Οι πέτρινες καλύβες που σώζονται στα βουνίσια μέρη της Κεφαλλονιάς και ιδιαίτερα στην επαρχία Παλλικής, είναι αγνώστου χρόνου κατασκευής. Λόγω της κυκλικής και πυραμοειδούς κατασκευής τους, έχουν μείνει άθικτες από παλιούς και νεώτερους σεισμούς, ακόμη και από τον μεγάλο εγκέλαδο του 1953 και αποτελούν μνημεία μιας άλλης εποχής που η λειτουργικότητά τους κράτησε περίπου πριν τον μεσοπόλεμο.
Σε αυτήν την μελέτη-ανακοίνωση θα αναφερθούμε στις καλύβες της περιοχής Ταφιού-Καμιναράτων. Βέβαια η μελέτη αυτή αγγίζει όλες τις καλύβες του Κεφαλληνιακού χώρου καθώς παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά, τόσο στην κατασκευή όσο και στην χρήση τους.
Στην περιοχή Ταφιού-Γερακαριό-Καμιναράτων βρίσκονται αρκετές πέτρινες καλύβες που ορισμένες από αυτές μπορούν κάλλιστα να χαρακτηρισθούν ως ιδιαίτερες. Βρίσκονται διάσπαρτες μέσα στα χωράφια, στις πλαγιές και στις κορφές των βουνών και συνήθως στις άκρες των αμπελιών. Επίσης βρίσκουμε καλύβες σε παλιούς οικισμούς που φέρουν παλαιά τοπωνύμια όπως Γερακαριό, Δαμούτσα, Ταφιός (Καμιναράτων). Στην πιο πάνω περιοχή σώζονται περίπου πενήντα πέτρινες καλύβες, άλλες μικρές και άλλες μεγάλες.
Ως χρόνο κατασκευής τους μπορούμε να πιθανολογήσουμε τα μεσαιωνικά χρόνια. Αυτό το συμπεραίνουμε από τα τοπωνύμια που φανερώνουν την ύπαρξη μεσαιωνικών χωριών στην περιοχή.
Τρόπος Κατασκευής
Η κατασκευή των πέτρινων καλυβών ήταν δουλειά επίπονη και απαιτούσε εμπειρία και τέχνη μεγάλη, γιατί έπρεπε και λειτουργική να είναι, και να έχει αντοχή. Όλες οι καλύβες που βρίσκονται στα ορεινά χωριά της Κεφαλλονιάς και ιδιαίτερα στην περιοχή Ταφιού-Καμιναράτων, είναι εναρμονισμένες με το φυσικό περιβάλλον. Οι πέτρες με τις οποίες είναι φτιαγμένες, έχουν σε γενικές γραμμές σχήμα ακανόνιστο και βρίσκονταν διάσπαρτες στα χωράφια. Είναι σκληρές και δύσκολες στην επεξεργασία τους και απαιτούσε κόπο η διαμόρφωσή τους σε κάποιο -κάπως- “βολικό” για την κατασκευή, σχήμα.
Τις πέτρες αυτές τις τοποθετούσαν σε διπλή σειρά. Ο κατασκευαστής της καλύβας πρόσεχε να τοποθετεί στερεά τις πέτρες και στις δυο σειρές. Το κτίσιμο φυσικά ξεκινούσε από κάτω και όσο ανέβαινε προς τα πάνω συνέκλινε προς το κέντρο, έτσι που να σχηματίζεται “θόλος” ή “κουκούλα”. Στο πάνω δε μέρος της, έβαζαν πέτρες “πλακωτές” και όχι “κλειδωτές”, έτσι που από την κλίση που τους έδιναν, να μπορεί να οδηγηθεί το νερό της βροχής προς τα έξω. Η καλύβα γινόταν “κουκουμωτή”. Πάνω από τις πλακωτές πέτρες της “κουκούλας” έβαζαν χώμα ή σπάρτα τα οποία στην πορεία του χρόνου γίνονταν “ένα σώμα” και προστάτευαν την καλύβα από το “μπάσιμο του νερού” μια και που εύκολα το δάπεδο -που ήταν χώμα πατημένο- μπορούσε να μετατραπεί σε λάσπη.
