλέει αλάργα χαμένο στο πούσι, αν βρει τη ρότα του, θα μας πάρει. Για καλό κατευόδιο, εμείς οι ναυτεργάτες σύντροφοί σου, σου αφήνουμε λίγο φιλτραρισμένο απ’ τα μάτια μας θαλασσένιο νερό. Είναι μαζεμένο απ’ της θάλασσας τον καθάριο βυθό…
Χρονολόγιο
1910
Γεννιέται στις 11 Ιανουαρίου, στο παραποτάμιο Νικόλσκι Ουσουρίσκι, μια μικρή πόλη του Χαρμπίν της Μαντζουρίας. Δευτερότοκος γιος του μεγαλέμπορου Χαρίλαου Καββαδία και της Δωροθέας το γένος Αγγελάτου με καταγωγή από την Κεφαλονιά. Είχε μια μεγαλύτερη αδελφή (Ευγενία-Τζένια) και δυο μικρότερους αδερφούς (Δημήτρη-Μίκια και Αργύρη). Ο πατέρας του διατηρούσε γραφείο επιχείρηση εισαγωγών-εξαγωγών, με κύριο πελάτη τον τσαρικό στρατό.
1914
Εξαιτίας της επανάστασης στο Σετσουάν, η οικογένεια Καββαδία εγκαταλείπει την χώρα και φτάνει στην Ελλάδα για να εγκατασταθεί στο Αργοστόλι. Ο πατέρας επιστρέφει στη Ρωσία, τα ίχνη του χάνονται λόγω της Οκτωβριανής Επανάστασης, φυλακίζεται αλλά τελικά. Θα επιστρέψει στην Ελλάδα τον Νοέμβριο του 1920
1921
Η οικογένεια Καββαδία μετακομίζει στον Πειραιά, όπου ο Νίκος θα τελειώσει το δημοτικό στη σχολή Saint Paul με συμμαθητή τον Γιάννη Τσαρούχη.
1927
Δημοσιεύει τους πρώτους στίχους του στο περιοδικό της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας με το ψευδώνυμο Πέτρος Βαλχάλλας, ψευδώνυμο που θα κρατήσει ώς το 1930.
1928
Τελειώνει το γυμνάσιο και δίνει εξετάσεις στην Ιατρική Σχολή. Την ίδια χρονιά, ο πατέρας του αρρωσταίνει βαριά, γεγονός που τον υποχρεώνει ν’ αναλάβει τις οικονομικές ευθύνες της οικογένειας. Θα εργαστεί στα βαπόρια των θείων του Γιαννουλάτων, αδελφών της μητέρας του, συνεχίζοντας, παράλληλα με τις «αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία», τη συνεργασία του με λογοτεχνικά περιοδικά.
1929
Τον Οκτώβριο πεθαίνει ο πατέρας του. Μπαρκάρει ναύτης στο φορτηγό πλοίο «Άγιος Νικόλαος.
1930
Απ’ τη χρονιά αυτή ξεκινάει μια περίοδος ταξιδιών έως το 1936. Ο κόσμος της θάλασσας γίνεται πηγή έμπνευσής. Ταξιδεύει με το ατμόπλοιο «Πολικός» και στη συνέχεια με τα φορτηγά «Νίκη» (1931), «Ιόνιον» (1934), «Αντζουλέτα» (1934) και «Χαράλαμπος» (1936).
1932
Δημοσιεύεται το πρώτο πεζογράφημά του, «Το ημερολόγιο ενός τιμονιέρη» στο Πειραϊκόν Βήμα, στο οποίο εντοπίζονται πολλά βασικά θέματα της κατοπινής μυθολογίας του.
