...ανθρώπινος νους δε μπορεί να φανταστεί το ανακάτωμα της γης μας, το τι ξέσπασε γύρω μας και αποκάτουθέ μας.
«ώρα 11 και 20 λεπτά»...
ο Εγκέλαδος «χρωστούσε» ακόμα...
Όλο το έδαφος ταλανιζόταν σ’ ένα τρομερό χορό ΖΙΚ-ΖΑΚ με επιταχυνόμενη παλινδρόμηση με τα κτίρια να χορεύουν να κρέμονται και μετά να πέφτουν καταγής, ή και τόνα πάνω στ’ άλλο, μέσα σε ανατριχιαστικούς τριγμούς, άλλα να χάνονται μέσα από τα θεμέλια, οι δρόμοι να σκίζονται, οι βράχοι των βουνών να κυλούν με δαιμονισμένη ταχύτητα στη θάλασσα, τα δέντρα της λεωφόρου να ξεριζώνονται, να νοιώθεις τη γη κινούμενη χωρίς σταματημό. Ισορροπία δεν ήταν δυνατό για να κρατηθεί, στηρίχτηκα από τα χέρια σε δυο χωροφύλακες που βρεθήκανε κοντά μου στη μέση της λεωφόρου, κι έξω από την Εμποροναυτική σχολή. Αμάθητοι από τέτοια συντέλεια φωνάζανε Θεέ μου-Θεέ μου.
Και σαν να μην έφτανε ο χορός, μια νέα σεισμική ιδιοτροπία μας έφερνε στα χαμηλά οπότε νοιώσαμε πως βυθιζόμαστε για να μας ανεβάσει ψηλά, νέα παλινδρόμηση πάνω-κάτω και ξανά μείναμε ψηλά. Το ανεβοκατέβασμα τούτο χωρίς υπερβολή θάτανε 50 πόντοι….
Μονομιάς όλα ησύχασαν...
Νεκρική σιγή επεκράτησε που φάνηκε περίοδος μεγάλη.
Βρεθήκαμε σε μιά λανθάνουσα κατάσταση ύπαρξης και μη ύπαρξης, με τη γη μας ανεβασμένη κατά 0,60 εκατοστά του μέτρου.
Μια περίεργη σιωπή κι ένα σκοτάδι που δάχτυλο δεν ατένιζες.
Αφού πέρασε ο μπουχός πούχε κλείσει στήθος, λαιμά και όραση κι ατένιζες σιγά-σιγά το σύθαμπο στα δύο – τρία – τέσσερα μέτρα, αντιλαμβανόσουν την καταστροφή που σε τριγύριζε.
Δεν υπήρχε πολιτεία, όλα ερείπια, όλα φλάτ.
Αυτές τις τραγικές στιγμές ζούσε και το προσωπικό του ασυρμάτου της πλατείας, όταν εξέπεμπε το SOS που «έπιασαν» τα πολεμικά καράβια του Ισραήλ στο Νότιο Αιγαίο...
Η ακοή μας δεν ακουόταν κι αν ακουόταν έμοιαζε σαν απόμακρη, λες και ήσουνα κάπου αλλού, σε κάποιο άλλο κόσμο μακριά, ανάμεσα σε ζωή και το πάρα-πέρα….
Πέρασαν λεπτά για να συνέλθω και να χωνέψω την τραγικότητά μας.
Σκιές πού μοιαζαν ανθρώπινες, φώναζαν ονόματα με κραυγαλέες φωνές, που νιαουριστά ακουγόντουσαν.
Μια πόλη που κάθισε βίαια κάτω, με τα συντρίμμια της να αιωρούνται, λες κι ήτανε παλιόπανα μπουγάδας, τοπίο Δαντικής φαντασίας.
Πάνωθε ο ήλιος έσμιγε τον τόπο κι αναρωτιόταν «έχασα την τροχιά μου;»
Τι συμφωνία μακάβριας αλλαγής είναι τούτο που αντκρύζω;
Η σχολή συνετρίβη σαν τραπουλόχαρτο, η πτώση της μου έφραξε το δρόμο προς τον κήπο, εκεί που είχα αφήσει τους δικούς μου και των οποίων την τύχη αγνοούσα. Πήρα την απόφαση να ανεβώ τα ερείπια της οδού Δαυή για να φτάσω στον κήπο. Από Θεού πρόνοια όλοι ήσαν παρόντες. Και οδυρόμενοι.
Οδηγηθήκαμε στο μικρό βουναλάκι, γιατί ήθελα να βλέπω ορίζοντα και γιατί δεν εμπιστευόμουν τη θάλασσα.
Η γη μας συνεχώς έτρεμε, συνηθίσαμε να λέμε πως είναι μετασεισμοί….
Ταλαιπωρημένοι αφού πέρασε το απόγιομα στο ύπαιθρο, κατεβήκαμε στο χωράφι των Σκλαβουνάκηδων με σκοπό να διανυκτερεύσουμε εκεί.