Η θεμελίωση, μια και που η καλύβα κατασκευαζόταν σε ορεινό μέρος, δεν είχε βάθος. Το πάχος του τοίχου στο μέρος της βάσης έφτανε στο ένα μέτρο ενώ καθώς ανέβαινε, το πάχος περιοριζόταν στα πενήντα εκατοστά. Με τον τρόπο αυτό η όλη κατασκευή αποκτούσε σταθερότητα.
Στην περιοχή Ταφιού-Καμιναράτων βρίσκουμε καλύβες που δεν έχουν φτιαγμένο τον τοίχο τους μέχρι επάνω το “θόλο” με “διπλολιθιά”, με δεύτερη δηλαδή σειρά από πέτρες, την οποία βρίσκουμε να σταματά μέχρι τη μέση της όλης κατασκευής. Τότε οι γεωργοί και οι τσοπάνηδες λένε ότι η καλύβα “έχει ζωνάρι”.
Η καλύβα έχει εσωτερική διάμετρο περίπου 2 μέτρα και το ύψος στο κέντρο φτάνει το 1,80 έως 2,30 μέτρα. Η πόρτα έχει συνήθεις διαστάσεις 0,50-0,70 εκ. πλάτος και 0,50-1,50 εκ. ύψος περίπου. Για ανώφλι τοποθετούσαν μεγάλες μακρόστενες πλακωτές πέτρες και για πόρτα έβαζαν ένα δεμάτι ξύλα ή σπάρτα ή άλλα κλαριά θάμνων.
Παρατηρώντας τις πέτρινες καλύβες της περιοχής Ταφιού-Καμιναράτων διαπιστώνει κανείς ότι η πόρτα τους συνήθως “βλέπει” προς το βοριά ή προς την ανατολή και αυτό για λόγους προστασίας μια και που την συγκεκριμένη περιοχή μαστίζουν νότιοι άνεμοι.
Το μέγεθος των καλυβών ποικίλει στην περιοχή Ταφιού-Καμιναράτων. Όλες βέβαια είναι σε γενικές γραμμές μικρές καθώς η κατασκευή μίας μεγάλης καλύβας παρουσίαζε μεγάλη δυσκολία.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, οι περισσότερες καλύβες της περιοχής είναι γεωργικές και ελάχιστες, αυτές δηλαδή που βρίσκονται σε πλατωσιά σε ανοιχτό μέρος βοσκοτόπων, ανήκουν σε βουκόλους. Οι γεωργικές καλύβες και συγκεκριμένα οι καλύβες των αμπελοκαλλιεργητών, βρίσκονται στην άκρη του αμπελώνα κοντά στις λιθιές οριοθέτησης των περιουσιών. Οι αμπελοκαλλιεργητές που μέχρι και σήμερα στην περιοχή διατηρούν αμπέλια ρομπόλας, παλιά “ξεχαλικώνανε” τη γη με σκοπό να ημερέψουν το έδαφος, δουλειά επίπονη και κουραστική που απαιτούσε ολοήμερη παρουσία στο χωράφι. Έτσι, καθώς πολλές φορές βρίσκονταν αντιμέτωποι με δύσκολες καιρικές συνθήκες, η καλύβα τους παρείχε την τόσο αναγκαία προστασία. Κι όταν πάλι ο καιρός “χαλάρωνε” πήγαιναν να “ξεμπαϊρώσουνε” τις ράχες και να δαμάσουν τη γη. Το καλοκαίρι, που ο ήλιος και η ζέστη “χτυπούσαν” δυνατά, η καλύβα διατηρούσε την απαραίτητη για ξεκούραση, δροσιά.
Ιδιοκτησία – Ονόματα καλυβών
Οι περισσότερες από τις πενήντα βουκολικές και γεωργικές καλύβες της περιοχής Ταφιού-Καμιναράτων αλλά και της ευρύτερης περιοχής, διατηρούν μέχρι σήμερα τα ονόματα των παλαιών ή και των νέων ιδιοκτητών, ή το όνομα της τοποθεσίας που βρίσκονται. Έτσι έχουμε τις δυο βουκολικές καλύβες με ξώμαντρα, αυτήν στο Κλείσμα -που είναι αρκετά μεγάλη- και την καλύβα στον Τσεριά. Άλλες είναι: του Αλιβίζη, του Τζώρτζη, του Σκόρδακα, του Ρίκου, ή καλύβα στα Βατερά, στη στροφή, η καλύβα του Σπυράγγελου κ.α.
