Ίσως να έχετε ακούσει παρόμοιες ιστορίες από διηγήσεις παππούδων που σας περιγράφανε με νοσταλγία τη ζωή τους τα σκληρά χρόνια του ’30.
Ιστορίες των αγροτών της ορεινής Κεφαλονιάς, των «άκληρων» κολίγων που δούλευαν μεροκάματο σε ξένα χωράφια γιατί δεν είχαν δικά τους.. Η ανταμοιβή δεν ήταν σε χρήματα, που ούτε οι πλούσιοι δεν τα είχαν τότε (καληώρα).. Τα μεροκάματα ήταν σε είδος.. Αν δούλευσες στις ελιές θα έπαιρνες ένα «κολλαρίζι» ελιάς, να βρεις χώμα να το φυτέψεις να κάμεις σιγά σιγά το λαδάκι σου. Και επειδή δεν υπήρχε ιδιοκτησία γης, τη φύτευαν με συμφωνία σε άλλο χωράφι. Υπάρχουν ακόμα εν ενεργεία συμβόλαια που γράφουν «στον αγαπητό μου υιό Γεράσιμο αφήνω πέντε ρίζες ελιές, στο χωράφι του «Καρνατσόκολου» … ή αλλού «στου «Κατσιπρόκου» το χωράφι στη Λειβαθώ, εγώ ο Χαράλαμπος Ταδε καλλιεργώ 10 κούρβουλα σταφίδα μαύρη πρώτης ποιότητας” … Σημειώστε ότι εκείνα τα χρόνια δημιουργούσαν τον πρωτογενή τομέα, και οι ιδιοκτήτες γης ακόμα καλλιεργούσαν , δεν ήταν τα χρόνια της συγκομιδής.
Αλλά ξεστρατίσαμε από την κουβέντα που ξεκινήσαμε..
Αυτοί λοιπόν οι άκληροι εργάτες γης έπαιρναν καθε πρωί το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο που μπορούσαν να έχουν, ένα τσαπί, και μπρι φανεί ο ήλιος κινάγανε για το χωράφι.. θα γύριζαν με τη δύση του. Κάτι έπρεπε να φάνε να κρατηθούνε όλη μέρα , κυρίως το χειμώνα. Σκληρή δουλειά και τα αφεντικά ανελέητα.
Τα μοναδικά τρόφιμα που είχε το κάθε αγροτικό σπίτι ήταν το ψωμί και το κρασί. Κριθάρι και κρασί ως πληρωμή για σκληρή δουλειά μες το λιοπύρι..
Αυτά είχαν , με αυτά πορεύονταν.. ‘Σκονόντανε οι γυναίκες αξημέρωτα, συμπάγανε τη φωτιά , πετάγανε πάνω στη πυροστιά μια φέτα ψωμί, ζεσταίνανε το κρασί στη θράκα μέσα στο μπουρίκι, το ρίχνανε στη πιγκιόνα και το προσφέρανε για πρωινό ρόφημα . Σε αυτό το ρόφημα – δυναμίτη βουτάγανε τη κριθαρένια φέτα ψωμιού.. Αυτή ήταν η «ζούπα», το πρωϊνό των κολλήγων της ορεινής Κεφαλονιάς της δεκαετίας του ’30. Μια παραλλαγή τση “ζούπας” σε άλλη περιοχή του νησιού μας ήταν:όπως ήταν η φέτα το ψωμί ζεστή απο τη θράκα, είχε και τη στάχτη της επάνω, ράντιζαν με λαδάκι και έπιναν το ζεστό κρασί για ρόφημα.. Αργότερα ή στα σπίτια που είχαν αποκτήσει ελιές, το πρωινό συνοδευότανε και απο ελιές τουρσί.
Και έτσι μεθυσμένοι, ζαλισμένοι φεύγανε από το σπίτι για να πάνε στο κάτεργο του χωραφιού να τσαπίζουν μέχρι να πέσει ο ήλιος.. Μπουκιά άλλη όλη μέρα δεν θα βάνανε στο στόμα τους. Υπήρχανε και εξαιρέσεις, κάποιοι γαιοκτήμονες με φιλότιμο – και περισσότερο για το φόβο τση κολάσεως – να τσου πιένουνε το μεσημέρι κανένα άλλο ξεροκόματο πάλι με κρασί αντί νερό, για να αντέξουν.
Και να τα εγκεφαλικά μέσα στο χωράφι και να τα εμφράγματα. Και να οι «γνωματεύσεις» : “τονε κτύπησε το αερικό μέσα στο αμπέλι και πέθανε» , «οι νεράϊδες του πήρανε τη φωνή και του στραβώσανε το στόμα»….. Μέσος όρος ζωής τα 45 χρόνια.. Ο ανθός της Κεφαλονιάς…
Από εκειά λοιπόν τα ..κρίθινα χρόνια μας έμεινε ως ..γαστρονομική κληρονομιά η «ζούπα». Το πρωινό ρόφημα που έστειλε δεκάδες εργάτες γης στον Παράδεισο μπρι την ώρα τους και άλλους τόσους τους βοχθησε να αντέξουνε , να αποκτήσουν δικές τους ελιές, τα αμπέλια και άντε άντε και το χωραφάκι τους, για να το βρούνε οι κληρονόμοι και να τσου σχωρνάνε..
..Η λαϊκή γαστρονομική κληρονομιά έχει τελικά πολύ πικρή γεύση..
Αναδημοσιευση απο : Kefalonia press.gr