Ήτανε κι άλλοι γειτόνοι στα ίδια χάλια με μας, ήτανε κι οι πλούσιοι της γειτονιάς μας στα ίδια χάλια με μας, ο σεισμός ισοπέδωσε τις κοινωνικές μας διακρίσεις, ένα καθεστώς του Αργοστολιού που καλλιέργηθηκε από τη Βενετοκρατία.
Πήρα την αδελφή μου και πήγαμε στο ερείπιο μας, ο φόβος χάθηκε, το κακό ειχε συντελεστεί, με σκοπό να πάρουμε κουβέρτες και σκεπάσματα για τη νύχτα. Όντως πήραμε ο,τι μπορέσαμε να βγάλουμε. Τον Αύγουστο είναι ευχάριστος ο ύπνος στην ύπαιθρο, μα όχι υπό τέτοιες συνθήκες. Εμείς είχαμε το θλιβερό προνόμιο να καταστραφούμε, νάχουμε τη γή μας να τρέμει όλη νύχτα, κι από πάνω μας θωρούσαμε με δέος το απόλυτο χάος. Κοντά μας κλάμμα και οδύνη για τους χαμένους μας ανθρώπους, φίλους, γνωστούς, συγγενείς, γειτόνους. Έτσι καθιστοί και μισοκοιμισμένοι, χορεύαμε στους ρυθμούς των μετασεισμών, προσμένοντας το φως της επόμενης μέρας….
Είχαν δεν είχαν περάσει πέντε – έξι ώρες, μπαίναμε στο χάραμα πια, που ακούστηκε από τη μεριά του Μέτελα θόρυβος από μηχανές πλοίων.
Ο θόρυβος και μόνον αυτός, δημιούργησε μέσα μας αγαλλίαση, δυνάμωσε την πίστη πως δεν είμαστε μόνοι, να πως κάποιοι μας άκουσαν, κάποιοι ήλθαν...
Ύστερα από λίγο ατενίζαμε ξένες μελαχροινές σιλουέτες να μας μιλούν σε ακαταλαβίστικη γλώσσα, να μας δίνουν νερό, γαλέτα και σοκολάτες και προφανώς να μας λένε κουράγιο. Ήτανε το ναυτικό του Ισραήλ που πήρε το σήμα του ασυρμάτου της Πλατείας.
Ναι ήτανε τα παιδιά του Ισραήλ που έφτασαν πρώτοι να δώσουν σε μας την ελπίδα.
Ποτέ δεν ξέχασα το γέννημα της ελπίδας που πήρα από την παρουσία τους.
Το Αργοστόλι εκτίμησε την προσφορά ονομάζοντας τον δρόμο που ανέβηκαν «οδός Ισραήλ».
Με το που ξημέρωσε και αντικρύζοντας την καταστροφή, βοήθησαν σε διανοίξεις δρόμων, σε ανατινάξεις επικινδύνων κτιρίων, σε διασώσεις παγιδευμένων, σε μεταφορές τραυματιών στην Πάτρα, εδωσαν ο,τι είχαν, νερό και θάρρος για την ζωή.
Τέτοιες προσφορές σε τέτοιες δύσκολες ώρες δεν ξεχνιούνται τις γράφουν η Ιστορία οι άνθρωποι και τα βιβλία…»
Στις 12 Αυγούστου 1953, ο στόλος του Ναυτικού επέστρεφε στο Ισραήλ έπειτα από τέσσερις εβδομάδες εντατικής εκπαίδευσης στο Αιγαίο. Ξαφνικά ελήφθησαν επείγοντα μηνύματα SOS από τις ελληνικές ακτές. Μια σειρά από τρομακτικούς σεισμούς 7,2 της κλίμακας Ρίχτερ είχε πλήξει τα ελληνικά νησιά της Κεφαλονιάς, της Ζακύνθου και της Ιθάκης. Ο ισραηλινός στόλος βρισκόταν σε απόσταση 15 ωρών από τον τόπο της καταστροφής. Ο αρχηγός του στόλου, πλωτάρχης Σλόμο Ερέλ, κάλεσε τους διοικητές των σκαφών σε μια γρήγορη σύσκεψη ενώ ταυτόχρονα έστειλε μήνυμα στο Ράδιο Αθήναι και στο ναυαρχείο στο Ισραήλ. Έστειλε μια πρώτη αναφορά για το συμβάν στο αρχηγείο του ναυτικού και ζήτησε άδεια να παρέξει βοήθεια. Το αρχηγείο ανταποκρίθηκε άμεσα: ¨Πηγαίνετε και παρέχετε βοήθεια”.
Από το Ράδιο Αθήναι, δεν υπήρξε απάντηση.