Καλύβες με ιδιαιτερότητες
Ορισμένες από τις καλύβες της περιοχής Ταφιού-Καμιναράτων, εκτός του ότι ποικίλουν όσον αφορά στο μέγεθος, παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες που δεν τις συναντάμε σε καλύβες άλλων περιοχών. Συγκεκριμένα στη μεγάλη καλύβα στα Καθαρούλια (χωριό κοντά στα Καμιναράτα) το ανώφλι είναι ξύλινο αντί να είναι πέτρινο. Στην ίδια καλύβα υπάρχει εντυπωσιακό ζωνάρι το οποίο παρέχει τη δυνατότητα της εύκολης ανάβασης στην “κουκούλα” της καλύβας. Η συγκεκριμένη καλύβα είναι από τις λίγες καλύβες που διαθέτει παράθυρο το οποίο μάλιστα “βλέπει” προς τα δυτικά και έχει ανώφλι που είναι κατασκευασμένο από πέτρα.
Υπάρχουν περιπτώσεις που στις βουκολικές καλύβες συναντάμε μια “ξώμαντρα”, μιά μικρή πέτρινη μάντρα δηλαδή που εκεί έβαζαν τα πρόβατα ή τα κατσίκια. Στις περιπτώσεις αυτές η είσοδος της καλύβας βρισκόταν μέσα στη μάντρα.
Σημερινή κατάσταση
Σήμερα η κοινωνική διαμόρφωση που σε όλους τους χώρους έχει αλλάξει, συνετέλεσε ώστε οι καλύβες να εγκαταλειφθούν οριστικά και όχι μόνο δεν χρησιμοποιούνται, αλλά αδιαφορούν για την ύπαρξή τους αυτοί που τις κληρονόμησαν. Οι περισσότερες είναι χορταριασμένες, μισογκρεμισμένες, ετοιμόρροπες και προσπαθούν να κρατηθούν στο χρόνο από μόνες τους. Στην καταστροφή τους συντελεί και η ίδια η φύση, καθώς εκτός από τις καιρικές συνθήκες και τους σεισμούς, τα ίδια τα κατσίκια που κάποτε εύρισκαν καταφύγιο εκεί, ανεβαίνουν πάνω στον ημιερειπωμένο θόλο και καθιστούν πιο σύντομη την καταστροφή.
Σε αυτήν την μελέτη-ανακοίνωση θα αναφερθούμε στις καλύβες της περιοχής Ταφιού-Καμιναράτων. Βέβαια η μελέτη αυτή αγγίζει όλες τις καλύβες του Κεφαλληνιακού χώρου καθώς παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά, τόσο στην κατασκευή όσο και στην χρήση τους.
Στην περιοχή Ταφιού-Γερακαριό-Καμιναράτων βρίσκονται αρκετές πέτρινες καλύβες που ορισμένες από αυτές μπορούν κάλλιστα να χαρακτηρισθούν ως ιδιαίτερες. Βρίσκονται διάσπαρτες μέσα στα χωράφια, στις πλαγιές και στις κορφές των βουνών και συνήθως στις άκρες των αμπελιών. Επίσης βρίσκουμε καλύβες σε παλιούς οικισμούς που φέρουν παλαιά τοπωνύμια όπως Γερακαριό, Δαμούτσα, Ταφιός (Καμιναράτων). Στην πιο πάνω περιοχή σώζονται περίπου πενήντα πέτρινες καλύβες, άλλες μικρές και άλλες μεγάλες.
Ως χρόνο κατασκευής τους μπορούμε να πιθανολογήσουμε τα μεσαιωνικά χρόνια. Αυτό το συμπεραίνουμε από τα τοπωνύμια που φανερώνουν την ύπαρξη μεσαιωνικών χωριών στην περιοχή.