1933
Η οικογένεια Καββαδία εγκαθίσταται στην Αθήνα. Εκδίδεται σε 245 αντίτυπα από τις εκδόσεις «Κύκλος» η ποιητική συλλογή «Μαραμπού». Η θετική παρουσίασή της στην πρώτη σελίδα της Πρωίας (15/12/1933) από τον δύσκολο στους επαίνους Φώτο Πολίτη θα κάνει ιδιαίτερη εντύπωση. Η κριτική (Ν. Καλαμάρης, Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, Άλκης Θρύλος, Κλ. Παράσχος, Γ. Κοτζιούλας, κ.ά.) θα επισημάνει το νεαρό της ηλικίας του ποιητή, την ιδιότυπη θεματική του και τον αγνό ανθρωπισμό που κρύβει κάτω από μια φαινομενική κυνικότητα.
1938
Ως προστάτης οικογένειας, δεν υπηρετεί κανονική στρατιωτική θητεία αλλά καλείται για στρατιωτική εκπαίδευση δύο μηνών στην Ξάνθη.
1939
Καταλαβαίνοντας ότι λόγω των συνεχών περιπλανήσεών του δεν μπορεί να πραγματοποιήσει το αρχικό του όνειρο να γίνει πλοίαρχος, παίρνει δίπλωμα ραδιοτηλεγραφητή Β΄τάξεως, ειδικότητα με την οποία θα ναυτολογείται σε όλα του τα ταξίδια μετά το 1945. Η οικογένειά του μετακομίζει στην οδό Αγίου Μελετίου 10, όπου θα συγκατοικήσουν όλοι για 23 χρόνια.
1940-1945
Στρατεύεται και πολεμάει στην Αλβανία, αρχικά ως ημιονηγός τραυματιοφορέας και αργότερα, λόγω της ειδικότητάς που είχε ως ασυρματιστής, χρησιμοποιείται στο σταθμό υποκλοπής της ΙΙΙ Μεραρχίας. Συνεργάζεται με το περιοδικό Η λόγχη που κυκλοφορούσαν οι συμπολεμιστές του στο χωριό Κούδεσι. Οι πολεμικές του εμπειρίες θα μεταφερθούν στα μικρά αφηγήματα «Στο άλογό μου» (1941) και «Του πολέμου» (1969). Μετά την κατάρρευση του μετώπου θα επιστρέψει, όπως και όλοι οι συμπολεμιστές του, πεζός στην Αθήνα. Στη διάρκεια της Κατοχής μένει ξέμπαρκος και συμμετέχει στην Εθνική Αντίσταση ως μέλος του ΕΑΜ ναυτικών στην αρχή κι έπειτα του ΕΑΜ λογοτεχνών. Κατά την περίοδο 1945-46 είναι επικεφαλής του ΕΑΜ Λογοτεχνών-Ποιητών, θέση για την οποία τον πρότεινε ο έως τότε Γραμματέας της Εταιρείας Λογοτεχνών Θέμος Κορνάρος, ο οποίος είχε φυλακιστεί για το βιβλίο του «Αγύρτες και Κλέφτες στην Εξουσία». Σε αυτή τη θέση, τον Νίκο Καββαδία διαδέχθηκε ο ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος, καθώς ο Καββαδίας μπάρκαρε στις 6 Οκτωβρίου 1945.
Μεταφράζει μαζί με τον Βασίλη Νικολόπουλο τρία μονόπρακτα του Ευγένιου Ο’ Νηλ, με ήρωες ναυτικούς και ανθρώπους του λιμανιού (Γιουτζίν Ο' Νηλ, Το ταξίδι του γυρισμού κι άλλα μονόπραχτα, εκδ. Καραβία, Αθήνα, 1944). Αυτή την περίοδο θα δημοσιεύσει και τρία πολιτικά ποιήματα που δεν θα ενταχθούν στις μετέπειτα ποιητικές του συλλογές.
1947
Κυκλοφορεί το «Πούσι», σε δεύτερη έκδοση το «Μαραμπού», εμπλουτισμένο με τρία ακόμη ποιήματα («Καφάρ», «Coaliers», «Μαύρη λίστα»), και τα δύο από τις εκδόσεις του στενού του φίλου Α. Καραβία. Το Πούσι κοσμείται από ξυλογραφίες επτά χαρακτών, φίλων του ποιητή ( Γ. Βακαλό, Γ. Βελισσαρίδη, Δ. Γιαννουκάκη, Γ. Μόραλη, Γ. Μόσχου, Α. Τάσου, Α. Κορογιαννάκη).
