Τη νύχτα της 30ης προς 31η Μάη του 1941, μέσα στη βαθιά Κατοχή, ο Γλέζος και ο Σάντας κατεβάζουν τη μισητή σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό από την Ακρόπολη. Ποιός Έλληνας δεν είναι περήφανος για εκείνη την πράξη;
Ναι, αλλά τότε υπήρχαν και εκείνοι που έλεγαν αυτά:
Μέσα στη ναζιστική σκλαβιά ορθώθηκε το ανάστημα του αδούλωτου λαού για την αποτίναξη του φασιστικού ζυγού, για την εθνική απελευθέρωση και την αναδημιουργία της Ελλάδας:
«Δίπλα στο κύριο μέτωπο και Ο ΚΑΘΕ ΒΡΑΧΟΣ, Η ΚΑΘΕ ΡΕΜΑΤΙΑ, ΤΟ ΚΑΘΕ ΧΩΡΙΟ, ΚΑΛΥΒΑ ΜΕ ΚΑΛΥΒΑ, Η ΚΑΘΕ ΠΟΛΗ, ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΣΠΙΤΙ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ. Κάθε πράκτορας του φασισμού πρέπει να εξοντωθεί αλύπητα (…). Έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό και επιστέγασμα για το σημερινό του αγώνα, πρέπει να είναι και θα είναι, μια καινούργια Ελλάδα της δουλιάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση, μ' ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό. Όλοι στον αγώνα, ο καθένας στη θέση του και η νίκη θα’ναι νίκη της Ελλάδας και του λαού της. Οι εργαζόμενοι όλου του κόσμου στέκουν στο πλευρό μας»
Ναι, αλλά μην ξεχνάμε ότι υπήρχαν και εκείνοι οι προσκυνημένοι, τα ελληνόφωνα όργανα του κατακτητή, τα φασιστικά Τάγματα Ασφαλείας και της θηριωδίας, προς τα οποία επιδαψίλευαν δάφνες ο Χίτλερ και ο Χίμλερ:
Η 28η Οκτωβρίου είναι η ημέρα μνήμης και τιμής για τους πραγματικούς πατριώτες, τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού που έδωσαν τον αγώνα για το ψωμί, την τιμή και τη λευτεριά. Και ο όρκος τους ήταν αυτός:
«Εγώ, παιδί του Ελληνικού Λαού, ορκίζομαι ν’ αγωνιστώ πιστά στις τάξεις του ΕΛΑΣ για το διώξιμο του εχθρού από τον τόπο μας, για τις ελευθερίες του Λαού μας, κι ακόμα, να είμαι πιστός και άγρυπνος φρουρός προστασίας στην περιουσία και το βιός του αγρότη. Δέχομαι προκαταβολικά και την ποινή του θανάτου αν ατιμάσω την ιδιότητά μου ως πολεμιστής του Έθνους και του λαού καιυπόσχομαι να δοξάσω και να τιμήσω το όπλο που κρατώ και να μην το παραδώσω εάν δεν ξεσκλαβωθεί η Πατρίδα μου και δεν γίνει ο Λαός νοικοκύρης στον τόπο του»
(Ο Όρκος της πρώτης αντάρτικης ομάδας του ΕΛΑΣ στη Ρούμελη που έγραψε ο Άρης Βελουχιώτης και δόθηκε το 1942 στη Γραμμένη Οξιά).