Τρόπος Κατασκευής
Η κατασκευή των πέτρινων καλυβών ήταν δουλειά επίπονη και απαιτούσε εμπειρία και τέχνη μεγάλη, γιατί έπρεπε και λειτουργική να είναι, και να έχει αντοχή. Όλες οι καλύβες που βρίσκονται στα ορεινά χωριά της Κεφαλλονιάς και ιδιαίτερα στην περιοχή Ταφιού-Καμιναράτων, είναι εναρμονισμένες με το φυσικό περιβάλλον. Οι πέτρες με τις οποίες είναι φτιαγμένες, έχουν σε γενικές γραμμές σχήμα ακανόνιστο και βρίσκονταν διάσπαρτες στα χωράφια. Είναι σκληρές και δύσκολες στην επεξεργασία τους και απαιτούσε κόπο η διαμόρφωσή τους σε κάποιο -κάπως- “βολικό” για την κατασκευή, σχήμα.
Τις πέτρες αυτές τις τοποθετούσαν σε διπλή σειρά. Ο κατασκευαστής της καλύβας πρόσεχε να τοποθετεί στερεά τις πέτρες και στις δυο σειρές. Το κτίσιμο φυσικά ξεκινούσε από κάτω και όσο ανέβαινε προς τα πάνω συνέκλινε προς το κέντρο, έτσι που να σχηματίζεται “θόλος” ή “κουκούλα”. Στο πάνω δε μέρος της, έβαζαν πέτρες “πλακωτές” και όχι “κλειδωτές”, έτσι που από την κλίση που τους έδιναν, να μπορεί να οδηγηθεί το νερό της βροχής προς τα έξω. Η καλύβα γινόταν “κουκουμωτή”. Πάνω από τις πλακωτές πέτρες της “κουκούλας” έβαζαν χώμα ή σπάρτα τα οποία στην πορεία του χρόνου γίνονταν “ένα σώμα” και προστάτευαν την καλύβα από το “μπάσιμο του νερού” μια και που εύκολα το δάπεδο -που ήταν χώμα πατημένο- μπορούσε να μετατραπεί σε λάσπη.
Η θεμελίωση, μια και που η καλύβα κατασκευαζόταν σε ορεινό μέρος, δεν είχε βάθος. Το πάχος του τοίχου στο μέρος της βάσης έφτανε στο ένα μέτρο ενώ καθώς ανέβαινε, το πάχος περιοριζόταν στα πενήντα εκατοστά. Με τον τρόπο αυτό η όλη κατασκευή αποκτούσε σταθερότητα.
Στην περιοχή Ταφιού-Καμιναράτων βρίσκουμε καλύβες που δεν έχουν φτιαγμένο τον τοίχο τους μέχρι επάνω το “θόλο” με “διπλολιθιά”, με δεύτερη δηλαδή σειρά από πέτρες, την οποία βρίσκουμε να σταματά μέχρι τη μέση της όλης κατασκευής. Τότε οι γεωργοί και οι τσοπάνηδες λένε ότι η καλύβα “έχει ζωνάρι”.
Η καλύβα έχει εσωτερική διάμετρο περίπου 2 μέτρα και το ύψος στο κέντρο φτάνει το 1,80 έως 2,30 μέτρα. Η πόρτα έχει συνήθεις διαστάσεις 0,50-0,70 εκ. πλάτος και 0,50-1,50 εκ. ύψος περίπου. Για ανώφλι τοποθετούσαν μεγάλες μακρόστενες πλακωτές πέτρες και για πόρτα έβαζαν ένα δεμάτι ξύλα ή σπάρτα ή άλλα κλαριά θάμνων.
Παρατηρώντας τις πέτρινες καλύβες της περιοχής Ταφιού-Καμιναράτων διαπιστώνει κανείς ότι η πόρτα τους συνήθως “βλέπει” προς το βοριά ή προς την ανατολή και αυτό για λόγους προστασίας μια και που την συγκεκριμένη περιοχή μαστίζουν νότιοι άνεμοι.
