Ανηφορίζοντας στο δρόμο για την Αντίσαμο, οι πινακίδες σε προσκαλούν και σε προκαλούν να στρίψεις δεξιά και να συναντήσεις την …ιστορία! Όχι με τον τρόπο που μηρυκάζουν οι πολιτικοί και οι αδιάφοροι, αλλά με το συναίσθημα της συνέχειας που συνθέτει την ατομική και συλλογική μας ταυτότητα. Ο δρόμος οδηγεί στ’απομεινάρια της ακρόπολης της Αρχαίας Σάμης και στους Αγίους Φανέντες. Τα παλιά τείχη μνημονεύουν την κραταιά πόλη, ενώ στη ρήξη και στην α-συνέχεια των αιώνιων, χτίστηκε εντός τους, τα βυζαντινά χρόνια ο ναός των Αγίων Φανέντων, ώσπου να γκρεμιστεί κι αυτός και να ανανεωθεί η μνήμη και η σύνθεση του πολιτισμού με το νέο εκκλησάκι που αντικρίζουμε.
Η Αρχαία Σάμη, κτισμένη στο βάθος του φυσικού κόλπου, ήταν μια από τις τέσσερις πόλεις-κράτη της ΚεφαλληνιακήςΤετράπολης, που γνώρισαν την μεγάλη ακμή τους, κατά τους Κλασσικούς και Ελληνιστικούς χρόνους (5ος – 2ος αιώνας, π.χ).Σαν ανεξάρτητη και αυτόνομη πόλη, είχε την δική της εξωτερική πολιτική και έκοβε τα δικά της νομίσματα, στα οποία εμφανίζεται τ’όνομά της. Η οικονομία της βασιζόταν στη ναυτιλία και το εμπόριο, ενώ σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξή της έπαιξε και η ενασχόληση των κατοίκων της με την γεωργία και την κτηνοτροφία.
Οι δυο Ακροπόλεις της, καταλαμβάνουν τις κορυφές των λόφων «Παλιόκαστρο» και «Αγ. Φανέντες», ενώ η πόλη αναπτύσσεται στις θέσεις «Λουτρό» και «Καμίνια», αντίστοιχα. Η επιβλητική οχύρωσή της περικλείει τους δυο λόφους και προσεγγίζει την ακτή ακολουθώντας παράλληλη πορεία μ’αυτήν. Από τα επιβλητικά σημεία της οχύρωσης, διασώζονται μέχρι σήμερα: α) η ανατολική πύλη στο Παλιόκαστρο, όπου η πρόσβαση γίνεται από μερικά σκαλοπάτια, ενώ ένας μακρύς διάδρομος (14 μέτρα μήκος και 1,30 πλάτους, οδηγεί στο εσωτερικό της Ακρόπολης, αν και μερικά αρχιτεκτονικά σημεία, δείχνουν μάλλον ότι είναι μεταγενέστερες παρεμβάσεις. β) το τείχος που κατεβαίνει τη δυτική πλευρά του ίδιου λόφου και θεμελιώνεται στον φυσικό βράχο, ενώ είναι χτισμένο κατά το τραπεζιόσχημο σύστημα δόμησης και γ) ο τετράγωνος πύργος (10χ10μ) που ορθώνεται στο λόφο των Αγίων Φανέντων και είναι, επίσης, χτισμένος κατά το τραπεζιόσχημο σύστημα, ενώ οι λίθοι του συνδέονται μεταξύ τους με μολύβδινους συνδέσμους. Η αυτονομία και η ελευθερία της Πόλης, καταλύονται το 188 π.χ, μετά από τετράμηνη πολιορκία των Ρωμαϊκών στρατευμάτων, που ηγείτο ο Ρωμαίος Ύπατος Μάρκος Φούλβιος Ναβιλίτωρ. Παρ’όλα αυτά, η πόλη από τον 1ον π.Χ αι έως τον 3ον μ.Χ αιώνα, ακμάζει και πάλι.
Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, καθώς ο χώρος εξακολουθεί να χρησιμοποιείται, τα τείχη επισκευάζονται και ο πύργος στους Αγ. Φανέντες, ενσωματώνεται στο ομώνυμο μοναστήρι.
Ο φακός της ιστορίας, διαπερνά την ελληνική διαχρονία, σαν μια πύλη πολιτισμού στη σμίξη της εξέλιξης. Το Μοναστήρι που ο τοίχος του ήταν τα τείχη του κάστρου και έπειτα ο σεισμός που δημιούργησε την δική του ρήξη με το παρελθόν, για να έλθει το εκκλησάκι των νεώτερων χρόνων να είναι δίπλα στην ιστορία, τωρινός παρατηρητής και σύντροφος της μνήμης.
Το πρόχειρο και λιτό καμπαναριό! Δυο κούτσουρα με διχάλα, ένα μέταλλο και το σήμαντρο. Μοιάζει να σε καλεί να το σημάνεις, σε στιγμές δύσκολες, Να μαζευτούν άνθρωποι, γύρω, να φτιάξουν κοινότητα, ν’αντέξουν το μέλλον και τους δίσεκτους καιρούς…
Η καρέκλα δίπλα στην πόρτα. Κανείς δεν την πειράζει, κανείς δεν την χαλά. Περιμένει τον κουρασμένο οδοιπόρο, τον απρόσμενο προσκυνητή. Είναι εκεί γιατί πάντα κάποιος έρχεται και πρέπει να βρει γωνιά να ρεμβάσει και να στοχαστεί. Μα κι ο βοσκός, κι ο ξωμάχος, πρέπει να βρει ανταπόδοση, μια πανάρχαια αίσθηση αμοιβαιότητας, γιατί προσέχει τον τόπο και τη μνήμη!
Δημήτρης Ναπ.Γ
Αναδημοσιευση απο : /kefalonitiko.wordpress.com