Αλλά και τότε δεν έλειψαν εκείνοι που βρέθηκαν απέναντι στον ελληνικό λαό. Εκείνοι που βγήκαν από τις τάξεις του φασιστικού και δολοφονικού μεταξικού καθεστώτος, από τις τάξεις εκείνων που διόρισαν πρωθυπουργό τον Μεταξά το 1936, τους απόντες από το μεγαλειώδες «Όχι» του ελληνικού λαού στα βουνά, στις πόλεις και τα χωριά. Υπήρχαν οι δοσίλογοι και οι μαυραγορίτες, οι γερμανοτσολιάδες και οι ταγματασφαλίτες. Αυτοί που όταν ο ελληνικός λαός πολεμούσε και απελευθέρωνε τη χώρα από τους κατακτητές, εκείνοι έδιναν τον παρακάτω όρκο:
«Ορκίζομαι εις τον Θεόν τον άγιον τούτον όρκον, ότι θα υπακούω απολύτως ΕΙΣ ΤΑΣ ΔΙΑΤΑΓΑΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΑΔΟΛΦΟΥ ΧΙΤΛΕΡ. Θα εκτελώ πιστώς απάσας τας ανατεθεισομένας μοι υπηρεσίας και θα υπακούω άνευ όρων εις τας διαταγάς των ανωτέρων μου. Γνωρίζω καλώς, ότι διά μίαν αντίρρησιν εναντίον των υποχρεώσεών μου, τας οποίας διά του παρόντος αναλαμβάνω, θέλω τιμωρηθή ΠΑΡΑ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΝΟΜΩΝ».
(Ο Όρκος των Ταγμάτων Ασφαλείας)…
Έτσι ήταν τα πράγματα τότε.
Τότε, στις 29 Οκτώβρη του 1944, την ώρα που οι απόντες και οι άκαπνοι από τον αγώνα ενάντια στον φασισμό επέστρεφαν στην Ελλάδα συνοδεύοντας τον Σκόμπυ, ο Άρης Βελουχιώτης, μιλώντας στην απελευθερωμένη Λαμία παρουσίαζε την πολιτική του ΕΑΜ εκ μέρους του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ και τόνιζε: «Ο ΕΛΑΣ και το ΕΑΜ υποσχέθηκαν στο λαό την πάλη ενάντια στον κατακτητή και την απελευθέρωση της χώρας μας. Αυτές τις υποσχέσεις τις τηρήσαμε».
Σε εκείνη την ιστορική ομιλία, που στην ουσία αποτελούσε μια οξυδερκή ανακεφαλαίωση του τετραετούς αγώνα που είχε προηγηθεί, της πολιτικοϊδεολογικής σύγκρουσης που είχε έρθει στο προσκήνιο, αλλά που αποδείχτηκε και ασφαλής πρόγνωση όσων ακολούθησαν, ανάμεσα στα άλλα έλεγε:
«(...) Μας κατηγορούν ότι είμαστε όλοι κομμουνιστές και ισχυρίζονται ότι το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ είναι σκεπασμένες κομμουνιστικές οργανώσεις. Μα αυτή η κατηγορία μπορεί ν' αποτελέσει ντροπή ή έπαινο; Το Κομμουνιστικό Κόμμα δε βαδίζει τώρα για τον κομμουνισμό. Το ΚΚΕ έχει βέβαια στο Πρόγραμμά του σαν τελική του επιδίωξη τον κομμουνισμό. Μα όχι για τώρα. Τον κομμουνισμό θα τον επιβάλλετε σεις, ο λαός κι όχι το ΚΚΕ (...)
Μα ας πούμε ότι το ΚΚΕ θα εφαρμόσει τον κομμουνισμό. Λένε ότι ο κομμουνισμός χαλνά τις εκκλησιές και γδέρνει τους παπάδες. Τόσο χαζοί είναι λοιπόν οι κομμουνιστές να χαλάσουν τις εκκλησιές, που δεν τους εμποδίζουν σε τίποτα; Οι εκκλησιές μας φταίνε ή τα καράβια του Εμπειρίκου; (...)
Συνεπώς, καταλαβαίνετε τώρα ότι αυτοί που διαδίδουν αυτές τις συκοφαντίες επιδιώκουν άλλους σκοπούς, προσπαθώντας με το μέσο αυτό της συκοφαντίας να εξαπατήσουν το λαό και να διαιωνίσουν την κυριαρχία τους πάνω του. Αν, μάλιστα, εξετάσουμε βαθύτερα το πράμα αυτό, θα δούμε ότι αυτοί είναι άθρησκοι, γιατί σ' αυτούς δεν υπάρχει ίχνος θρησκευτικής συνείδησης κι ο μόνος που λατρεύουν είναι ο Θεός Μαμμωνάς, ο Θεός του χρήματος (...)