Το μέγεθος των καλυβών ποικίλει στην περιοχή Ταφιού-Καμιναράτων. Όλες βέβαια είναι σε γενικές γραμμές μικρές καθώς η κατασκευή μίας μεγάλης καλύβας παρουσίαζε μεγάλη δυσκολία.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, οι περισσότερες καλύβες της περιοχής είναι γεωργικές και ελάχιστες, αυτές δηλαδή που βρίσκονται σε πλατωσιά σε ανοιχτό μέρος βοσκοτόπων, ανήκουν σε βουκόλους. Οι γεωργικές καλύβες και συγκεκριμένα οι καλύβες των αμπελοκαλλιεργητών, βρίσκονται στην άκρη του αμπελώνα κοντά στις λιθιές οριοθέτησης των περιουσιών. Οι αμπελοκαλλιεργητές που μέχρι και σήμερα στην περιοχή διατηρούν αμπέλια ρομπόλας, παλιά “ξεχαλικώνανε” τη γη με σκοπό να ημερέψουν το έδαφος, δουλειά επίπονη και κουραστική που απαιτούσε ολοήμερη παρουσία στο χωράφι. Έτσι, καθώς πολλές φορές βρίσκονταν αντιμέτωποι με δύσκολες καιρικές συνθήκες, η καλύβα τους παρείχε την τόσο αναγκαία προστασία. Κι όταν πάλι ο καιρός “χαλάρωνε” πήγαιναν να “ξεμπαϊρώσουνε” τις ράχες και να δαμάσουν τη γη. Το καλοκαίρι, που ο ήλιος και η ζέστη “χτυπούσαν” δυνατά, η καλύβα διατηρούσε την απαραίτητη για ξεκούραση, δροσιά.
Ιδιοκτησία – Ονόματα καλυβών
Οι περισσότερες από τις πενήντα βουκολικές και γεωργικές καλύβες της περιοχής Ταφιού-Καμιναράτων αλλά και της ευρύτερης περιοχής, διατηρούν μέχρι σήμερα τα ονόματα των παλαιών ή και των νέων ιδιοκτητών, ή το όνομα της τοποθεσίας που βρίσκονται. Έτσι έχουμε τις δυο βουκολικές καλύβες με ξώμαντρα, αυτήν στο Κλείσμα -που είναι αρκετά μεγάλη- και την καλύβα στον Τσεριά. Άλλες είναι: του Αλιβίζη, του Τζώρτζη, του Σκόρδακα, του Ρίκου, ή καλύβα στα Βατερά, στη στροφή, η καλύβα του Σπυράγγελου κ.α.
Καλύβες με ιδιαιτερότητες
Ορισμένες από τις καλύβες της περιοχής Ταφιού-Καμιναράτων, εκτός του ότι ποικίλουν όσον αφορά στο μέγεθος, παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες που δεν τις συναντάμε σε καλύβες άλλων περιοχών. Συγκεκριμένα στη μεγάλη καλύβα στα Καθαρούλια (χωριό κοντά στα Καμιναράτα) το ανώφλι είναι ξύλινο αντί να είναι πέτρινο. Στην ίδια καλύβα υπάρχει εντυπωσιακό ζωνάρι το οποίο παρέχει τη δυνατότητα της εύκολης ανάβασης στην “κουκούλα” της καλύβας. Η συγκεκριμένη καλύβα είναι από τις λίγες καλύβες που διαθέτει παράθυρο το οποίο μάλιστα “βλέπει” προς τα δυτικά και έχει ανώφλι που είναι κατασκευασμένο από πέτρα.
Υπάρχουν περιπτώσεις που στις βουκολικές καλύβες συναντάμε μια “ξώμαντρα”, μιά μικρή πέτρινη μάντρα δηλαδή που εκεί έβαζαν τα πρόβατα ή τα κατσίκια. Στις περιπτώσεις αυτές η είσοδος της καλύβας βρισκόταν μέσα στη μάντρα.
Σημερινή κατάσταση
Σήμερα η κοινωνική διαμόρφωση που σε όλους τους χώρους έχει αλλάξει, συνετέλεσε ώστε οι καλύβες να εγκαταλειφθούν οριστικά και όχι μόνο δεν χρησιμοποιούνται, αλλά αδιαφορούν για την ύπαρξή τους αυτοί που τις κληρονόμησαν. Οι περισσότερες είναι χορταριασμένες, μισογκρεμισμένες, ετοιμόρροπες και προσπαθούν να κρατηθούν στο χρόνο από μόνες τους. Στην καταστροφή τους συντελεί και η ίδια η φύση, καθώς εκτός από τις καιρικές συνθήκες και τους σεισμούς, τα ίδια τα κατσίκια που κάποτε εύρισκαν καταφύγιο εκεί, ανεβαίνουν πάνω στον ημιερειπωμένο θόλο και καθιστούν πιο σύντομη την καταστροφή.
http://www.sppantelios.blogspot.gr/