Τα ισραηλινά πλοία πραγματοποίησαν στροφή, περνώντας τους στόλους των Αμερικανών και των Βρετανών που δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν τα νησιά εξαιτίας του μεγάλου μεγέθους των πολεμικών τους πλοίων. Στο μπλογκ «Επτά Ημέρες, σημειώματα από το Μεγάλο Γαλάζιο», ο Ισραηλινός Γιφτάχ Κόζικ περιγράφει τη θέα που αντίκρισε το προσωπικό του ισραηλινού Ναυτικού που κατέφθασε στα νησιά που είχαν καταστραφεί. «Τεράστιοι χωμάτινοι σβόλοι έπεφταν στη θάλασσα με τρομακτική ταχύτητα. Η κορυφή του όρους Αίνου στην Κεφαλονιά έμοιαζε να είχε κοπεί στα δύο. Στήλες καπνού που έβγαιναν από ρωγμές διαφαίνονταν σε όλη την πόλη και άγριες πυρκαγιές είχαν ξεσπάσει σε αποθήκες ελαιόλαδου και έκαιγαν ό,τι είχε απομείνει. Σχεδόν κανένα κτίριο δεν είχε παραμείνει όρθιο στη Χώρα του νησιού. Χιλιάδες άνθρωποι ήταν τραυματισμένοι σε κρίσιμη κατάσταση, μεταξύ των οποίων και έγκυες γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι. Υπήρχαν άνθρωποι με ακρωτηριασμένα και διαλυμένα άκρα και όλοι έχρηζαν άμεσης βοήθειας. Το κέντρο περίθαλψης των θυμάτων στήθηκε σε μία αποβάθρα του κεντρικού λιμανιού. Ο ανώτερος ιατρός του στόλου, ο δρ. Ασκενάζι, και ο νεότερος συνάδελφος του, δρ. Σεελενφρόιντ, ανέλαβαν το έργο της ιατρικής περίθαλψης, χρησιμοποιώντας τα ελάχιστα μέσα που διέθεταν πραγματοποιώνταςεπείγουσες επεμβάσεις για την αντιμετώπιση σπασμένων κρανίων, λεκάνης, πρόωρες γέννες, αιμορραγίες, πανικού και απόγνωσης». Σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας εκείνη την εποχή, η πρώτη δύναμη διάσωσης που κατέφθανε αναλάμβανε και τον συντονισμό της επιχείρησης. Εφόσον το ισραηλινό Πολεμικό Ναυτικό ήταν το πρώτο που έφθασε στην Κεφαλονιά, ανέλαβε τον έλεγχο και συντόνισε τις επιχειρήσεις διάσωσης του αμερικανικού και βρετανικού στόλου. Για τρία μερόνυχτα, οι 450 Ισραηλινοί ναυτικοί εργάστηκαν πυρετωδώς μαζί με τους Αμερικανούς και τους Βρετανούς για τη διάσωση των κατοίκων των ελληνικών νησιών, σώζοντας εκατοντάδες ανθρώπους από βέβαιο θάνατο, μεταφέροντας 400 βαριά τραυματισμένους στην ενδοχώρα και παρέχοντας ιατρική περίθαλψη σε 16.000 άτομα.
Την άλλη μέρα γιόμισε ο κόλπος του Αργοστολίου πολεμικά πλοία...
Βρεττανοί, Ιταλοί, Γάλλοι, Αμερικανοί, ακόμη και Νεοζηλανδοί, έσπευσαν να βοηθήσουν τον κόσμο των νησιών. Άρχιζε η επιχείρηση διάσωσης των τραυματιών από ελικόπτερα και σκαπανείς. Αυτοί με τα ειδικά σκυλιά τους έσωσαν πολλές ζωές...
Μπήκε στον κόλπο και το «Φραγκλίνος Ρούσβελτ» που με τη δύναμή του έδωσε από εναέρια μεταφορά ασθενών και τραυματιών σε νοσοκομεία της Πάτρας, μέχρι ψωμί και φαϊ για όλο το νησί.
....Ήλθαν και οι Έλληνες από τον Πειραιά με στρατό, Υπουργό και διατάγματα…
....Φάνηκαν και οι Βασιλείς, για να τονώσουν λέει, το ηθικό του κόσμου….
Ήλθαν και Γιουγκοσλάβοι με λυόμενα και Ανατολικογερμανοί με δείγματα λυομένων κατοικιών.
Οι Σουηδοί, που με την ξυλεία τους που κάλυψαν την κατασκευή του Γεν. Νοσοκομείου, της Μαιευτικής Κλινικής, του ΠΙΚΠΑ, του Ερυθρού Σταυρού, των πρώτων καταλυμάτων για τους άστεγους (τα γνωστά ΠΑΡΑΠΗΓΜΑΤΑ) που έστησαν στα Κτήματα Κατσούρη Ν. ΝΑ του Αργοστολίου κ.α.
Η διεθνής αλληλεγγύη ήταν δυναμική και συγκινητική....
Οι επόμενες ημέρες, βδομάδες, μήνες που ακολούθησαν βρήκαν τη ΖΩΗ να αποδεικνύει για ακόμη μιά φορά τη ΘΕΛΗΣΗ της να ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ να ΥΠΑΡΧΕΙ, να ΟΝΕΙΡΕΎΕΤΑΙ, να ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ!