Με αφορμή το κλείσιμο της Καμπάνας.
Μια από τις ελάχιστες ωφέλιμες και αποτελεσματικές δομές της πόλης μας είναι πια παρελθόν: το Καφενείο της Καμπάνας έκλεισε τις πόρτες του. Τα τραπέζια και οι καρέκλες στην πλατεία Καμπάνας απομακρύνθηκαν. Το αίσθημα που πλημμυρίζει εκείνους που αγάπησαν το χώρο αυτό και τους ανθρώπους του δεν είναι θυμός: είναι ΠΕΝΘΟΣ.
Κροκοδείλια δάκρυα χύθηκαν πολλά. Ο ένας έδειχνε επιδεικτικά με το δάκτυλό του τον άλλον ως υπεύθυνο του εγκλήματος, και μετά όλοι μαζί επιβιβάστηκαν στο επόμενο καράβι, αεροπλάνο ή διαστημόπλοιο για να παρευρεθούν στην επόμενη συνάντηση στο πρόγραμμά τους, με το βλέμμα πάντα στραμμένο στο «συμφέρον του τόπου».
Δεν γράφω όμως για να επαναλάβω τα χιλιοειπωμένα. Παίρνω για πρώτη φορά δημόσια το λόγο για να παραλληλίσω το τέλος της Καμπάνας με ένα άλλο "τέλος" που συντελείται εδώ και 8 σχεδόν χρόνια.
Οι περισσότεροι σαραντάρηδες και άνω που κατοικήσατε στο Αργοστόλι και κυκλοφορούσατε στους δρόμους, θα θυμάστε μια ψηλή, όμορφη κοπέλα με μακριά μαλλιά, ποδήλατο και σακίδιο στην πλάτη, να τρέχει στις εκδηλώσεις της πόλης, στο θέατρο, σε γάμους και βαφτίσια και να φωτογραφίζει. Να ξενυχτάει με τους φίλους της, προσφέροντάς τους συμπαράσταση και βοήθεια στα προβλήματα που αντιμετώπιζαν – οικογενειακά, υγείας, επαγγελματικά – ήταν πάντα εκεί. Με χαμόγελο και αυτοθυσία. Να φροντίζει με την ίδια αγάπη αδέσποτα σκυλιά. Πολλές φορές ήταν αυστηρή: δε μάσαγε τα λόγια της, και αν πίστευε ότι κάτι που έκανες δεν ήταν σωστό, θα στο έλεγε. Δεν χάιδευε αυτιά. Αλλά η αγάπη περίσσευε πάντα, σε όλες της τις ενέργειες.
|
Η Θεοδώρα με τη Μελίνα Μερκούρη στα εγκαίνια του Θεάτρου "Κέφαλος" το 1994: φωτογράφισε τις πρώτες εκδηλώσεις του θεάτρου. |
|
Το γέλιο της... Υπάρχει ακόμα. |
Τον Αύγουστο του 2005 πήγε να γεννήσει το δεύτερο παιδί της, και όλα πήγαν τραγικά στραβά. Για να μην πολυλογώ, η κοπέλα αυτή – από λάθος των γιατρών – έχει μόνιμη, μη-αναστρέψιμη εγκεφαλική βλάβη. Οι γιατροί ατιμώρητοι βέβαια, αλλά δεν θα σταθώ ούτε σ’αυτό.
Τις πρώτες μέρες του συμβάντος, δεν ξέραμε καν αν θα ζήσει. Το τηλέφωνό μου το φόρτιζα δυο φορές τη μέρα, αφού έπαιρναν συνέχεια οι φίλοι της για να μάθουν τι κάνει, πώς είναι, αν θα ζήσει. Τα κατάφερε: έζησε. Όμως δεν ήταν πια ο άνθρωπος που ξέραμε: δεν είχε τη σπιρτάδα στο βλέμμα, το κοφτερό μυαλό, το δυνατό γέλιο, το αμίμητο χιούμορ, το αγέρωχο περπάτημα. Η εικόνα της ήταν οδυνηρή. Έτσι, άλλοι πιο γρήγορα, άλλοι πιο αργά, οι φίλοι της απομακρύνθηκαν – παρά τις επανειλλημένες εκκλήσεις μου να έρχονται στο σπίτι να τη βλέπουν: ΘΕΛΕΙ παρέα, ΧΑΙΡΕΤΑΙ όταν βλέπει φίλους. Η δικαιολογία; «Στεναχωριέμαι να τη βλέπω έτσι, δεν αντέχω την εικόνα της, δεν μπορώ». Το αποτέλεσμα; Η Ντόρις ζει στο περιθώριο της κοινωνίας.
Και έρχομαι πάλι στο θέμα μας, που είναι το κλείσιμο της Καμπάνας. Όλοι γνωρίζουμε ότι τα άτομα που εργάζονταν στην Καμπάνα ήταν άτομα με «ψυχοδιανοητικά προβλήματα»: τα εισαγωγικά επειδή είναι ένας ξύλινος, πολιτικά-ορθός χαρακτηρισμός, από αυτούς που συνηθίζονται τελευταία όταν κάποιοι θέλουν να ξεχάσουν ότι μιλάνε για ανθρώπους. Ο Γιώργος, ο Κοσμάς, ο Μπάμπης, ο Ανδρέας λοιπόν – γράφω τυχαία τα πρώτα ονόματα που μου έρχονται στο μυαλό – εξασφάλιζαν στην Καμπάνα ένα μεροκάματο που τους επετρεπε να ζουν αξιοπρεπώς. Αλλά ακόμα πιο σημαντικό από το χρηματικό παράγοντα – ΠΑΝΤΑ – είναι ο ανθρώπινος. Τα παιδιά αυτά είχαν απασχόληση, που σημαίνει ότι κάθε μέρα που ξημέρωνε, είχε νόημα και σκοπό: είχαν μια ρουτίνα, είχαν ένα κίνητρο για να αγωνιστούν, πολλές φορές πέρα από τις δυνάμεις τους. Είχαν επαφή με την κοινωνία, που σημαίνει ότι ήταν ενταγμένοι σ’αυτήν και συμμετείχαν με το δικό τους χαρισματικό τρόπο (ποιος μπορεί να ξεχάσει τη λαχτάρα του Κοσμά να εξυπηρετήσει τους πελάτες, ειδικά όταν ήταν ξένοι, μιας και ήταν ο αγγλομαθής της παρέας!)
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΥΤΑ, ΤΑ ΡΙΞΑΤΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ. Ποιοι τα ρίξατε, ποιους κατηγορώ; Ξέρω, θα αρχίσετε εδώ να λέτε όλοι «να δεν φταίω εγώ, αυτός φταίει» και θα τα βρείτε μετά όλοι μαζί στο αεροπλάνο που λέγαμε.
Αλλά δεν ξέρετε τι σημαίνει ζωή στο περιθώριο, και σας εύχομαι ποτέ να μην το μάθετε. Αν ξέρατε, δεν θα το κάνατε. Θα κάνατε ό,τι περνούσε από το χέρι σας για να αποφευχθεί αυτή η τραγική κατάληξη.
Και πού θα βρούμε τα λεφτά, θα μου πείτε. Να σας πω εγώ πού θα τα βρείτε: από τις ανούσιες πολιτιστικές εκδηλώσεις του στυλ «συναυλία Βίσση» και μάλιστα εν μέσω κρίσης. Από τις ξαπλώστρες που μοσχονοικιάζετε εδώ και 10 χρόνια στο Μακρύ Γιαλό, την κάποτε αγαπημένη μας, ελεύθερη πλαζ. Από τις «πολιτιστικές αποστολές» στην άλλη άκρη του κόσμου, ΕΝ ΜΕΣΩ ΚΡΙΣΗΣ. Θα μπορούσα να προσθέσω πολλά ακόμη: μη νομίσετε ότι είμαστε ηλίθιοι. Χρήματα υπάρχουν για το «φαίνεσθαι», στην ουσία είναι που σκοντάφτει το πράμα...
Επειδή λοιπόν ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ ΑΛΛΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ, γράφω για να φωνάξω για το έγκλημα που κάνατε. Αν κάποιοι από σας χάσετε τον ύπνο σας από τις τύψεις, καλύτερα: ίσως είναι η κλωτσιά που χρειάζεστε για να κοιτάξετε επιτέλους την ουσία, και να βάλετε προτεραιότητα ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. Τον κάθε άνθρωπο, όχι μόνο εκείνους που σας βολεύουν, εκείνους που δεν σας χαλάνε το «ίματζ», εκείνους που δεν σας «πληγώνει» η εικόνα τους. Διορθώστε τα λάθη σας, δεν είναι αργά. Θα σας συγχωρέσουν εκείνοι που περιθωριοποιήσατε για τη μέχρι τώρα αδιαφορία σας, ξέρουν από αγάπη και συγχώρεση. ΚΑΝΤΕ Ο,ΤΙ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΟΙΞΕΙ ΞΑΝΑ Η ΚΑΜΠΑΝΑ.
Με εκτίμηση,
Η αδελφή της Θεοδώρας Θεοφιλάτου
(ακόμα και τώρα είμαι γνωστή στο Αργοστόλι ως «η αδελφή της Ντόρις»).
Υ.Γ. Αν μπορούσε, είναι σίγουρο ότι θα σας ζητούσε το ίδιο πράγμα: τη λάτρευε την Καμπάνα. Και αν ήξερα πού είναι το αρχείο της, θα δημοσίευα φωτογραφίες που είχε τραβήξει όταν πρωτοάνοιξε η Καμπάνα: δεν θα είχε καμμία αντίρρηση να μοιραστεί μαζί σας το υπέροχο υλικό από κείνη την εποχή.
|