1949
Υπεύθυνος ασυρματιστής στο επιβατικό «Κυρήνεια», το οποίο αναφέρεται και στο ποίημά του «Οι εφτά νάνοι στο s/s Cyrenia».
1953
Δίπλωμα Ασυρματιστή Α΄. Ταξιδεύει με τα ατμόπλοια «Ιωνία», «Κορινθία» (Απρίλιος-Αύγουστος), με το φορτηγό «Πρωτεύς» (Σεπτέμβριος-Νοέμβριος) και πάλι με το ατμόπλοιο «Κορινθία» (Δεκέμβριος).
1954
Κυκλοφορεί το πεζό «Βάρδια».
1957
Στο Κόμπε της Ιαπωνίας αυτοκτονεί μέσα στην καμπίνα του ο μικρότερος αδελφός του, πρώτος πλοίαρχος σε φορτηγά πλοία, γεγονός που συγκλονίζει τον ποιητή, βυθίζοντάς τον στη σιωπή. Θα ξαναγράψει ποίημα μόλις το 1967 (το αυτοβιογραφικό «Κοσμά του Ινδικοπλεύστη»).
1961
Με τη μεσολάβηση του Χουρμούζιου, κυκλοφορούν οι συλλογές Μαραμπού και Πούσι, σε κοινή έκδοση από τον «Γαλαξία» της Ελένης Βλάχου.
1964
Μετακομίζει με τη μητέρα του και την αδελφή του, στους Αμπελοκήπους.
1965
Τον Μάιο πεθαίνει η μητέρα του. Ο ποιητής και η αδελφή του μετακομίζουν στην οδό Δεινοκράτους 5, στην ίδια πολυκατοικία που έμενε η αγαπημένη ανιψιά του Έλγκα. Στον γιο της Φίλιππο, που θα γεννηθεί την επόμενη χρονιά, θα αφιερώσει «Τα παραμύθια του Φίλιππου» της συλλογής Τραβέρσο.
1968
Επισκέπτεται με την αδελφή του την Κεφαλονιά μετά από τριάντα πέντε χρόνια απουσίας. Εκεί γράφει και το πεζό Λι. Θα ξαναεπισκεφτεί το νησί ακόμα δύο φορές, το 1970 και το 1972.
1969
Στις 3 Ιανουαρίου γράφει το μικρό πεζό Του πολέμου. Κυκλοφορεί η Βάρδια στα γαλλικά (N. Kavvadias, En bourlinguant, trad. Michel Saunier, ed. Stock, Paris 1969).
1973
Τα βιβλία του Μαραμπού και Πούσι επανεκδίδονται από τον Κέδρο. Τον Νοέμβριο προσκαλείται από τον καθηγητή Κ. Μητσάκη για να παραστεί σε εκδήλωση προς τιμήν του στο Λογοτεχνικό Εργαστήρι του Σπουδαστηρίου της Νέας Ελληνικής Φιλολογίας του Α.Π.Θ.
1974
Τον Δεκέμβριο υπογράφει την αντιμοναρχική διακήρυξη ενόψει του σχετικού δημοψηφίσματος (8 Δεκεμβρίου). Η υγεία του έχει κλονιστεί και προαισθάνεται το τέλος του.
1975
Την Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου πεθαίνει στην αθηναϊκή κλινική «Άγιοι Απόστολοι» από εγκεφαλικό επεισόδιο. Δεν θα προλάβει να δει τυπωμένη την ποιητική συλλογή Τραβέρσο. Θα κυκλοφορήσει δύο μήνες μετά τον θάνατό του, με προμετωπίδα του Γιάννη Μόραλη (εκδ. Κέδρος).
Στο σημειωματάριό του βρέθηκαν τρεις στίχοι που ήθελε να τους προτάξει στο «Τραβέρσο», κάτι που τελικά δεν έγινε...
Αναδημοσιευση απο : the toc.gr