Θα δώσουμε στο λαό τα οικονομικά μέσα για να μπορεί να μη σκορπάει την οικογένειά του στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Μας κατηγορούν ότι θέμε να καταργήσουμε τα σύνορα και να διαλύσουμε το κράτος. Μα το κράτος εμείς το φτιάχνουμε σήμερα, γιατί δεν υπήρξε, μια που αυτοί οι ίδιοι το είχανε διαλύσει. Ποιος είναι λοιπόν πατριώτης; Αυτοί ή εμείς; Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει να βρει κέρδη σ' όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Γι' αυτό δε νοιάζεται κι ούτε συγκινείται με την ύπαρξη των συνόρων και του κράτους. Ενώ εμείς, το μόνο που διαθέτουμε, είναι οι καλύβες μας και τα πεζούλια μας. Αυτά αντίθετα από το κεφάλαιο που τρέχει, όπου βρει κέρδη, δεν μπορούν να κινηθούν και παραμένουν μέσα στη χώρα που κατοικούμε.
Ποιος, λοιπόν, μπορεί να ενδιαφερθεί καλύτερα για την πατρίδα του; Αυτοί που ξεπορτίζουν τα κεφάλαιά τους από τη χώρα μας ή εμείς που παραμένουμε με τα πεζούλια μας εδώ; Όταν έξαφνα στα 1929 - 31 το κράτος ζήτησε, λόγω της οικονομικής κρίσης που μάστιζε τότε τη χώρα μας, να κατεβάσουν οι ξένοι ομολογιούχοι το ποσοστό που πληρώναμε σε τοκοχρεολύσια, οι Άγγλοι δέχτηκαν να το μειώσουν σε 35%, αλλά οι Έλληνες ομολογιούχοι αρνήθηκαν.
Να λοιπόν, ποιος είναι ο πατριωτισμός τους! Αυτός φτάνει μέχρι το σημείο που δεν θίγονται τα οικονομικά τους συμφέροντα. Αυτοί λοιπόν οι ίδιοι που μας κατηγορούν ότι επιδιώκουμε την κατάργηση των συνόρων και την διάλυση του κράτους, αυτοί τα ξεπουλάνε αυτά στην πρώτη ευκαιρία.
Μας κατηγορούν επίσης, ότι εμείς επιβουλευόμαστε την τιμή. Βλέπετε,όλοι αυτοί οι "ηθικοί", που όταν περπατάνε μπερδεύουνται τα κεφάλια τους στα σύρματα, μιλάνε για τιμή! Αυτοί που πούλησαν τις γυναίκες και τις αδελφές στον κατακτητή, για να κάνουν τα νταραβέρια μαζί του και μας σκλάβωσαν διπλά, αυτοί πάνε τώρα να μας πείσουν ότι είναι οι κέρβεροι της τιμής και της ηθικής. Με αυτά τα μέσα προσπαθούν να εξαπατήσουν το λαό για να συνεχίσουν το ξεζούμισμα και την εκμετάλλευσή του (...).
Όταν ήταν εδώ ο κατακτητής, αυτοί θέλανε τότε την τάξη. Εμείς θέλαμε την αταξία για να κάνουμε ανυπόφορη τη ζωή του κατακτητή. Τώρα αυτοί θέλουνε την αταξία. Μα εμείς θέλουμε την τάξη. Αυτοί είναι οι οργανωτές του εμφυλίου πολέμου για να εκμεταλλεύουνται το λαό μας. Αυτοί είναι οι λύκοι, που προσπαθούν να κατασπαράξουν το κοπάδι, εμάς, εσάς, όλους μας, το λαό δηλαδή (...)».
Έτσι ήταν τότε τα πράγματα. Είναι υπόθεση του καθενός να απαντήσει αν εκείνο το ερώτημα - «Ποιος είναι λοιπόν πατριώτης; Αυτοί ή εμείς;» - ισχύει και σήμερα…